Μνήμη Γεράσιμου Βώκου, φροντιστού μας εν π.κ.
του Δημήτρη Σκουρέλλου
(Κόντεψα να πέσω εν ρυθμώ. / Τον αφήσαμε να κοιμιέται πάνω στους πέτρες / ματαιοτατότερα των ματαιοτεροτάτων, Διονύσης Καλαμπερίδης, Θεσσαλονίκη 2005)
Τον συμπαθώ και υποκλίνομαι μπροστά του. Εξού και το παραλήρημά μου, της αγάπης είναι. Αναφέρομαι στο Στέλιο Ράμφο. Δεν έχω πρόβλημα να προσκυνώ αυτούς κι αυτές που θέλω και πρέπει στη ζωή, σε αυτό και σε αυτήν που με γέννησε και γέννησε και θα γεννά, και ας φθίνει το όρος της Κύπριδας κι ας ασελγούν μωροί Στέντορες κι ο Αγαμέμνων. Μα δε συμφωνώ, δε με παίρνει, δε μου πάει να συνηγορήσω στο ότι η τραγωδία και αυτή της πανδημίας είναι ευοίωνη επειδή μας επεισάγει οποία θετικά. Με το στανιό κι εγώ τού ορθού λόγου αισιόδοξος; Επειδή είδαμε ότι άρκτοι και κύνες εξίσου σαρκοβόροι; Κολαούζο θέλαμε.
Πόσο υπέφεραν από τους κολαούζους οι βουτηχτές των σφουγγαριών, Τούρκοι της Ζεφυρίας κι Έλληνες, λίγο πριν την πληρωμή ή το νόστο να τους «σκούνε», οι Κάπποι, κάπο, όχι οι Βουβάληδες! Δε θέλω κολαούζο την κοβίδ-καταστροφή για να καταλάβω την απόλυτη περιφανή συγγένεια όλων τους που συγκροτούν το συρφετό που με διώκει σε πλατείες και σχολεία, σε δημόσιους χώρους και παντού, εδώ κει και αλλαχού δεκαετίες τώρα. Ακοινώνητοι κοινοτιστές, εθνικοί εθνικιστές, αριστεροί κομμουνιστές, ναζί, ακροδεξιοί, θρησκόληπτοι, ζουραρογιανναράδες, αδελφοπαναγούληδες, Καζαλότι και Ντάριο Φο, όσιοι Χριστόδουλοι, αγίες Μαλβίνες, δίκτυα 21, κιτρινογιλεκάδες, Μελανσόν, η Σώτη και η Βαγενά (κι ο Μίμης;), κι ο Γκίντερ Γκρας (!) πριν μας αφήσει –και το γέλιο από Paris Hebdo. Δεν ξέρω αν βράζουν στο ίδιο καζάνι, όμως ετοιμάζουν τα κορμάκια των παιδιών για τις τούμπες των πτωμάτων: Είναι οι κήρυκες κι οι οπλοφόροι τού μίσους.
Χρησιμοποίησαν και χρησιμοποιούν τη βασική μέθοδο του ορθού λόγου, την αμφισβήτηση, το ερώτημα, «αντιστισσόμενοι» αυτήν ανέλπιδα σε δυσαρμονία, στοχεύοντας να αρνηθούν τη βασική ορθολογιστική παραδοχή, τη μόνη πραγματική αλληλουχία: την επαγωγή, δηλαδή, το βίωμα, τις αισθήσεις, με άλλα λόγια, το μοναδικό ανεπίστρεπτο και αναντίρρητο: όλοι πεθαίνουμε, όλοι θνητοί, όντες-ούσες ίσοι. Αρνούνται την ανθρωπινότητα. Γιατί αυτοί: ξέρουν περισσότερα, είναι καλύτεροι, το άλας της γης, οι εκλεκτοί. Ενώ εμείς, οι άλλοι συγκαταλεγόμαστε σε: βρομερούς, ρυπαρούς, υπόδουλους, προσκυνημένους, βλάκες, βολεμένους.
