Δεν υπάρχει δεύτερη γνώμη για κάθε δημοκρατικά σκεπτόμενο πολίτη: η βία που κατ’ εξακολούθηση ασκείται στα Πανεπιστήμια από οργανωμένες μειοψηφίες που με το έτσι θέλω λειτουργούν στο όνομα της Πανεπιστημιακής κοινότητας είναι καταδικαστέα. Πρόκειται για φασίζουσες πρακτικές που εκθέτουν τους εμπνευστές τους οι οποίοι νομίζουν ότι μιλούν στο όνομα της Αριστεράς. Το ΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ καλύπτουν θεωρητικά την «ανυπακοή» και στην πράξη σέρνονται πίσω από την «ΑΝΤΑΡΣΙΑ» και τους αριστεριστές.
Μια καρικατούρα φοιτητικού κινήματος, τελείως απομονωμένη από τις πραγματικές αναζητήσεις και τις αγωνίες της νέας γενιάς δίνει τον τόνο και παράγει τραγελαφικά αποτελέσματα. Το ερώτημα παρά ταύτα είναι υπαρκτό: Γιατί αυτές οι πρακτικές αντιμετωπίζονται με αδιαφορία η με σιωπηλή αποστροφή από την μεγάλη πλειοψηφία της Πανεπιστημιακής κοινότητας;
Και δεν μιλάω για όσους έμαθαν τόσα χρόνια να συναλλάσσονται με τις μειοψηφίες και τους φοιτητοπατέρες για να διαιωνίζουν την δική τους εξουσία. Δεν αναφέρομαι πχ στον περίφημο Πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών που δυό φορές άφησε τους χώρους του ανυπεράσπιστους με φαιδρά επιχειρήματα. Αναφέρομαι στους άλλους, που καταλαβαίνουν και δεν μιλάνε. Είναι φόβος ή μήπως είναι η αδυναμία να συγκροτηθεί ένα μέτωπο λογικής ικανό να σαρώσει αντιδημοκρατικές πρακτικές; Φοβάμαι ότι είναι το δεύτερο. Και δείχνει τα όρια ενός εκσυγχρονισμού που προωθείται σχεδόν αποκλειστικά από τα πάνω, χωρίς να συγκροτεί ένα κοινωνικό μέτωπο και από τα κάτω. Δεν λέω ότι είναι εύκολο ( η εμπειρία 1996- 2004 δείχνει πόσο δύσκολο είναι) όμως δεν γίνεται αλλιώς. Αν δεν γίνει, αν δεν ανασυγκροτηθεί ο προοδευτικός χώρος ξεπερνώντας πρόσφατα τραύματα, από όλη την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση θα μείνει η κατάργηση του Ασύλου. Το Άσυλο προφανώς έτσι όπως είχε καταντήσει δεν είχε νόημα αλλά δεν μπορεί να εξαντλείται εκεί η μεταρρυθμιστική ορμή πράγμα που σφόδρα επιθυμεί η δεξιά και η άκρα δεξιά προβάλλοντας την κατάργηση του ως τον μόνο λόγο υπερψήφισης από μέρους τους του νόμου.
Είναι επείγον οι δυνάμεις της λογικής που διχάστηκαν πάνω στον νόμο να ξαναβρούν κοινό βηματισμό ώστε από κοινού να αντιμετωπίσουν τα πραγματικά προβλήματα του Πανεπιστημίου και να συγκροτήσουν στην πράξη ένα πλειοψηφικό μέτωπο λογικής.