Σε αυτές τις εκλογές τα πραγματικά πολιτικά συμπεράσματα για την Κεντροαριστερά δεν βγήκαν τόσο από τις ευρωπαϊκές όσο από τις δημοτικές εκλογές. Και δεν είναι καθόλου αισιόδοξα.
Οπου λαλούν πολλοί κοκόροι. Σε κάθε δήμο ο ελάχιστος αριθμός «ΠΑΣΟΚογενών» συνδυασμών ήταν τρεις. Συχνά το επίσημο χρίσμα δεν το είχε κανείς -πού να τολμήσουν οι τοπικές επιτροπές να επιλέξουν-, ενώ σε πολλές περιπτώσεις οι συνδυασμοί επέλεγαν να αυτοχαρακτηρίζονται ανεξάρτητοι, παρότι ο κόσμος το είχε τούμπανο…
Η εξήγηση δεν είναι δύσκολη. Η εποχή που το κομματικό χρίσμα εξασφάλιζε την εκλογή έχει πια περάσει. Σήμερα ισχύει ενδεχομένως και το αντίθετο. Ετσι δεν υπάρχει τίποτα που να βάζει φραγμό στις προσωπικές φιλοδοξίες. Ο καθένας για τον εαυτό του.
Κακό χωριό τα λίγα σπίτια, και μάλιστα με την κυριολεκτική έννοια της παροιμίας. Αν συνομιλούσε κανείς με τους υποψηφίους, ανακάλυπτε συνήθως ότι πίσω από κάθε πολιτική αντιπαράθεση υπήρχε και μια προσωπική βεντέτα που στα λεγόμενά τους έπαιρνε τις διαστάσεις μιας ασυγχώρητης «προδοσίας».
Κι αυτό κατανοητό. Υστερα από τόσα χρόνια στην εξουσία οι κομματικές ίντριγκες και οι μάχες του παρασκηνίου έχουν συσσωρεύσει πολύ βρώμικο αίμα.
Και μάλιστα από τη βάση έως την κορυφή. Γιατί βέβαια τα προσωπικά αποτελούν τη σοβαρότερη τροχοπέδη και για τη συμπόρευση των ηγετικών στελεχών – σε όλες τις κλίμακες της ηγεσίας. Το «εγώ δεν μετέχω αν είναι αυτός» έχει καταντήσει ανέκδοτο. Μαζί έχει εμφανιστεί και ο «ναρκισσισμός των μικρών διαφορών» ή διαφορετικά η «γοητεία της παραγράφου». Στελέχη που αρνούνται να συνομιλήσουν μεταξύ τους, επικαλούμενα ανύπαρκτες ή παντελώς αδιάφορες ή προσχηματικά διογκωμένες πολιτικές διαφορές.
Οχι ότι δεν υπάρχουν. Τόσο σε θέσεις όσο κυρίως στην αντίληψή τους για την πολιτική, στο πώς και αν αντιλαμβάνονται την ανάγκη μεταρρυθμίσεων, στη σχέση τους με τις γνωστές πελατειακές πρακτικές. Για μια παράταξη όμως που για χρόνια η δύναμή της ήταν η ικανότητά της να συσπειρώνει διαφορετικά μεταξύ τους ιδεολογικά και πολιτικά ρεύματα τέτοιες επικλήσεις ακούγονται μάλλον υποκριτικές. Πόσω μάλλον αν αναλογιστεί κανείς για πόσα χρόνια συνυπήρχαν ποιοι με ποιους…
Εχει υποστηριχθεί πως η ανάγκη για επιβίωση θα υποχρεώσει τελικά την Κεντροαριστερά να συνεργαστεί μεταξύ της. Η επιβίωση τίνος όμως; Γιατί είναι φανερό πως υπάρχουν πολλοί που την επιβίωση την αντιλαμβάνονται όχι με όρους παράταξης, αλλά με προσωπικούς καθαρά όρους: ποιος μπορεί να ικανοποιήσει τις φιλοδοξίες ή τη ματαιοδοξία τους. Εως τότε θα συνεχίσουμε να έχουμε ασυμφιλίωτες βεντέτες αλλά και Κιγκινάτους που συνομιλούν με την Ιστορία. Οι υπόλοιποι ας προσπαθήσουμε να συνομιλήσουμε μεταξύ μας.