Ελευθερία τους ο βιασμός τών άλλων και της λογικής. Μέθοδός τους η σχετικοποίηση, η αποπομπή των τεκμηρίων, των αποδείξεων που οι ίδιοι δεν ελέγχουν. Το διάλογο και τη δημοκρατία μεταμφιέζουν σε εξύψωση κάθε γνώμης σε κοινή αλήθεια. Ο εφιάλτης προσλαμβανόμενος ως θεμιτή πραγματικότητα, μια πίστη απιστίας. Η γοητεία τής ήττας προτάσσεται, το μαρτύριο, ο πόνος (ο άλλος να πονά!), η υποτίμηση της χαράς και της υγείας, του χαμόγελου και της διασκέδασης. Βία ευλογημένη, (αν)ιερού συλλογικού σκοπού, βία όπως πρέπει και όπως ήταν πάντα: της απολυταρχίας.
Περιγράφω, δεν αφηγούμαι. Ούτε καν προσποιούμαι πως συλλογιέμαι. Τα βλέπω κάθε μέρα, τα ακούω. Κόντεψα να αποκάμω διά ζώσης τους, από πάντα έκτοτε. Αλήθεια, αόμματος!
Βία που αντιστρέφεται την αγάπη, την τέχνη. Τις βδελύσσεται. Ανυπόστατα οι βίαιοι μιξολογούν για απάνθρωπη τέχνη, κακή τέχνη, φοβισμένη τέχνη, καθόλου τέχνη και καλλιτεχνία. Αθίγγανοι της καθημάς αιρέσεως, φύονται ως ένα κατεξοχήν δυτικό φαινόμενο. Γνωρίζω αντίχριστους τέτοιους χριστιανούς και παράλογους υπολογιστές. Δεν ξέρω για τους άλλους μονοθεϊσμούς.
Οι βίαιοι αυτοί άλλοι τους ψυχροί άλλοι τους φλαμπουράρηδες περιφρονούν τα νοήματα, την αφηρημένη τέχνη, τις δυσνόητες μορφές έκφρασης, τις ατομικές επισημάνσεις, εγείρονται ενόψει του αποκρυφισμού και της αυτολατρείας, δεν κατανίσσονται. Είναι πάντα καβάλα! Τους απέμεινε και τους πληροί ο εαυτός τους. Παρόλα αυτά περιφρονούν το ανθρώπινο σώμα, την αναπηρία, ό,τι δεν τους μοιάζει. Την παρακολουθούσαμε τι έλεγε για το βραχύσωμο Σημίτη; Γιατί τούς υπερβαίνει. Ξέρουν!
Δεν τους έχετε ακούσει να χασκογελούν για τα έργα του Τζάκσον Πόλοκ (και του Λαχά ακόμη), να μειώνουν την τζαζ; Να συγκρίνουν Μότσαρτ, Μπετόβεν, Σούμπερτ με εμβατήρια και ύμνους ΠΑΕ, κομμάτων; Να κάνουν πλάκα διαβάζοντας Κακναβάτο (αυτό δεν τους εμποδίζει να έχουν χρόνια αφοδεύσει επί Κατσαρού και Μπαντίλα επειδή τους ταίριαξαν δυο στίχοι τού «Αρνούμαι»). Να επιλέγουν τη θυμοσοφία σε βάρος της επιστήμης;
Και καταλαμβάνουν το δρόμο. Μα δεν παίρνουν… το δρόμο. Έχουν εγκατασταθεί στο επίκεντρο της πλανητικής πόλης και κυρίευσαν τα έθνη κράτη. Αυτοί, παπουλάκοι εξεγείρονται ως αυθεντικότατοι αποικιοκράτες: που οι κοινωνίες μας πλέον μοιάζουν αποεκλεκτικοποιημένες. Που δεν αρκεί λευκός, γαλανομάτης να ζεις στον παράδεισο. Που αμφισβητείται πως δεν μπορεί λιγότερο από ένα πέμπτο των ανθρώπων να καταναλώνει πάνω από τα δύο τρίτα τών παγκόσμια παραγόμενων αγαθών. Θέλουν να προστατέψουν τον πλανήτη «τους», το δόγμα τους, τα κράτη, τις συντάξεις τους (από τα δεκάξι), τα δικά τους κατοικίδια, τα δικά τους φαγητά, τα αμόλυντα με ετικέτα εδώδιμα, τις γυναίκες τους (τους ανήκουν), τα ευειδή παιδιά (τα δικά τους εννοείται) από φτωχούς, κακομούτσουνους, ξένους. Έτσι δε διστάζουν να προτείνουν εκατόμβες, να αρνούνται εμβόλια, επισιτιστικές καινοτομίες, δημοκρατικά ανοίγματα, παγκοσμιοποίηση, passer ανθρώπων κι αγαθών: Φεουδαλιστές, Τορκουεμάδες, Ανφέρ ανενδοίαστα.
