Η θέση του βρετανού πρωθυπουργού David Cameron, ότι μετά τις επόμενες εκλογές στη χώρα του το 2015 θα πρέπει να αποφασίσει ο λαός σε δημοψήφισμα, εάν θα παραμείνει η Μεγάλη Βρετανία στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αποτελεί ένα ακόμη προειδοποιητικό σήμα κινδύνου σε σχέση με την ευρωπαϊκή πορεία προς το μέλλον. Και τούτο, διότι ο ευρωσκεπτικισμός και ο εθνικισμός, διαπιστώνεται ότι ακολουθεί ανοδική πορεία και σε άλλα κράτη-μέλη της Ε.Ε. Δεν περιορίζεται δε σε μικρά τμήματα των κοινωνιών, με τη μορφή της έκφρασης δυσφορίας και προβληματισμού ως προς τις επιπτώσεις της προοπτικής της ευρωπαϊκής εξέλιξης, αλλά αποκτά και πολιτική έκφραση.
Στη Μεγάλη Βρετανία, σύμφωνα με δημοσκόπηση που έγινε για λογαριασμό του Observer το Νοέμβρη του 2012, το 56 % του πληθυσμού επιθυμεί την έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Από τους ερωτηθέντες δε, το 68 % ήταν ψηφοφόροι Συντηρητικών, επίσης το 44 % των ψηφοφόρων των Εργατικών είναι υπέρ της εξόδου από την Ε.Ε.
Οι ηγεσίες βεβαίως και των δύο κομμάτων τοποθετούνται υπέρ της παραμονής της χώρας στην Ε.Ε. Ο συντηρητικός πρωθυπουργός όμως προτιμά και στοχεύει σε συμμετοχή στην Ε.Ε. με το μέγιστο βαθμό αυτονομίας και σε παραμονή των Βρετανών στην ευρωπαϊκή αγορά. Ουσιαστικά, η βρετανική κυβέρνηση επιθυμεί την επιστροφή της Ευρώπης στην εποχή της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (Ε.Ο.Κ.). Αυτό θα σήμαινε την διάλυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις οικονομικές σχέσεις και όχι μόνο των ευρωπαϊκών χωρών.
Δημιουργούνται όμως πολλά ερωτήματα, όταν λάβει κάποιος υπόψη του ότι οι βρετανικές εξαγωγές το 2011, στο πλαίσιο της Commonwealth, η οποία αποτελεί τον άλλο βρετανικό βραχίονα, δεν ξεπέρασαν τα 56 δισεκατομμύρια λίρες, ποσό το οποίο είναι μικρότερο από το ? των εξαγωγών προς τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Από το 1973 που μπήκε η Μεγάλη Βρετανία στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, παρατηρείται αύξηση των εμπορικών συναλλαγών με τις χώρες-μέλη της Ε.Ε. κατά 3,3 %. Εκτός Ε.Ε. η αύξηση κυμάνθηκε στο 1,3 %. Το 48 % των βρετανικών προϊόντων και υπηρεσιών απορροφώνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Και όμως, ο ευρωσκεπτικισμός των Βρετανών καλά κρατεί. Ούτε και οι γεωστρατηγικές πολιτικές και όχι μόνο προοπτικές ενός μεγαλύτερου μορφώματος με πληθυσμό 550 εκατομμύρια κατοίκους σε ένα παγκόσμιοποιημένο περιβάλλον με δυναμικά αναδυόμενες οικονομίες, όπως είναι η Κίνα και η Ινδία, αποτελούν κριτήρια τόσο για τους βρετανούς πολίτες, όσο και για το βρετανικό πολιτικό σύστημα, στο μέτρο που ασπάζεται τον ευρωσκεπτικισμό.
Αυτά τα δεδομένα καταδεικνύουν μια θλιβερή πραγματικότητα. Οι ευρωπαϊκές κοινωνίες πορεύονται χωρίς όραμα, ενώ η εξέλιξη της Ευρώπης έπαψε να έχει δυναμική. Το πολιτικό σύστημα αποδεικνύεται ανεπαρκές και αδύναμο να προωθήσει τις αναγκαίες αλλαγές και υπερβάσεις, ώστε να γίνει πραγματικότητα η ευρωπαϊκή ενοποίηση. Στο μεταξύ, η δυναμική της εξέλιξης σε πλανητικό επίπεδο κινείται με μεγάλη ταχύτητα και δεν θα περιμένει πότε θα ωριμάσουν οι συνθήκες στα κράτη-μέλη της Ε.Ε., ώστε η Ευρώπη να αποτελέσει αξιόπιστο παίκτη σε παγκόσμιο επίπεδο.
Πρέπει άμεσα να αρχίσουν διεργασίες υπέρβασης αυτής της στατικής οπτικής θεώρησης της πραγματικότητας. Η ευθύνη δεν βαρύνει μόνο το πολιτικό σύστημα και το πολιτικό προσωπικό. Το σύνολο των κοινωνικών συστημάτων οφείλει να ενεργοποιηθεί προς αυτήν την κατεύθυνση. Ακόμη και οι δομές της κοινωνίας πολιτών, με τη συνεργασία της διανόησης, πρέπει να γίνει καταλύτης για την ανάπτυξη διαλόγου και στην κοινωνική βάση.
Ιδιαιτέρως σε αυτό το επίπεδο, πρέπει να γίνει πολλή δουλειά. Το άτομο-μέλος μιας τοπικής κοινωνίας, είναι δύσκολο νοητικά και συναισθηματικά να κατανοήσει και να εμπιστευθεί υπερεθνικά μορφώματα, όπως είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση, όταν δεν πορεύεται με ευρωπαϊκό όραμα και δεν έχει εμπειρία συνεύρεσης σε ανοικτές, πολυπολιτισμικές κοινωνίες για επαρκές χρονικό διάστημα, με άτομα προερχόμενα από άλλες χώρες και κουλτούρες. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μην αναπτύσσεται η ικανότητα της ενσυναίσθησης, η οποία θα συμβάλλει καθοριστικά στην κατανόηση των θέσεων, απόψεων και στάσεων των άλλων, ώστε να επέλθει και η προσέγγιση των κοινωνιών χωρίς τις αγκυλώσεις του παρελθόντος.
Η εποχή της μεγάλης πολιτισμικής ρευστότητας που ζούμε, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και είναι γεμάτη προκλήσεις. Το θέμα είναι να τις αντιμετωπίσουμε δυναμικά και με υπερβατική λογική.