Βουλευτικές εκλογές 21ης Μαϊου: Πρώτα στοιχεία

Σίμος Ανδρονίδης 02 Απρ 2023

Πριν από λίγες μόλις ημέρες, ο πρωθυπουργός και πρόεδρος του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκος Μητσοτάκης, ανακοίνωσε και επίσημα πως οι εκλογές θα διεξαχθούν στις 21 Μαϊου, λίγο προτού εκπνεύσει η θητεία της παρούσας κυβέρνησης.

Αυτές είναι οι πρώτες βουλευτικές εκλογές που θα διεξαχθούν τον Μάϊο μετά από μία δεκαετία και τις βουλευτικές εκλογές της 6ης Μαϊου του 2012, που εν προκειμένω, είχαν ως αποτέλεσμα την δραστική μεταβολή του κομματικού-πολιτικού ‘χάρτη’ όπως τον γνωρίζαμε μέχρι τότε.[1]  

Σε αυτό το πλαίσιο, δύναται να αναφέρουμε πως παρά το γεγονός πως η προεκλογική περίοδος έχει ξεκινήσει άτυπα και διεκόπη μετά το πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη για να ξαναρχίσει λίγο μετά, το προσεχές Πάσχα δεν θα αποτελέσει περίοδο περισυλλογής, όσο περίοδο πύκνωσης των ζυμώσεων και των προεκλογικών επαφών (κάτι παρόμοιο συνέβη και το 2012), και πρωτοβουλιών, με τις Εκκλησίες να μετατρέπονται συμβολικά και πολιτικά, σε οιονεί χώρους πραγματοποίησης αυτών των επαφών.

 Το θεωρητικό ενδιαφέρον εδώ έγκειται στο ότι οι λεκτικές και κυρίως οι σωματικές επαφές (δια της χειραψίας και του φιλικού χτυπήματος στην πλάτη),[2] θα είναι τόσο  πολλές, που κάποιος εύλογα μπορεί να σχηματίσει την εντύπωση πως η πανδημική κρίση και τα lockdowns δεν είναι παρά μία μακρινή ανάμνηση. Ένας ‘εφιάλτης’ από τον οποίο ‘επιτέλους, ξυπνήσαμε’ και ‘πορευόμαστε πλέον μπροστά.’

Οπότε, εκτιμούμε πως η επίδραση που μπορεί να έχει ο όποιος φόβος για την πανδημία και για την Covid-19 στην άσκηση της προεκλογικής εκστρατείας ενός υποψήφιου βουλευτή, θα είναι από ισχνός έως μηδαμινός.[3]

Δεν μπορεί να ειπωθεί όμως το ίδιο με ασφάλεια και σιγουριά, και για την πολιτική διαχείριση της πανδημικής κρίσης, η οποία θα αποτελέσει αντικείμενο πολιτικής κριτικής από τα κόμματα της αντιπολίτευσης[4] προς τη Νέα Δημοκρατία. Εάν δε, λάβει χώρα κάποια τηλεμαχία ανάμεσα στους πολιτικούς αρχηγούς, τότε το πιθανότερο είναι αυτό το ζήτημα να τεθεί και προσωπικά στον αρχηγό της  Νέας Δημοκρατίας Κυριάκο Μητσοτάκη.

Αναφερόμενοι σε μία διεξαγωγή τηλεμαχίας, ενός τηλεοπτικού-πολιτικού debate Αγγλιστί, μπορούμε να υπογραμμίσουμε πως ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του είναι, όχι οι παράλληλοι μονόλογοι, ούτε η μείωση, με την πάροδο των ετών,[5] της πιθανότητας διαμόρφωσης εκλογικής συμπεριφοράς με βάση το πως κρίνει και αξιολογεί ένας εκλογέας την εμφάνιση των πολιτικών αρχηγών (έχουμε κατά νου εδώ αναποφάσιστους ψηφοφόρους).

