Πριν από δύο περίπου μήνες, στο παιχνίδι της ΑΕΚ με τον Ηλυσιακό, οι οπαδοί της ομάδας σήκωσαν πανώ που έγραφε «Δούρου καριόλα, η ΑΕΚ πάνω απ όλα». Ήταν η απάντησή τους στις θέσεις της υποψήφιας του ΣΥΡΙΖΑ για την Περιφέρεια Αττικής σχετικά με το θέμα του γηπέδου της ομάδας. Δεν θυμάμαι να υπήρξε κάποια αντίδραση από κόμματα, πολιτικούς, δημοσιολογούντες, ούτε να ζητήθηκε κάποια συγνώμη από τη διοίκηση της ομάδας. Μόνο ένα σχόλιο στην lifo θυμάμαι.
Άλλωστε, όπως όλοι βεβαιωθήκαμε τώρα, δεν ήταν κάτι ακραίο. Οι χούλιγκανς την είπαν καριόλα, ο πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ Θόδωρος Πάγκαλος έκανε λόγο για «βρώμικη φάτσα» και την κάλεσε να εμφανιστεί με μπικίνι σε αφίσα «για να δούμε τι ψηφίζουμε – όλα τα κορμιά στην πίστα».
Αυτή τη φορά υπήρξαν κάποιες αντιδράσεις και καταγγελίες για σεξισμό, αλλά όχι σπουδαία πράγματα. Η κυβέρνηση που καταδικάζει τη βία απ όπου και αν προέρχεται δεν βρήκε κάτι να πει για τη λεκτική βία του Θόδωρου Πάγκαλου, ο τομέας γυναικών του ΠΑΣΟΚ έβγαλε μια μάλλον τυπική ανακοίνωση, ο Οδ. Κωνσταντινόπουλος το αποτίμησε εκλογικά λέγοντας ότι ο πρώην κορυφαίος του κόμματός του γίνεται χορηγός του ΣΥΡΙΖΑ και δεν έχει νόημα να καταγραφεί ποιος είπε τι ακριβώς, γιατί σοβαρή συζήτηση για την κατάντια του δημόσιου λόγου και τον εκχυδαϊσμό της πολιτικής δεν έγινε. Με άλλα λόγια, δεν υπήρξαν αντιδράσεις που να δείχνουν ότι το πολιτικό σύστημα το εννοεί πως δεν θα ανεχτεί άλλη κατρακύλα.
Είναι βαρετό να φλυαρεί κανείς για τη σημασία που έχει η καταπολέμηση των διακρίσεων κάθε είδους, ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της προσωπικότητας, η απομόνωση και η καταδίκη των τραμπούκων, η άμυνα απέναντι στον εκτσογλανισμό της κοινωνίας κατά τον όρο που εφηύρε το ΠΑΣΟΚ για να καταγγείλει τον ΣΥΡΙΖΑ. Είναι και αποκαρδιωτικό γιατί ο σεξισμός είναι παντού, στη βάση και στο εποικοδόμημα. Ακόμη κι αυτοί που τον καταγγέλλουν για λόγους πολιτικής ορθότητας, συμβαίνει να γελάνε με ανέκδοτα για ξανθές και να σχολιάζουν τις γυναίκες συναδέλφους τους περισσότερο για τα παπούτσια τους και την εμφάνισή τους, λιγότερο για όσα λένε και κάνουν.
Και τι νόημα έχει να θυμίσει κανείς τους αριθμούς που αφορούν την κακοποίηση των γυναικών και τις επιστημονικές έρευνες που αποδεικνύουν την «τραγωδία της γυναικείας χειραφέτησης», όπως το έχει περιγράψει η Εμμα Γκόλντμαν.
Αυτές τις μέρες ακούστηκαν πολλά «ναι μεν αλλά», ότι απαράδεκτος ο Πάγκαλος αλλά και η Αυγή τον λέει παχύδερμο, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει επιλεκτική ευαισθησία και δεν διαμαρτύρεται όταν βάλλονται με ανάλογο (;) τρόπο πολιτικοί του αντίπαλοι, ότι βουλευτές της αξιωματικής αντιπολίτευσης έχουν ενθαρρύνει λυντσαρίσματα, ότι-ότι-ότι…, για να βγει εμμέσως το συμπέρασμα ότι καλά της έκανε ή ότι το παρατράβηξε αλλά κατά βάθος δίκιο είχε.
Το θέμα του σεξισμού γενικά και ειδικά στη δημόσια ζωή είναι ταμπού. Αγγίζεται μόνο όταν δεν γίνεται να αποφευχθεί και προσχηματικά, τόσο-όσο. Η καλτσοδέτα, το τσόκαρο, η πιωμένη, η κυοφορούσα που δεν ολοκληρώνει, οι γυμνές φωτογραφίες στη φόρα, τελικά και μπουνιές σε ζωντανή μετάδοση – πόσες γυναίκες της πολιτικής έχουν να θυμούνται τέτοιου είδους αποκρουστικές επιθέσεις που προκάλεσαν χάχανα ανδρών αλλά και γυναικών, από αυτές που δεν έχουν συνείδηση φύλου και δημοκρατική κουλτούρα.
Δεν αναφέρω τα ονόματά τους για να μη φύγουν τα φώτα από την πρωταγωνίστρια των ημερών, την Ρένα Δούρου. Τελικά, αυτό που ήθελαν να της κάνουν οι φανατικοί της ΑΕΚ το κατάφερε ο Πάγκαλος. Πιο χούλιγκαν από τους χούλιγκανς. ‘