«Είμαι ανοιχτός στις ιστορίες των ανθρώπων και όταν με ρωτούν γιατί γράφω απαντάω πως γράφω διότι έχω ανάγκη να γράψω, διότι έχω δίψα για τη ζωή, διότι μου αρέσει να μυρίζω το χαρτί, διότι έχω πάθος, διότι το γράψιμο με κάνει ευτυχισμένο, αλλά και γράφω διότι μαθαίνω όλα όσα με κάνουν να θυμώνω αλλά και διότι γυρίζω τον κόσμο μέσα από τις σελίδες».[1] Παραθέτω τα λόγια του νομπελίστα Ορχάν Παμούκ, κατά την πρόσφατη τελετή αναγόρευσής του σε επίτιμο διδάκτορα στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, επειδή θυμίζουν πως, σε μια εποχή που περισσεύουν γύρω μας τα προβλήματα με τη γείτονα χώρα, οι γέφυρες επαφής μέσα από τον πολιτισμό και τον ανθρωπισμό εξακολουθούν να διεκδικούν πεισματικά το δικό τους μερίδιο ? κι αυτό δεν είναι ένα γεγονός χωρίς πολιτική σημασία. Ο Παμούκ άλλωστε ήταν από τους πρώτους που ύψωσε τη δημοκρατική φωνή του απέναντι στη μετάλλαξη του καθεστώτος, επισημαίνοντας τον αυταρχικό μετασχηματισμό του πολιτεύματος στην Τουρκία, κατά τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια.
Ο ίδιος είχε συχνά αναφερθεί στη συσσώρευση των προβλημάτων που οδηγούσαν σταδιακά στην κρίση της δημοκρατίας: «Από τους μετανάστες μέχρι να φιλοξενούμε 3 εκατομμύρια Σύριους εντός των συνόρων μας. Από την περιορισμένη δημοκρατία μας στις πιέσεις σχετικά με την ελευθερία της έκφρασης και της χειραγώγησης των δικαστών και των δικαστηρίων, και την παράξενη σχέση μας με την Ευρώπη. Μερικές φορές, μου λείπουν οι καλές μέρες, όταν κανείς δεν νοιαζόταν για τα προβλήματα της Τουρκίας» έλεγε σε παλαιότερη συνέντευξή του ο Παμούκ, νοσταλγώντας ίσως τις μνήμες μιας άλλης εποχής.[2] Οι παλιές καλές μέρες όμως μπήκαν και αυτές στο «Μουσείο της Αθωότητας», καθώς οι μεγάλες πολιτιστικές δράσεις που κάποτε συνόδευαν τις καμπάνιες πολιτικού εκσυγχρονισμού στη δεκαετία του ’70 και του ’80, ιδίως στην Κωνσταντινούπολη, έχουν πια «παγώσει» ή πάντως έχουν περιοριστεί σε ένα πιο στενά τουριστικό ενδιαφέρον.
Όποιος έχει διαβάσει το Χιόνι, γνωρίζει την απελπισία και την απογοήτευσή του Παμούκ για τον εξαυταρχισμό και την πολιτισμική εσωστρέφεια του σύγχρονου τουρκικού κράτους. Το σκληρό παιχνίδι των ορίων, των ταυτοτήτων, των κοινωνικών αποκλεισμών και των πολιτισμικών συνόρων ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση, συμπυκνώθηκε σε ένα σκληρό βιβλίο για τα αδιέξοδα που οδήγησαν στην εθνικιστική αναδίπλωση: την ανεργία, την καταπίεση των γυναικών, τα στημένα πραξικοπήματα, το στρατιωτικό κράτος, την προπαγάνδα, τον τρόπο που η ριζοσπαστική αριστερά άρχισε να φλερτάρει με το πολιτικό Ισλάμ, τον φονταμενταλισμό. Δεν ήταν εύκολη αυτή η περιγραφή? ακόμη και αν ήταν μυθοπλαστική. Ο Παμούκ βρέθηκε γρήγορα στο στόχαστρο του καθεστώτος και αναγκάστηκε να ζει «μοιρασμένος» ανάμεσα στην Τουρκία, την Ευρώπη και την Αμερική. Η απόσταση αυτή ωστόσο τον βοήθησε να διευρύνει τη λογοτεχνική φαντασία του αλλά και να οξύνει την πολιτική αίσθησή του. Κάπως έτσι αποφάσισε να «γυρίσει τον κόσμο» μέσα από τις χάρτινες σελίδες των βιβλίων του.
