Η ελληνική κοινωνία και το πολιτικό σύστημα που βύθισε τη χώρα στην καταστροφή συνεχίζουν να αγνοούν την αξία της συνεννόησης και της μετριοπάθειας
Oι αχρείαστες εκλογές έχουν αποκαλύψει όχι μόνο το αβγό του φιδιού. Η ελληνική κοινωνία -όπως και το πολιτικό (της) σύστημα- κείτεται τώρα γυμνή μπροστά στο παγκόσμιο κοινό του. Με τη δημόσια σφαίρα κατεστραμμένη, κυριαρχούμενη από το γελοίο και τη φαιδρότητα, η δεύτερη φουρνιά της γενιάς της Μεταπολίτευσης δίνει τα ρέστα της. Μαζί της μια σειρά ανθρώπων πιο νέων, που απλώς ψάχνουν δουλειά στο Κοινοβούλιο, χωρίς δημόσιο λόγο, πολιτική στάση και ένσημα σε ζωή και επάγγελμα.
Ο «μπερλουσκονισμός» της πολιτικής ζωής είναι πλέον γεγονός. Ασφαλώς, στην κατάσταση αυτή υπάρχουν κι εκείνοι με την αγωνία για τη χώρα, κάποιοι λίγοι και μοναχικοί πολιτικοί που επιθυμούν να προσφέρουν με ειλικρίνεια και δυνατότητες. Δεν είναι όμως κρίσιμη μάζα. Με άλλα λόγια, δεν υπάρχει λόγος αισιοδοξίας για το «μετά των εκλογών».
Η ελληνική κοινωνία και το νεαρντετάλιο πολιτικό σύστημα, που βύθισε τη χώρα στην καταστροφή συνεχίζει να είναι «στον κόσμο του» εκτός τόπου και χρόνου, συνεχίζουν να αγνοούν την αξία της συνεννόησης, της μετριοπάθειας, της συλλογικής δράσης για την αντιμετώπιση του κινδύνου. Πολλοί δε από τους ψηφοφόρους, ζαλισμένοι και σε σύγχυση στο κέντρο της αρένας, χωρίς να ξέρουν τι τους περιμένει, στρέφονται, με πυξίδα το θυμικό, στα απασφαλισμένα άκρα, πράγμα που δυστυχώς χειροτερεύει την κατάσταση. Στο πλαίσιο αυτό ίσως το μόνο που μπορεί να κάνει κανείς για το αύριο είναι να αποκαθιστά τις οικονομικές έννοιες που βάναυσα χρησιμοποιούνται και αλλοιώνονται στην προεκλογική αυτή περίοδο.
Για ακόμη μία φορά, λοιπόν, αυτό που περιμένουμε μετά τις εκλογές είναι η συνέχιση της απομόχλευσης (deleveraging), της περιστολής, της υποχώρησης του μέσου εισοδήματος, κάτι που κάνει να φαίνεται ως αστείο ακόμη και σ’ έναν πρωτοετή φοιτητή το ζήτημα της ανάπτυξης, δηλαδή η μεγέθυνση του εθνικού εισοδήματος. Η πικρή αλήθεια είναι ότι σε σχέση με αυτό που παράγει η χώρα, σε πολλά προϊόντα και υπηρεσίες είναι ακόμη ακριβή. Επομένως, δυστυχώς υπάρχει δρόμος ακόμη για τη σταθεροποίηση, αφού η χώρα είναι πνιγμένη στα χρέη και στην αναξιοπιστία και χρηματοδότηση για την ανάπτυξη δεν μπορεί να υπάρξει. Κανείς, δε, δεν τολμά να πει την αλήθεια, ότι το μέσο εισόδημα δεν δικαιολογείται από την παραγωγή της χώρας σήμερα.
Περιμένουμε επίσης η ανεργία να σταθεροποιηθεί καθαρά πάνω από το 20%. Και αυτό για πολλά, πολλά χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι ένα μεγάλο κομμάτι της ελληνικής οικονομίας είναι μη παραγωγικό σε μια ανοικτή, διεθνή αγορά.
Οσον αφορά τις τιμές, σιγά σιγά υπάρχει μια αποκλιμάκωση, αλλά μέχρι σήμερα αυτή έχει προέλθει από τη μείωση της ζήτησης κι όχι από σοβαρή διαρθρωτική αλλαγή που θα έφερνε περισσότερο ανταγωνισμό και διαφάνεια στις αγορές.
Αντί τα -κούφια- κόμματα να εκπονήσουν ένα στοιχειώδες έστω προγραμματικό σχέδιο για κάποια ανακοπή των παραπάνω αρνητικών τάσεων, περιγράφοντας το πώς η Ελλάδα θα αρχίσει ξανά, ύστερα από χρόνια προσοδοθηρίας, να δουλεύει παραγωγικά (πώς θα γίνει παραγωγική η ύπαιθρος, με τι κίνητρα θα ευνοηθεί η νέα επιχειρηματικότητα, πώς θα αλλάξει πραγματικά η άρρωστη εκπαίδευση, πώς θα ενισχυθεί η εναπομείνασα εγχώρια παραγωγή ή ο παραθεριστικός τουρισμός), αναλώνονται συνήθως, με μικρές εξαιρέσεις, σε έναν αστείο παλαιοκομματικό τακτικισμό, που εξοργίζει περαιτέρω τους στοιχειωδώς ενημερωμένους ψηφοφόρους.
Τα κόμματα αναλώνονται και σήμερα σε έναν αστείο παλαιοκομματικό τακτικισμό
O Θοδωρής Πελαγίδης είναι καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Πειραιά