Αλλά, το ό,τι δεν αποτέλεσε ποτέ αντικείμενο συζήτησης για το πόσο τηλεγενής ή ‘τηλεοπτικός’ αντίστοιχα μπορεί να είναι ένας πολιτικός αρχηγός. Και λόγω εμφάνισης. Γιατί, είναι άλλο το να σχολιάζεται επειδή στέκει καλά απέναντι στην κάμερα, όπως συνέβη στο παρελθόν με τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα, και άλλο να σχολιάζεται λόγω της ομορφιάς του, όπως συνέβη με τον Τζον Κένεντι στις Ηνωμένες Πολιτείες, τη δεκαετία του 1960. Στις επικείμενες βουλευτικές εκλογές, δύναται να δούμε να λαμβάνει χώρα το ταυτόχρονο φαινόμενο της «αποδόμησης» και της «αναδόμησης των εκλογικών ταυτίσεων»,[6] σύμφωνα με τον Πάνο Σταθόπουλου.

Για παράδειγμα, μπορεί, λόγω κυρίως της ισχυρής κοινωνικής, πολιτικής και ψυχο-συναισθηματικής επίδρασης που είχε το δυστύχημα στα Τέμπη ένας ψηφοφόρος της Νέας Δημοκρατίας να λαμβάνει την απόφαση να μην ψηφίσει το κόμμα του, εγκαλώντας το για αδιαφορία και για ‘πολύ χαμηλές επιδόσεις’ στο πεδίο της μεταρρύθμισης του κράτους.

Όμως, σχετικά γρήγορα συνεπεία του υψηλού βαθμού κομματικής ταύτισης, της χρήσης συγκεκριμένων αφηγημάτων από τα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας, της ευδιάκριτης ανησυχίας ό,τι μπορεί η μη στήριξη του να στερήσει από την Νέα Δημοκρατία την αυτοδυναμία στις δεύτερες εκλογές, ο ψηφοφόρος μπορεί να αλλάξει εκ νέου την απόφαση του, προσφέροντας την ψήφο του στο ‘κόμμα του και αποκλείοντας όλα τα άλλα.’

Αναμένουμε να δούμε με μεγάλο ενδιαφέρον πως παράμετροι όπως ο χαμηλός βαθμός εμπιστοσύνης στους πολιτικούς θεσμούς, η «διαμόρφωση πολιτικών ευκαιριών»[7] για την ενίσχυση κομμάτων διαμαρτυρίας, η επένδυση στην αποχή και στο λευκό ως περισσότερο ελκτικές επιλογές από την ψήφιση ενός κόμματος, θα επηρεάσουν το εκλογικό αποτέλεσμα.

 

