Χωρίς κοινωνική-πολιτική δυναμική

Χρίστος Αλεξόπουλος 17 Μαϊ 2015

Η περίοδος της κρίσης, εκτός όλων των άλλων, ανέδειξε με τον καλύτερο τρόπο την έλλειψη δυναμικής τόσο σε πολιτικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο. Οχυρωμένο το πολιτικό σύστημα πίσω από ιδεοληψίες και αδύναμο να αντιληφθεί την πραγματικότητα σε εθνικό, ευρωπαϊκό και πλανητικό επίπεδο, πασχίζει να πείσει,, ότι αγωνίζεται για το μέλλον του ελληνικού λαού. Σε αυτή την προσπάθεια κυριαρχούν ο λαϊκισμός και ο γενικευτικός πολιτικός λόγος με έντονα στοιχεία ηθικολογίας, καθώς και η λογική του πολιτικού, ο οποίος γνωρίζει «που το πάει», χωρίς όμως να καταθέτει έναν μακροπρόθεσμο σχεδιασμό κοστολογημένο και με οδικό χάρτη επίτευξης των στόχων. Από το άλλο μέρος στέκεται η κοινωνία γεμάτη θυμό και περιμένει την έλευση της «ανάστασης», χωρίς η ίδια να δείχνει πρόθυμη να απαρνηθεί τις παθογένειες της. Έτσι έμαθε να λειτουργεί για πολλά χρόνια. Το πολιτικό «χάϊδεμα» και ο λαϊκισμός συνέβαλαν προς αυτή την κατεύθυνση. Τώρα η πραγματικότητα, την οποία διαμόρφωσε η λανθασμένη πορεία 10ετιών, φαίνεται πολύ δύσκολα διαχειρίσιμη. Εξάλλου είναι και «αυτοί οι ξένοι», οι οποίοι επιθυμούν και μεθοδεύουν την καταστροφή του «περιούσιου λαού και τόπου». Η λογική του «αποδιοπομπαίου τράγου» αξιοποιείται από την κυβερνητική πλειοψηφία με ιδιαίτερη επιμέλεια στο επικοινωνιακό πεδίο με στόχο την πρόκληση φόβου και την δημιουργία της αίσθησης στην κοινωνία, ότι αγωνίζεται για έναν «έντιμο συμβιβασμό». Βεβαίως τόσο οι δανειστές όσο και η ελληνική κυβέρνηση δεν εξειδικεύουν δημοσίως τις προτάσεις τους. Εκείνο που προωθούν ιδιαιτέρως είναι η επίτευξη επωφελούς για όλους συμφωνίας, το περιεχόμενο της οποίας θα γνωστοποιηθεί στους ενδιαφερόμενους, όταν θα αποτελεί πλέον συμφωνία. Τότε ο λαός θα χειροκροτήσει τους «νικητές» και θα πάρει ανάσα από τις φοβικές καταστάσεις, οι οποίες καλλιεργήθηκαν συνειδητά κατά τη διάρκεια της «διαπραγμάτευσης».

 

Πραγματικά αναρωτιέται ο πολίτης με κριτική σκέψη, εάν η σύγχρονη πολιτική απευθύνεται σε πολίτες ή σε καταναλωτές πολιτικής. Για ποιό κυρίαρχο λαό μιλάνε τα διάφορα πολιτικά μορφώματα και πολιτικά πρόσωπα, όταν βασικός κανόνας στην πολιτική επικοινωνία είναι η λογική της κοινωνίας του θεάματος και η ανασφάλεια και ο φόβος σε σχέση με το μέλλον; Αυτή είναι η σύγχρονη δημοκρατία και η συμμετοχική λειτουργία του πολίτη; Σε ποιο σχεδιασμό του μέλλοντος αναφέρονται, όταν θέτουν δημοψηφισματικά ερωτήματα, τα οποία στην προβολή τους στο χρόνο δεν γίνονται αντιληπτά από τους ψηφοφόρους; Ειλικρινά ο κάθε καλόπιστος πολίτης αναρωτιέται, εάν απλά γίνεται μετάθεση ευθυνών χωρίς γνώση των συνεπειών του αποτελέσματος της ψήφου. Από αυτά τα ερωτήματα γίνεται εμφανές, ότι η σύγχρονη πολιτική λειτουργία έχει τυπικό και νομιμοποιητικό χαρακτήρα για εξελίξεις, οι οποίες δεν προσεγγίζονται νοητικά από τους απλούς πολίτες. Αυτή την έλλειψη καλύπτουν οι φαντασιώσεις, οι οποίες προκαλούνται με επιδέξιους χειρισμούς στο επικοινωνιακό πεδίο.

