«Ο καθένας στο κόμμα μας μπορεί να λέει την γνώμη του, αρκεί αυτή να είναι η σωστή». (Χ. Φλωράκης, ομιλία στην ΕΣΗΕΑ, 1977).
«Η κριτική απέναντι στην κυβέρνηση θα συνεχιστεί… απλώς δεν πρέπει να είναι του πεζοδρομίου». (Β. Μουλόπουλος 2017).
«Η κριτική απέναντι στην κυβέρνηση πρέπει να είναι τεκμηριωμένη» (ο ίδιος).
Αυτό που παρουσιάζει ενδιαφέρον στην Αριστερά, σε όλες τις εκδοχές της, είναι η διαχρονική πίστη στις «αξίες» που την χαρακτηρίζουν. Στην καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, στην λογοκρισία, στον έλεγχο της γνώμης και της κυκλοφορίας της είδησης. Αλλά αν δεν ήταν πιστή σε αυτές τις «αρχές», τι Αριστερά θα ήταν;
Σαράντα ολόκληρα χρόνια χωρίζουν την δήλωση του Χ.Φλωράκη με τις δύο δηλώσεις του Β. Μουλόπουλου. Σαράντα χρόνια η ίδια, αναλλοίωτη νοοτροπία, ενώ σε αυτές τις δεκαετίες συντελέσθηκε πραγματική κοσμογονία, που δεν μπορούν και δεν θέλουν να την δουν. Και αν έδειχναν ανέξοδα τις δημοκρατικές ευαισθησίες τους όταν ήταν στην αντιπολίτευση και στο πολιτικό περιθώριο, τώρα που βρίσκονται στην κυβέρνηση δείχνουν το πραγματικό, αλαζονικό τους πρόσωπο.
Γιατί, τον Β. Μουλόπουλο δεν θα τον κρίνουμε γι΄αυτά που έπραξε όταν το κόμμα του δεν κυβερνούσε, αλλά γι΄αυτά που πράττει τώρα που κυβερνά. Στην πρώτη περίπτωση ήταν ένας καλός—απ΄ότι λένε—επαγγελματίας. Στην δεύτερη, θα πρέπει αυτό να το αποδείξει. Οι δύο δηλώσεις του πάντως δεν είναι ενθαρρυντικές.
Γιατί ποιος, αλήθεια, κρίνει αν μια κριτική είναι τεκμηριωμένη; Ποιος κρίνει αν είναι του πεζοδρομίου; Και τι γίνεται στην περίπτωση που ο Β. Μουλόπουλος κρίνει πως το κείμενο του χ σχολιαστή των «Νέων», στερείται τεκμηρίωσης; Τι γίνεται όταν κρίνει πως είναι πεζοδρομιακού επιπέδου; Δεν θα το δημοσιεύσει; Θα το επιστρέψει για διορθώσεις; Ή μήπως θα τις κάνει μόνος του; Ελευθεροτυπία, υπό όρους και προϋποθέσεις δεν υπάρχει. Στις φιλελεύθερες δημοκρατίες ο ρόλος του λογοκριτή—κομισάριου, είναι άγνωστος και, το κυριότερο, αδιανόητος.
Νομίζω πως ο ΣΥΡΙΖΑ έμπλεξε σε μια ιστορία από την οποία θα βγεί πολλαπλά χαμένος. Όπως στο θέμα των τηλεοπτικών αδειών, όπου πήγε να «στήσει» το παιχνίδι. Κι εδώ, στο θέμα του ΔΟΛ, φαίνεται πως κυριαρχεί η ίδια λογική. Η έλευση ενός φιλικά προσκείμενου επενδυτή, που σταδιακά θα ουδετεροποιήσει, πολιτικά, την φωνή των δύο εφημερίδων.
Μόνον που υπάρχουν δύο σοβαρά προβλήματα. Πρώτον: Το Συγκρότημα έχει υψηλό τραπεζικό δανεισμό που καθιστά απαγορευτική την οποιαδήποτε επένδυση σε αυτό. Οι τράπεζες δε, δεν ελέγχονται πλέον από την κυβέρνηση, για να χρηματοδοτήσουν τον υποψήφιο επενδυτή. Δεύτερον: Το «Βήμα» και τα «Νέα» έχουν υψηλού επιπέδου αρθρογράφους με συγκεκριμένη άποψη, όπως αυτή έχει καταγραφεί στην πολυετή παρουσία τους στον δημοσιογραφικό χώρο. Κανένας Μουλόπουλος δεν μπορεί να τους την αλλάξει. Ούτε να τους επιβάλλει συγκεκαλυμμένα ή απροκάλυπτα την δική του. Ονόματα που καταξιώθηκαν με τα γραπτά τους και την γενικότερη παρουσία τους, έχουν και αυξημένη την αξιοπρέπεια τους. Οποιαδήποτε απόπειρα λογοκρισίας θα δημιουργήσει σημαντικό πολιτικό πρόβλημα στον ΣΥΡΙΖΑ.
Μάλλον, ο μικρός Μουσολίνι δεν διδάχτηκε από την μπάτσα που έφαγε στο θέμα των τηλεοπτικών αδειών και συνεχίζει απτόητος τις ραδιουργίες του για τον έλεγχο του ΔΟΛ. Κάτι μου λέει πως η επόμενη μπάτσα θα είναι ηχηρότερη και πιο ντροπιαστική για τα αλαζονικά μειράκια της «δρακογενιάς».