Είναι δίκαιη η αγανάκτηση και τα υποτιμητικά σχόλια για τις μετεγγραφές πολιτικών «πρώτης γραμμής» από το ένα κόμμα στο άλλο. Δίκαιη η αγανάκτηση, αλλά όχι και η έκπληξη. Αυτό που συμβαίνει στο ελληνικό πολιτικό σύστημα είναι κάτι το αναμενόμενο. Οφείλεται στην απόλυτη αποϊδεολογικοποίησή του.
Η πολιτική κινητικότητα είναι υγιές στοιχείο σε κάθε σύστημα. Υπό αυτή την έννοια είναι απαραίτητη και για το πολιτικό σύστημα. Η κινητικότητα είναι αποδεκτή, όταν αυτή συνοδεύεται και από σαφή έκθεση των δεδομένων. Είναι γνωστή η απάντηση του Κέινς όταν μια φορά τον ρώτησαν γιατί αλλάζει θέσεις και απόψεις. Η απάντησή του ήταν: «Μα καλά, όταν αλλάζουν τα δεδομένα, εσείς τι κάνετε; Δεν αλλάζετε θέσεις;».
Αν οι μετεγγραφές οφείλονταν στην «αλλαγή των δεδομένων», τότε μάλλον κανείς λογικός δεν θα μπορούσε να προβάλει ενστάσεις γι’ αυτές. Αυτό όμως που συμβαίνει σήμερα δεν εμπίπτει σ’ αυτήν την περίπτωση. Κατ’ αρχάς πρέπει να γίνει σαφές ότι η πολιτική ζωή δεν είναι ο μόνος τομέας στον οποίο βραβεύεται η στοίχιση πίσω από τους δυνατούς. Αυτά τα πράγματα συμβαίνουν σε όλες τις πτυχές της ανθρώπινης συμβίωσης: είτε μιλάμε για επαγγελματική ανέλιξη, για προσωπική καριέρα, για προάσπιση της οικογένειας κ.λπ. Αν δεν θέλουμε να γίνουμε διαμετακομιστές ενός βαθύτατα ηθικολογικού συντηρητισμού, θα πρέπει να εξηγούμε αυτές τις συμπεριφορές με γνώμονα τη θεμιτή επιδίωξη του καθενός να προσεγγίσει την ευημερία με τα ατομικά μέσα και τις προσωπικές δεξιότητες που κατέχει. Η επιδίωξη της ατομικής ευημερίας, αν δεν χρησιμοποιεί μέσα που βλάπτουν την ευημερία των άλλων, δεν έχει τίποτα το μεμπτό. Αντιθέτως, μακριά από τις δοξασίες του ηθικολογικού συντηρητισμού, αυτή είναι μια φυσιολογική προσαρμογή στις πολύπλοκες κοινωνίες των πολιτών όπου ζει ο σημερινός δυτικός άνθρωπος.
Αυτά ισχύουν όταν γίνεται λόγος για το βασίλειο των ατομικών επιδιώξεων. Τι συμβαίνει όμως όταν αυτές οι συμπεριφορές μεταφέρονται ακέραια στο βασίλειο της Πολιτικής; Οταν οι πολίτες ενός κράτους θεωρήσουν πως δεν τους ενδιαφέρουν οι δημόσιες υποθέσεις, τότε αυτό το κράτος καταρρέει. Οταν όμως οι πολιτικοί ενδιαφέρονται για τις δημόσιες υποθέσεις ως μια πτυχή της ατομικής τους ευημερίας και μόνο, τότε εκεί καταρρέουν οι δημοκρατίες. Καταρρέει η ηθική της πολιτικής, η οποία δεν ταυτίζεται με την ατομική ηθική. Γιατί το κριτήριο αξιολόγησης της πολιτικής πράξης είναι η αποτελεσματικότητά της σε σχέση με τα δημόσια συμφέροντα, ενώ το κριτήριο αξιολόγησης της ατομικής ηθικής είναι το καλό ή το κακό.
