Δεν έχει καμιά σημασία ότι ο μακελάρης της Σάντα Φε είναι ελληνικής καταγωγής. Όπως δεν είχε καμιά σημασία η καταγωγή των δεκάδων προηγούμενων μακελάρηδων που παίρνουν τα όπλα των γονιών τους – στα οποία είναι εκπαιδευμένοι – και σκορπίζουν τον θάνατο μέσα στα σχολειά τους δολοφονώντας αδιακρίτως φίλους, συμμαθητές, αθώα και ανυποψίαστα παιδιά.
Όσο κι αν υπερηφανευόταν γι αυτό – δεν είχε άραγε σημάνει συναγερμό στους οικείους του το φανελάκι με το οποίο εμφανιζόταν δημόσια; – ο Δημήτρης Παγουρτζής δεν ήταν γεννημένος δολοφόνος. Έγινε τέτοιος, όπως και η πλειοψηφία των ομοίων του, μεγαλώνοντας σε μια από τις συντηρητικές περιοχές της Αμερικής, όπου ο κάθε λογής ρατσισμός και η γοητεία των όπλων δημιουργούν τα κοινωνικά πρότυπα και διαμορφώνουν τον χαρακτήρα των νέων.
Είναι πραγματικά αντιφατικό, μια μεγάλη χώρα με τεράστια πρόοδο στην έρευνα και την τεχνολογία, με ζηλευτά υψηλό επίπεδο πανεπιστημίων που προσελκύει φοιτητές από όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη, να εξακολουθεί να αντιμετωπίζει παθητικά μια κατάσταση που ξεκληρίζει σχολεία και οικογένειες κάθε χρόνο. Ας θυμηθούμε μόνο τον ξεσηκωμό κατά του Ομπάμα, όταν τόλμησε να ψελλίσει κάτι για τον έλεγχο και τον περιορισμό της οπλοκατοχής. Κι ας σκεφτούμε επίσης την πρόσφατη παρότρυνση του Τραμπ, προς τους καθηγητές, να οπλοφορούν κι αυτοί για να αντιμετωπίσουν – να σκοτώσουν δηλαδή – τους αποφασισμένους δολοφόνους μαθητές τους.
Ας ελπίσουμε ότι, μετά και την χθεσινή τραγωδία, η φωνή του νέου δυναμικού κινήματος κατά της ανεξέλεγκτης οπλοφορίας θ’ ακουστεί ακόμα πιο δυνατή.