[1] Σε εκείνες τις πρώτες βουλευτικές εκλογές του Μαϊου του 2012 (ακολούθησαν εκείνες του Ιουνίου της ίδιας χρόνιας), οι Ανεξάρτητοι Έλληνες του Πάνου Καμμένου, πολιτικός σχηματισμός που είχε σχηματισθεί μόλις πριν από λίγους μήνες (τον Φεβρουάριο του 2012), όντας κατά βάση ένα ιδιαίτερο ‘προϊόν’ της δεύτερης και πιο οξείας φάσης της βαθιάς κοινωνικοοικονομικής και πολιτικής κρίσης, έπαιξαν το ρόλο του ‘μπαλαντέρ’ πετυχαίνοντας την εντυπωσιακή, για τα δεδομένα ενός νεότευκτου πολιτικού κόμματος, εκλογική επίδοση. Πιο συγκεκριμένα, οι Ανεξάρτητοι Έλληνες κατέλαβαν την τέταρτη θέση πίσω από το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα (ΠΑΣΟΚ), συγκεντρώνοντας το 10, 62% των ψήφων και υποσκελίζοντας το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδος. Το κόμμα κατάφερε να καταστεί (αυτό που φοβόταν το ΚΚΕ κατά τη διάρκεια των εκλογικών αναμετρήσεων της Μεταπολίτευσης, δηλαδή να υπερκερασθεί από ένα Αριστερό κόμμα συνέβη στις πρώτες βουλευτικές εκλογές του 2012/Μάλιστα, δεν ήσαν μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ το κόμμα που ξεπέρασε την εκλογική επίδοση του ΚΚΕ αλλά και οι Ανεξάρτητοι Έλληνες) και «πολυσυλλεκτικό», για να παραπέμψουμε στην ανάλυση της Βασιλικής Γεωργιάδου, «με ικανοποιητική εκλογική πρόσβαση στα μεσαία κοινωνικο-οικονομικά στρώματα έως και την εργατική τάξη», και επίσης, αρκούντως λαϊκιστικό, «με διείσδυση σε εκείνους που διαμαρτύρονται εναντίον του πολιτικού, κομματικού και κοινωνικού «κατεστημένου». Η υψηλή εκλογική του επίδοση απέτρεψε την περαιτέρω εκλογική ενίσχυση του ΣΥΡΙΖΑ, εκεί όπου το κόμμα πέτυχε, κάνοντας χρήση των κατάλληλων αφηγημάτων (το ό,τι ο Πάνος Καμμένος επένδυσε συμβολικούς-πολιτικούς πόρους σε ‘φορτισμένα’ αντι-Πασοκικά αφηγήματα, κάτι που δεν έκαναν πολιτικοί αρχηγοί όπως ο Θάνος Τζήμερος, είχε ως αποτέλεσμα να καταστούν ο ίδιος και το κόμμα του προνομιακοί αποδέκτες της διαμαρτυρίας ακόμη και παραδοσιακών ψηφοφόρων της Νέας Δημοκρατίας που στρέφονταν σε ένα άλλο κόμμα στα ‘Δεξιά’ της, για πρώτη φορά την περίοδο της Μεταπολίτευσης/Ή και για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια), αφενός μεν να διεισδύσει σε εκείνη την ενδιάμεση κατηγορία ψηφοφόρων, μέλη της οποίας ένιωσαν την ανάγκη να συμμετάσχουν σε κινητοποιήσεις διαμαρτυρίας, όπως το κίνημα των ‘Αγανακτισμένων’ δίχως όμως να αρκούνται σε αυτή την συμμετοχή και να αποδίδουν μεγάλη έμφαση στις κινητοποιήσεις ως παράγοντα αλλαγής του πολιτικού συστήματος, και, αφετέρου δε, να κερδίσει την υποστήριξη ατόμων που δεν είχαν ουδεμία σχέση με τις κινητοποιήσεις διαμαρτυρίας του προηγούμενου χρονικού διαστήματος, έχοντας όμως αποκτήσει ένα ευδιάκριτο ‘αντι-συστημικό’ προφίλ που προσελάμβανε τη Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ ως τις ‘δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.’ Οι Ανεξάρτητοι Έλληνες που εξέπεμπαν ένα έντονο εθνικο-λαϊκιστικό στίγμα, κατέστησαν κόμμα ‘μπαλαντέρ’ και γιατί απέτρεψαν, όχι μόνο το να λάβει ο ΣΥΡΙΖΑ ένα υψηλότερο εκλογικό ποσοστό, αλλά, και την Χρυσή Αυγή από το να πετύχει κάτι παρόμοιο. Βλέπε και, Γεωργιάδου, Βασιλική., ‘Η άκρα δεξιά και οι συνέπειες της συναίνεσης. Δανία, Νορβηγία, Ολλανδία, Ελβετία, Αυστρία, Γερμανία,’ Εκδόσεις Καστανιώτης, Αθήνα, 2008, σελ. 435.

[2] Ψηφοφόροι που γνωρίζουν χρόνια τον υποψήφιο, μπορούν να τον ασπάζονται στο μάγουλο, ευχόμενοι έτσι ‘καλή τύχη.’  

[3] Ακόμη και αν ένας υποψήφιος  βουλευτής μπορεί να φοβάται, έχοντας νοσήσει άσχημα από κορωνοϊό το προηγούμενο χρονικό διάστημα, εξέλιξη που τον ωθεί στο να κάνει χρήση ιατρικής μάσκας, είναι αρκετά πιθανό να προχωρήσει στην αφαίρεση της, εάν οι συνομιλητές του δεν φορούν μάσκα και κυρίως, εάν τον περιπαίξουν και τον ειρωνευτούν για το ό,τι αυτός φορά.