Κι ο Γκέριγκ αγαπούσε τη φύση, δυστυχώς, δυστυχέστεστατα (μη ατυχέστατα) κι ο Ρούντι Ντούτσκε. Τι Λουκασένκο τι Λουκά! Κι ο «άληστος» Γκάντι τούς κρυφοσυμπαθούσε τους Μπόερς, γινόταν διαφημιστικό τρικ τού Μουσολίνι εν γνώσει του. Σήμερα, ως είθισται ανεπεμβατικοί, δε θέλουμε δημοκρατία στην Τουρκία. Αρνούμαστε να βοηθήσουμε την κοσμική αντιπολίτευση, τον τουρκικό λαό επικαλούμενοι ένα δήθεν Χίτλερ Ερντογάν: η μη παρέμβαση ως «παρέμβαση», ο ισλαμόφοβος ρατσισμός κι ο αντιστασιακός οριενταλισμός ως δημοκρατικό αίτημα! Ιδού σχετικοποποίησις, σαν τα γκεμπελικά ψέματα ΣΥΡΙΖΑ, για την ελληνική «ανθρωπιστική κρίση» τών… μνημονίων (οι νεκροί, ο λιμός της πιθανής δραχμής…, ανερυθρίαστος βενεζουελανός παράδεισος). Νίπτουμε χείρας και όψιν!
Μου λύθηκε το ερώτημα, το σχεδόν οντολογικό που με τριβελίζει αδίστακτα (λες και δεν ήταν οι Στύρνερ, Νετσάγεφ, Κροπότκιν, Σπέγκλερ, Χάιντεγκερ, Μακρυγιάννης, Έλιοτ, Μπρεχτ, Γκόρκι, Καζαντζάκης, η Τριπολιτσά εκεί να μου απαντήσουν!). Αν ο φασισμός αποτέλεσε παραδρομή τού ορθού λόγου (αναμφιβόλως −μου αρκούν Μομιλιάνο και Γκράμσι, μπορεί κι ο Πάουντ), ποιος κατατάσσει το Ολοκαύτωμα; Ο απόλυτος ορθός λόγος ή το ακρότατο παράλογο; Δυοίν αμφοτέροιν δε γίνεται.
Χαίρομαι που αποκαλύπτεται εμπειρικά το κατά Χάμπερμας. Ισχύει το δεύτερο, ο παραλογισμός τού ναζισμού.
Γιατί δεν είναι λογική, δεν είναι ο ορθός λόγος η καθεαυτήν συστηματοποίηση. Ο ορθολογισμός ταυτίζεται με τις κατηγορίες και τη σχεδίαση λεπτών διακρίσεων (βλ. Καντ –που οι οπαδοί της βίας μέμφονται για μετριότητα όπως το Ρουσό για αναισχυντία). Η άρνηση της επαγωγής (του πειράματος, δηλ. εκ συνδηλώσεως του βιώματος, του τεκμηρίου, της μαρτυρίας) δεν είναι λογική όσο επίσης λογικός δεν είναι ο εξοβελισμός της ισότητας των ανθρώπων η οποία θεμελιώνεται στη θνητή αναντίρρητή τους φύση. Η απιστία στο θαύμα της ζωής (κατά την πολύγλωττα εύγλωττη «διήγηση του Θωμά», όπως υπέροχα ερμηνεύει ο Ράμφος) Είναι ανορθολογική, μισάνθρωπη, παράλογη, επιτομή μισαλλοδοξίας.
Αρκετά με τον Αισχύλο. ??Ιncantadas otra??, πώς ψυχορραγώ!