 

Με αυτές όμως δεν είναι εύκολο να αναπτυχθεί δυναμική τόσο σε πολιτικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο, ώστε να διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις για μια βιώσιμη πορεία στο μέλλον. Τα υπάρχοντα πολιτικά σχήματα στην Ελλάδα λειτουργούν με μια «μηχανιστική» λογική στον πολιτικό λόγο, ενώ δεν έχουν μακροπρόθεσμο σχεδιασμό με συγκεκριμένο και κοστολογημένο οδικό χάρτη και δυνατότητα πρόβλεψης των επιπτώσεων των λαμβανόμενων αποφάσεων, που δεσμεύουν το μέλλον. Ταυτοχρόνως δεν έχουν σε βάθος γνώση της κοινωνικής πραγματικότητας και των σύγχρονων παραμέτρων, οι οποίες οριοθετούν τη δυναμική της εξέλιξης, όπως είναι η τεράστια πρόοδος της τεχνολογίας και η μαζική αξιοποίηση της στην καθημερινότητα, οι παρενέργειες της παγκοσμιοποίησης κεφαλαίων και εργασίας, η μη παραγωγή πολιτισμικών αξιών στις περιφερειακές χώρες και άλλες. Γι’αυτό και δεν είναι σε θέση να κάνουν έναν ρεαλιστικό και βιώσιμο σχεδιασμό. Πολύ περισσότερο βέβαια δεν είναι σε θέση να συνυπολογίσουν τις επιπτώσεις φαινομένων, τα οποία υπερβαίνουν τον στενό εθνικό ή ακόμη και ευρωπαϊκό ορίζοντα, όπως είναι η κλιματική αλλαγή, η προοπτική των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας καθώς και η μαζική μετακίνηση πληθυσμών από το φτωχό Νότο προς τον πλούσιο Βορρά και ιδιαιτέρως την Ευρώπη, στην οποία ανήκει η χώρα.

 

Μέχρι τώρα οι δομές του πολιτικού συστήματος δεν υπερέβησαν τα όρια του πελατειακού κράτους και της εξυπηρέτησης συντεχνιακών συμφερόντων. Ο δε άκρατος κομματισμός στις κοινωνικές δομές (από τους συλλόγους μέχρι τα συνδικαλιστικά σωματεία) δεν επέτρεψε την έκφραση του κοινωνικού συμφέροντος και την ανάπτυξη διαλόγου, ο οποίος δεν ελέγχεται από τα κόμματα, αλλά είναι αποτέλεσμα της ενασχόλησης των τοπικών κοινωνιών με τις κυρίαρχες συνθήκες στους διάφορους τομείς δραστηριότητας (παιδεία, υγεία, εργασία, κ.λ.π.) και την ανάγκη μετασχηματισμού τους με στόχο την βελτίωση της ποιότητας ζωής. Η κοινωνία έχει «εκπαιδευθεί» να λειτουργεί κυρίως εκτελεστικά και όχι παραγωγικά, δημιουργικά. Και αυτό ισχύει σε όλους τους τομείς ανάπτυξης δραστηριότητας, από την οικονομία μέχρι τον πολιτισμό. Η κρίση που αντιμετωπίζει η χώρα και ο περιφερειακός της ρόλος κάνουν εμφανή την αδυναμία ανάπτυξης υπερβατικής δυναμικής, η οποία θα βοηθήσει για την έξοδο της χώρας από το τέλμα και την παρακμή. Αυτό δεν μπορεί να γίνει με πολίτες, οι οποίοι λειτουργούν ως απλοί καταναλωτές και χειροκροτητές, ενώ αποδέχονται τα «πολιτικά χάδια» των κομμάτων και φαντασιώνονται ένα ρόδινο, αλλά ανύπαρκτο, μέλλον.

