Βερολίνο

Σταύρος Μ. Θεοδωράκης 27 Ιαν 2020

Η μη πρόσκληση της Ελλάδας στην διάσκεψη του Βερολίνου προκάλεσε ξανά στη χώρα αντιευρωπαϊκά και αντιγερμανικά αισθήματα.

Αισθήματα που δυστυχώς καλλιεργήθηκαν και από κυβερνητικούς παράγοντες και φιλικά προς την κυβέρνηση ΜΜΕ, με αποτέλεσμα να θεωρούνται πως  αποτελούν έκφραση της επίσημης κυβερνητικής αντίδρασης, ίσως και να είναι έτσι.

Λάθος επιλογή.

Μόλις λίγα μικρά βήματα προς την κατεύθυνση του ορθολογισμού έχει κάνει η χώρα και γυρνά ξανά πίσω.

Αν έτσι συνεχίσουμε θα οδηγηθούμε σε νέα αδιέξοδα.

Ήταν πράγματι μία βαριά διπλωματική ήττα η απουσία μας από την διάσκεψη, δεν είναι που, παρά την επιθυμία μας, δεν μας κάλεσαν, είναι που σκόπιμα μας απέκλεισαν.

Δεν δικαιούμαστε όμως να θυμώνουμε, δεν δικαιούμαστε να διαμαρτυρόμαστε, το λάθος ήταν και είναι δικό μας.

Οι δικές μας επιλογές στην εξωτερική πολιτική είναι που μας βγάζουν από το κάδρο, γιατί ήταν και είναι πολιτικές που δεν βλέπουν μακριά, γιατί ήταν και είναι συγκυριακές πολιτικές με το βλέμμα και την σκέψη στο εσωτερικό ακροατήριο. Είναι που έχουμε επιλέξει να είμαστε μέρος του προβλήματος και όχι μέρος της λύσης, εξηγούμαι:

Τα τελευταία πολλά-πολλά χρόνια η εξωτερική πολιτική μας προσπαθεί να πείσει τους ισχυρούς του πλανήτη για την γεωστρατηγική σημασία της χώρας μας. Αποτυγχάνουμε γιατί δεν φτάνουν τα λόγια, έργα χρειάζονται.
Να θυμίσω μόνο πως το κυβερνών κόμμα δεν υπερψήφισε στην τελευταία Βουλή την διεύρυνση του ΝΑΤΟ με τη συμμετοχή της Βόρειας Μακεδονίας.

Εξετάζουμε τις διεθνείς εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή μας πάντα υπό το πρίσμα των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
Αυτό κανέναν άλλον δεν ενδιαφέρει, κανέναν δεν κινητοποιεί.

Έχουμε την πεποίθηση πως προκειμένου να αντιμετωπίσουμε το νέο κύκλο επιθετικότητας της Τουρκίας το βασικό που χρειαζόμαστε είναι να οικοδομήσουμε νέες συμμαχίες ή ενταχθούμε σε άξονες με ανταγωνιστικά προς την Τουρκία συμφέροντα.
Λυπάμαι αλλά αυτές οι πολιτικές τροφοδοτούν το διπλωματικό οπλοστάσιο της Τουρκίας, εντείνουν το διαχρονικό αίσθημα αποκλεισμού που ιστορικά την διακατέχει και αυτό αυξάνει την επιθετικότητά της. Ας το έχουμε υπόψη

Επιχειρούμε διαρκώς να αναδειχθούμε ο προνομιακός σύμμαχος των ΗΠΑ στην περιοχή. Φρούδες ελπίδες, αυτό δεν θα συμβεί ποτέ εκτός και αν το επιδιώξει η Τουρκία.
Ακόμα χειρότερο σε αυτό το πλαίσιο έχουμε υποβαθμίσει τις σχέσεις μας με τη Ρωσία την ώρα που είναι φανερή η πρόθεση απόσυρσης των ΗΠΑ από τη διεθνή σκηνή.