Σε ένα σημαντικό δοκίμιο του για την «ερμηνευτική της απόστασης», ο Έντζο Τραβέρσο γράφει πως «η μετανάστευση, η διασπορά και η εξορία άφησαν βαθιά ίχνη πάνω στη διανόηση του 20ού αιώνα». Στενά συνδεδεμένες με την ίδια τη λογοτεχνική γραφή, οι εμπειρίες της εκτόπισης, της εξορίας και του εκπατρισμού στάθηκαν ανεξάντλητες πηγές πνευματικής έμπνευσης και καλλιτεχνικής παραγωγής. «Μια ιστορία της κριτικής σκέψης», λέει ο Τραβέρσο, «δεν μπορεί να αγνοήσει τη συνεισφορά των εξόριστων διανοουμένων – με την πιο ευρεία έννοια του όρου “εξόριστος”, που δεν περιορίζεται αποκλειστικά στους πολιτικούς διωγμούς». Ο ριζωμένος κοσμοπολιτισμός του εκπατρισμού, ένας κοσμοπολιτισμός που αναδεικνύει τους δεσμούς ανάμεσα σε γλώσσες, γεωγραφίες και λογοτεχνίες, έχει αποκτήσει στις μέρες μας μερικά πολύ κρίσιμα και ενδιαφέροντα υπερεθνικά γνωρίσματα, που τροφοδοτούν ενεργά την τέχνη αλλά και την πολιτική.
Παράλληλα όμως, ο Παμούκ επιμένει να αναδεικνύει τις πιο φτωχές, αγνοημένες και «θυμωμένες» κοινότητες της Τουρκίας, εκφράζοντας τη συμπάθεια αλλά και την κριτική κατανόησή του σε αυτές, ακριβώς επειδή θεωρεί πως το μυθιστόρημα είναι ένα προνομιακό είδος για να φανταζόμαστε τους Άλλους? ενίοτε και για να «μπαίνουμε» στη θέση τους. Αυτή ακριβώς η δημιουργική φαντασία έχει τεράστια πολιτική σημασία είτε πρόκειται για το μακρινά σύνορα της Ανατολής είτε πρόκειται για το Brexit και τους ψηφοφόρους του Τραμπ.[3] Ο Παμούκ θεωρεί πως δεν είναι δυνατόν να καταλάβουμε την άνοδο των εξτρεμισμών, των λαϊκισμών και των φονταμενταλισμών αν δεν εστιάσουμε στις αιτίες του κοινωνικού αποκλεισμού, στη διεύρυνση των ανισοτήτων, στην πολιτισμική οπισθοδρόμηση. Κατά κάποιο τρόπο, ο μυθοπλαστικός κόσμος του Παμούκ δεν είναι ένας χάρτινος κόσμος? είναι ο δικός μας κόσμος, στη Δύση και στην Ανατολή. Αξίζουν συγχαρητήρια στο Τμήμα Φιλολογίας του Παν/μίου Κρήτης που έβαλε στον ακαδημαϊκό χάρτη της Ελλάδας ένα λογοτέχνη και στοχαστή με πάθος για την αφήγηση της ζωής και την υπεράσπιση της δημοκρατίας.
[1] Πηγή: Το Πανεπιστήμιο Κρήτης τίμησε τον Νομπελίστα Ορχάν Παμούκ -Τον αναγόρευσε επίτιμο διδάκτορα | iefimerida.gr
[2] http://www.athina984.gr/2016/06/08/orchan-pamouk-mou-lipoun-i-kales-meres-otan-kanis-den-niazotan-gia-ta-provlim
[3] https://www.theguardian.com/books/booksblog/2018/mar/20/orhan-pamuk-snow-novel-reading-group