Η πολιτική, όπως είναι γνωστό από αρχαιοτάτων χρόνων, είναι σκληρό παιχνίδι στο οποίο δεν μπορείς να ορθοποδήσεις αν δεν υπηρετήσεις κάμποσες σκοπιμότητες. Για μια κυβέρνηση παράταιρης συνεργασίας σε μια παρατεταμένη περίοδο κρίσης –αυτή είναι η σημερινή κατάσταση στην Ελλάδα- η βασική σκοπιμότητα είναι η δι΄ αμοιβαίων υποχωρήσεων και κοινών τεχνασμάτων διατήρηση της δικής της συνοχής και της εν γένει πολιτικής σταθερότητας. Ως εδώ καλά. Μετά τον τελευταίο ανασχηματισμό, όμως, το τίμημα αρχίζει να γίνεται υπερβολικά βαρύ.
– Με το μάτι στις επερχόμενες «πολιτικές εξελίξεις» (δηλαδή μια αργή αλλά βέβαια πορεία προς εκλογές), υποχώρησε αισθητά η ποιότητα του κυβερνητικού σχήματος, δυσκολεύοντας το ήδη δύσκολο έργο συνδυασμού της ανάκαμψης με βαθιές μεταρρυθμίσεις
– Υπό την πίεση δημιουργίας εντυπώσεων, απαραίτητων ενόψει των «πολιτικών εξελίξεων», μετατέθηκε η κρίσιμη μεταβολή των σχέσεων με την τρόικα από το επίπεδο της ουσίας (οικοδόμηση αξιοπιστίας, αναδιαπραγμάτευση μέτρων που δεν αποδίδουν, αναπτυξιακή ώθηση) στο πεδίο της φιγούρας (δηλώσεις, ασκήσεις επί χάρτου, μετακινήσεις στο Παρίσι κλπ)
– Για λόγους ισορροπίας εσωτερικών δυνάμεων, χάθηκε η ευκαιρία πρότασης ενός προσώπου «από την Ευρώπη για την Ευρώπη» για την κρίσιμη θέση του Επιτρόπου. Αυτός που τελικά επελέγη (τι έγινε όμως η περίφημη λίστα των τριών υποψηφίων, την οποία υποτίθεται ότι έχει ζητήσει από όλες τις κυβερνήσεις ο κύριος Γιούνκερ;) είναι ένα πρόσωπο με άμεμπτα τυπικά προσόντα, πρώτο ανάμεσα στα οποία οι δημόσιες σχέσεις, ιδίως με τον Τύπο, αλλά χωρίς κανένα εχέγγυο και συμβολισμό γυρίσματος σελίδας.
Την ίδια στιγμή, τις ίδιες και μεγαλύτερες θυσίες στις δικές της σκοπιμότητες κάνει και η μείζων αντιπολίτευση:
– Αντί να εκμεταλλευθεί την αυξημένη, λόγω νεότητας και εκπροσώπησης ολόκληρης παράταξης στις ευρωεκλογές, δημοσιότητα του Προέδρου της στο εξωτερικό, επανήλθε αμέσως σε μια στην καλύτερη περίπτωση επαμφοτερίζουσα σχέση με την Ευρώπη και την Ένωση
– Αντί να προσανατολιστεί στην ουσία των αλλαγών –και, στην περίπτωση της, ιδίως των κοινωνικών αλλαγών- που χρειάζεται η χώρα και θα μπορούσε να δώσει μια «Αριστερή» κυβέρνηση στην πρώτη μεταμνημονική φάση, αναλίσκεται σε πυροτεχνήματα εξαιρετικά αμφίβολης θεσμικής νομιμότητας (αμφισβήτηση νομιμοποίησης της κυβέρνησης, «προγραφές» προσώπων, δημοψηφίσματα για θέματα που δεν τα «σηκώνουν», κατακεραυνώσεις νομοσχεδίων που δεν έχουν κατατεθεί ή έχουν αποσυρθεί, υπερασπίσεις «δημοσίων αγαθών» γενικά και αόριστα και όχι με βάση την κοινωνική χρησιμότητα τους)
– Αντί να ξεκινήσει, ενόψει προεδρικής εκλογής, ένα διάλογο ουσίας για νέες ενδεχομένως συνεργασίες, συγκλίσεις και αναζητήσεις, αναλίσκεται σε μέτρημα και ξαναμέτρημα των κοινοβουλευτικών κουκιών, συνεγελαζόμενη με πάσης φύσεως πολιτικά ανερμάτιστους και τυχοδιώκτες, στους οποίους, έτσι, προσφέρει ρόλο που δεν δικαιούνται, χωρίς, παράλληλα, να εξασφαλίζει το μαγικό αριθμό 120…
Με μια κυβέρνηση που φοβάται την ποιότητα και μια αντιπολίτευση που τρέμει τον εαυτό της, το φθινόπωρο προμηνύεται πολύ δύσκολο. Ευτυχώς που υπάρχει μπροστά μας το (καλό) καλοκαίρι.