Έχουμε την εδραία πεποίθηση ότι εφόσον είμαστε χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα προβλήματα μας είναι αυτομάτως και ευρωπαϊκά και απαιτούμε αλληλεγγύη και πως οι απόψεις μας οφείλουν να γίνονται αυτομάτως σεβαστές από τους εταίρους μας.
Είναι μόνο δική μας αυτή πεποίθηση όσο κι αν αυτό ενοχλεί.
Για να λαμβάνονται υπόψη οι ελληνικές θέσεις πρέπει να πείσουμε πως η εξωτερική μας πολιτική έχει συνολική θέαση των προβλημάτων στην ευρύτερη περιοχή και πως αποτελεί μέρος της ειρηνικής διευθέτησης τους.

Στην περίπτωση της Λιβύης ας μην το κρύβουμε, η εικόνα που έχουμε δώσει είναι πως η Ελλάδα «ανακάλυψε» την Λιβυκή κρίση λόγω του Τουρκολιβυκού μνημονίου και όχι επειδή αυτή η κρίση είναι μια ανοιχτή πληγή στην περιοχή μας.
Φτάσαμε μάλιστα να απειλήσουμε με βέτο κάθε πολιτική λύση για τη Λιβύη αν δεν «δικαιωθούμε».

Θα κλείσω την μικρή αναφορά στις αβελτηρίες της εξωτερικής μας πολιτικής με μερικά ερωτήματα:  

Πως που και πότε ανακαλύψαμε τον στρατηγό Χαφτάρ;
Μας αρκεί που είναι ενάντια στο Τουρκολιβυκό  μνημόνιο για να τον υιοθετήσουμε;
Ξεχνάμε πως είναι αυτός που προκαλεί τις πολεμικές συγκρούσεις με την αναγνωρισμένη από τον ΟΗΕ κυβέρνηση της Λιβύης:
Δεν έχουμε ακούσει πως αυτό που επιδιώκει είναι να γίνει Καντάφι στη θέση του Καντάφι;

Είναι αυτή η εξωτερική πολιτική, πολιτική με βάθος πεδίου, πολιτική που γεννά αξιοπιστία και προκαλεί σεβασμό;

Η προγονοπληξία που χαρακτηρίζει την πολιτισμική και πολιτική ζωή της χώρας φοβάμαι πως διακατέχει και την εξωτερική πολιτική της και ίσως αυτό εξηγεί σε κάποιο βαθμό καταστάσεις και νοοτροπίες.

Η «αίσθηση παρελθόντος», πως όλοι οφείλουν στην ελληνική κληρονομιά που υφίσταται εδώ και τρείς χιλιάδες χρόνια, πρέπει να πάψει να αποτελεί συστατικό στοιχείο τουλάχιστον της εξωτερικής πολιτικής μας.

Είναι αλήθεια πως αυτή η αίσθηση είχε ως αποτέλεσμα την ίδρυση του Ελληνικού κράτους
Διακόσια χρόνια μετά επείγει να αντιληφθούμε πως τα πράγματα έχουν αλλάξει

Η εξωτερική πολιτική είναι καταστροφικό να ρυθμίζεται από την εσωτερική πολιτική επικαιρότητα, τη συγκυρία και τα εθνικά στερεότυπα.

Η εξωτερική πολιτική πρέπει να είναι ένα καλά δομημένο σύνολο μελετημένων τακτικών κινήσεων ως αποτέλεσμα του διαχρονικού εθνικού στρατηγικού σχεδιασμού.
Χρειάζεται να υπάρξει και αυτό αφορά τους Κυβερνήτες μας και όσους φιλοδοξούν να μας κυβερνήσουν.

Η εξωτερική πολιτική απαιτεί αξιοπρέπεια, σοβαρότητα και αξιοπιστία.
Χρειάζεται να ανακτηθούν και αυτό μας αφορά όλους.