Ετσι η μετεγγραφή εκείνου του αστέρα που εγκατέλειψε τη ΔΗΜΑΡ, γιατί αυτή δεν συνέβαλε στη συγκρότηση του κεντροαριστερού πόλου, για να βρει την πολιτική του Ιθάκη στη Ν.Δ. ή εκείνων των αριστερών ΜΕΤΑρρυθμιστών που την εγκατέλειψαν για να πάνε σ’ έναν πολιτικό οργανισμό, ο οποίος λοιδορεί τη διάκριση Αριστερά – Δεξιά, εμπίπτει σε κάτι πολύ χειρότερο από την επιδίωξή τους να μας «σώσουν». Βεβαίως τη μεγαλύτερη εντύπωση προκάλεσε η μετεγγραφή της Ραχήλ Μακρή, μιας εκπροσώπου του ακραίου εθνικισμού, της συνωμοσιολαγνείας, του ψεκασμού, στον ΣΥΡΙΖΑ. Την ίδια στιγμή αξίζουν συγχαρητήρια εκείνα τα μέλη των τοπικών οργανώσεων του ΣΥΡΙΖΑ που αγωνίστηκαν για να αποτρέψουν αυτήν και άλλες τόσο εξόφθαλμα εκτός αριστερής λογικής μετεγγραφές. Μετεγγραφές που βρίσκονται στην αντίπερα όχθη κάθε αριστερής αντίληψης, όπως και να την καταλαβαίνει κανείς. Απέδειξαν ότι η πολιτική αξίζει όταν υπακούει σε ιδέες. Αν κρίνουμε μέσα από το πρίσμα του κόσμου των ιδεών, οι «γουναράδες» είναι απείρως καλύτεροι των Ραχήλ Μακρή.
Και εδώ είναι το μείζον πρόβλημα. Αυτές οι μετακινήσεις συμβαίνουν με τέτοια ευκολία και με τη διευκόλυνση των ηγεσιών, γιατί στην πολιτική σκηνή μας έχει επικρατήσει ο παγετώνας της αποϊδεολογικοποίησης. Αν η πολιτική δεν χρειάζεται τις ιδέες, την επιστημονική υποστήριξη (αρκεί να ρίξουμε μια ματιά στον ρόλο που τα κόμματα επιφυλάσσουν στα επιστημονικά τους ιδρύματα), αν δεν χρειάζεται τις ιδεολογίες, τότε όλα επιτρέπονται: οι Οικονόμου-Γκερέκου στη Νέα Δημοκρατία και οι αριστεροί ΜΕΤΑρρυθμιστές και η νεοφιλελεύθερη Δράση στο αντι-ιδεολογικό και αντι-πολιτικό Ποτάμι και, το χειρότερο, η ακροδεξιά Ραχήλ Μακρή στη ριζοσπαστική Αριστερά. Ετσι νομιμοποιούνται όχι μόνο οι προσωπικές στρατηγικές, αλλά και ένα ολόκληρο κόμμα να στήνεται πάνω στη λογική τού ότι «οι ιδεολογίες είναι αδειανά πουκάμισα». Πολιτική χωρίς ιδέες είναι όμως η πολιτική του παραλόγου. Που γίνεται ακόμη πιο παράλογο όταν αυτό επικαλείται την κοινή λογική.
Δεν είναι τυχαίο που μέσα σ’ αυτό το κλίμα αποϊδεολογικοποίησης μείζων εχθρός,μέχρι βαθμού γελοιοποίησής του από μερικούς, ανακηρύχθηκε η ΔΗΜΑΡ. Ναι, γιατί αυτή είναι ο μοναδικός πολιτικός χώρος που εμμένει σε ιδέες. Ακόμη και αν δεν είναι όλες οι ιδέες αυτού του χώρου χρήσιμες, αξίζει να στηριχτεί η συμμαχία Πράσινοι – ΔΗΜΑΡ επειδή εδώ ακόμη αγωνίζονται για τα «κουρέλια» των ιδεών.