[4] Δεν διαφαίνονται αυτή τη φορά προϋποθέσεις ώστε ένα πολιτικό κόμμα να παίξει τον ρόλο ‘κρυφού μπαλαντέρ’ που έπαιξαν οι Ανεξάρτητοι Έλληνες στις εκλογές της 6ης Μαϊου του 2012. Μπορεί να παίξει έναν τέτοιο ρόλο η Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου, υποσκελίζοντας το ΚΚΕ και καταλαμβάνοντας αυτό την τέταρτη θέση; Δύσκολα είναι η απάντηση μας. Και για την ακρίβεια, πολύ δύσκολα. Η χαμηλή δυνατότητα του κόμματος να κινητοποιήσει ψηφοφόρους νεαρής ηλικίας, εν αντιθέσει με το ΚΚΕ που διαθέτει αυτή τη δυνατότητα λόγω και των οργανώσεων νεολαίας που διαθέτει, λόγω του ό,τι ο Γενικός Γραμματέας του Δημήτρης Κουτσούμπας έχει καταστεί, λόγω της συχνής παρουσίας του στη χιουμοριστική-σατιρική πλατφόρμα του ‘Luben’ και της επανάληψης της ατάκας ‘αλλά, αυτοί είστε,’ αντι-συμβατική και σίγουρα προσιτή φιγούρα κάνοντας ‘γκελ’ σε εκείνο το πλήρως μη κομματικοποιημένο κομμάτι της νεολαίας, ο εθνικο-λαϊκισμός του τύπου ‘θέλω να τους έχω όλους ικανοποιημένους’ χάριν της εθνικής ενότητας, η πιθανή έκφραση του ό,τι ο Παναγιώτης Κουστένης προσδιορίζει ως «αρνητική ψήφο», λόγω των αντιπαθειών που έχει ο Κυριάκος Βελόπουλος (το 2012 ο Πάνος Καμμένος ήσαν πολύ πιο αποδεκτός και συμπαθής από μερίδες συντηρητικών και όχι μόνο, ψηφοφόρων), η αδυναμία του να καταστεί ‘χρήσιμο κόμμα,’ αποτελούν κάποιους παράγοντες που θέτουν σημαντικά εμπόδια στο να αποτελέσει κόμμα ‘μπαλαντέρ.’ Βλέπε σχετικά, Κουστένης, Παναγιώτης, ‘Η ανάλυση και η σημασία της αρνητικής ψήφου,’ Εφημερίδα ‘Το Βήμα της Κυριακής,’ 26/03/2023, σελ. Α22. Μέχρι στιγμής πάντως, τις πιο καλά επεξεργασμένες θέσεις για ζητήματα που σχετίζονται με τα άτομα νεαρής ηλικίας, τις έχει το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, το οποίο έχει το πλεονέκτημα του ότι μπορεί να ‘πολιτευθεί’ προεκλογικά αξιοποιώντας στα social media,  το ‘κύμα’ νοσταλγίας για το Ανδρεοπαπανδρεϊκό ΠΑΣΟΚ.

[5] Μέχρι και τα μέσα περίπου της δεκαετίας του 1990, το debate ήσαν τελείως εκτός της εν Ελλάδι πολιτικής κουλτούρας, με το φόβο των πολιτικών αρχηγών και των επιτελείων τους (ιδίως των κομμάτων που διεκδικούν την κυβερνητική εξουσία) να μην εκτεθούν, να μην δουν το πολιτικό τους  κεφάλαιο να μειώνεται συνεπεία κάποιου λεκτικού-γλωσσικού λάθους, κάποιας μη υπολογισμένης απάντησης, να έχει ως αποτέλεσμα τα debate να στερούνται εδώ και καιρό λόγω ύπαρξης, θυμίζοντας περισσότερο τελετουργικά-αναμνηστικά shows που φέρνουν στο πως διεξάγονταν η πολιτική αντιπαράθεση στην Ελλάδα κάποτε. Στα 90’s, όταν ακόμη τα κοστούμια των πολιτικών αρχηγών ήσαν φαρδιά.

[6] Βλέπε σχετικά, Σταθόπουλος, Πάνος., ‘ΑΠΟΔΟΜΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΔΟΜΗΣΗ ΤΩΝ ΕΚΛΟΓΙΚΩΝ ΤΑΥΤΙΣΕΩΝ. Η ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΤΟΥ ΛΕΚΑΝΟΠΕΔΙΟΥ,’ στο: Βούλγαρης, Γιάννης., & Νικολακόπουλος, Ηλίας., (επιμ.), ‘2012: Ο διπλός εκλογικός σεισμός,’ Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα, 2014.

[7] Βλέπε και, Γεωργιάδου, Βασιλική., ‘Διαμόρφωση πολιτικών ευκαιριών για την εξτρεμιστική Δεξιά,’ στο: Βούλγαρης, Γιάννης., & Νικολακόπουλος, Ηλίας., (επιμ.), ‘2012: Ο διπλός εκλογικός σεισμός…ό.π.