 

Η χώρα, τόσο ως κρατική οντότητα όσο και ως κοινωνία, έχει φτάσει σε ένα οριακό σημείο. Δεν μπορεί να συνεχίσει να πορεύεται βασιζόμενη στις πολιτικές ιδεοληψίες ή στον εμπειρισμό, που χαρακτηρίζουν τα υπάρχοντα κόμματα και ταυτοχρόνως να κινείται με αργούς ρυθμούς σε σχέση με τις αναγκαίες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, οι οποίες θα την βγάλουν από το τέλμα. Μοχλός σε μια πορεία εκσυγχρονισμού και απόκτησης δυναμικής θα μπορούσε να είναι ένα λειτουργικό πολιτικό σύστημα, το οποίο κατ’αρχήν γνωρίζει ποιά είναι τα ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά των κοινωνικών συστημάτων. Ταυτοχρόνως είναι βασική προϋπόθεση για ένα μακροπρόθεσμο σχεδιασμό μια ανάλυση και γνώση σε βάθος του τρόπου σκέψης του κοινωνικού υποκειμένου και των αναγκαίων αλλαγών, ώστε γρήγορα να απαγκιστρωθεί από τον προσανατολισμό στο παρελθόν ως μέσου νομιμοποίησης του παρόντος και των επιλογών του μέλλοντος και να καταστεί εφικτή η λειτουργία του με πολύ μεγαλύτερη ταχύτητα. Ο χρόνος έχει γίνει πολύ πιο περιεκτικός σε γνώσεις, πληροφορίες και δεδομένα, με αποτέλεσμα να έχει αυξηθεί σε υπερβολικό βαθμό η πολυπλοκότητα, η οποία χαρακτηρίζει την σύγχρονη πραγματικότητα. Επίσης η απόκτηση δυναμικής πρέπει να εκφρασθεί και στο επίπεδο των δομών των κοινωνικών συστημάτων (οικονομικό, εκπαιδευτικό, υγείας κ.λ.π.) με μπροστάρη το πολιτικό, αλλά και σε αυτό των δομών της κοινωνίας πολιτών, η οποία πρέπει διαρκώς να είναι σε διαδικασία διαλόγου με τα κόμματα και όσους διαχειρίζονται κυβερνητική εξουσία. Προϋπόθεση για να πετύχει κάτι τέτοιο είναι ο ενταφιασμός της κομματοκρατίας και η ανεξάρτητη ενεργός συμμετοχή των πολιτών. Αυτό όμως είναι δύσκολο, διότι η ελληνική πραγματικότητα, πολιτική και κοινωνική, κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση, διότι είναι εύκολο. Δεν προσδίδει όμως βιωσιμότητα στον τόπο.

 

Μια εξέλιξη βέβαια, η οποία βασίζεται στην ενεργό συμμετοχή των πολιτών στο πολιτικό γίγνεσθαι, θα σήμαινε την αμφισβήτηση της λογικής του θεάματος, στην οποία βασίζεται η πολιτική επικοινωνία. Αυτό θα προκαλούσε για μικρό χρονικό διάστημα αστάθεια στην πολιτική λειτουργία, διότι τα κόμματα θα έπρεπε να επαναπροσδιορίσουν τον τρόπο επικοινωνίας με τους πολίτες. Και αυτό δεν είναι εύκολο ούτε και επιθυμητό, διότι θα αποκτήσουν κυρίαρχο ρόλο ο λόγος και ο ορθολογισμός, ενώ θα συρρικνωθεί η εικονική πολιτική επικοινωνία στο πλαίσιο των ψηφιακών Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας, η οποία διαμορφώνει συνθήκες χειραγώγησης. Εάν μάλιστα συμπορευθεί και αξιοποιηθεί η διανόηση στο πλαίσιο των δομών της κοινωνίας πολιτών θα δρομολογηθεί η αναγκαία δυναμική στην κοινωνία, η οποία θα συμπαρασύρει και το πολιτικό σύστημα. Όποιο πολιτικό μόρφωμα δεν συμπορευθεί θα χάσει την επαφή του με τους πολίτες. Ταυτοχρόνως διαμορφώνονται προϋποθέσεις εμπλουτισμού του πολιτικού συστήματος με νέες προτάσεις προς την κοινωνία. Πάνω από όλα όμως διαμορφώνονται συνθήκες, οι οποίες διευκολύνουν τον προσανατολισμό των πολιτών στον ορθολογισμό, που είναι απαραίτητο εργαλείο για την πολιτική λειτουργία των πολιτών του μέλλοντος, διότι θα έχουν να αντιμετωπίσουν και να διαχειρισθούν μια πολύ πιο σύνθετη πραγματικότητα από την σημερινή. Με αυτό τον τρόπο η πολιτική λειτουργία και η δημοκρατία θα αποκτήσουν ουσιαστικό περιεχόμενο και η χώρα σύγχρονη, δυναμική και με προοπτική ταυτότητα.