Το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου έδειξε ότι ένας λανθάνων αντιευρωπαϊσμός πλειοψηφεί σε όλους τους νομούς της χώρας. Αριστεροί και δεξιοί συντηρητισμοί συγκλίνουν σε εθνικολαϊκισμό που διεγείρεται με την ιδέα της ελληνικής πολιτιστικής εξαίρεσης, νιώθοντας σαν ξένο σώμα μέσα στο ευρωπαϊκό πολιτιστικό χαρμάνι.
Αυτή η, προς το παρόν, ηγεμονεύουσα ιδεολογία δόνησε μια «βαθιά Ελλάδα» που ψήφισε ανορθολογικά, σε προφανή αντίθεση με τα συμφέροντά της. Αγρότες πρωταγωνίστησαν στο «όχι» παραβλέποντας τις κοινοτικές αγροτικές επιδοτήσεις, τουριστικοί υπάλληλοι αγνόησαν τον κίνδυνο απώλειας Ευρωπαίων πελατών, ηλικιωμένοι και ασθενείς αψήφησαν την απειλή έλλειψης φαρμάκων, γονείς δεν ανησύχησαν για τα παιδιά τους που σήμερα σπουδάζουν ή εργάζονται ισότιμα στην Ευρώπη.
Ο λαός αρνείται επίμονα να καταλάβει τι έφταιξε. Η ομολογία «μαζί τα φάγαμε» λουφάζει στο νεοελληνικό υποσυνείδητο. Κατηγορώντας πολιτικούς, εργολάβους ή λαδωμένους υπαλλήλους ως προφανείς ενόχους, πολλοί «ξεχνούν» ότι και οι ίδιοι επωφελήθηκαν από τη χρόνια σπατάλη. Ο μισθός, η σύνταξη, η επαγγελματική αμοιβή, η πρόσοδος από ακίνητο υπερέβησαν τις δυνατότητες της οικονομίας, η φοροδιαφυγή αύξησε την ανισορροπία εσόδων-εξόδων, η ψήφος στον βουλευτή ή τον δήμαρχο εξαργυρώθηκε από το πελατειακό σύστημα.
Ελάχιστοι δέχονται ότι η σαθρή οικονομία έφερε τα μνημόνια και όχι το αντίθετο. Επομένως, βολεύει η ερμηνεία πως η Ευρώπη δεν είναι αρκετά καλή και επιδιώκει να ταπεινώσει τη χώρα. Ο εθνικολαϊκισμός κατασκεύασε μια κίβδηλη εθνική αξιοπρέπεια που γενικώς απειλείται. Πιστό στη γραμμή αυτή, το κοινό λατρεύει υπουργούς με μαφιόζικο στιλ και αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά.
Οι ελληνικές καρδιές δεν αγαπάνε λειτουργούς με ευγενικό όραμα όπως ο Γιούνκερ, ικανούς τεχνοκράτες με εξαίρετη αίσθηση της πολιτικής όπως ο Ντράγκι, μορφωμένους πολιτικούς Βορρά και Νότου που ευσυνείδητα υπηρετούν τα συμφέροντα των χωρών τους και της Ευρώπης.
Στο δημοψήφισμα ξεχώρισε η αρνητική ψήφος των νέων. Μια γενιά βυθισμένη σε ανεργία και απαισιοδοξία, διαμορφωμένη από ένα εκπαιδευτικό σύστημα που παράγει στρατιές ημιμαθών χωρίς προοπτική. Η πλειονότητα χάνει την ευκαιρία να εμπνευστεί θετικά από τη συναρπαστική σύγχρονη πραγματικότητα του παγκόσμιου ιστού, των επιστημονικών επιτευγμάτων, του διεθνούς πολιτισμού. Εξάλλου, το πιο φιλόδοξο και προοδευτικό κομμάτι αυτής της γενιάς, η πνευματική ηγεσία της, φεύγει στο εξωτερικό για σπουδές ή εργασία.
Μερικοί, αγανακτισμένοι και χαμένοι μέσα στη χώρα τους, αναζητούν εναγωνίως ταυτότητα και στρέφονται στους εθνικούς μύθους. Σέρνονται σε εθνική εσωστρέφεια, παρελθοντολαγνεία, χουλιγκανική πολιτική και τσαμπουκά. Αλλοι έλκονται από αναπαλαιωμένες αντισυστημικές ιδέες, παράγωγα της Πρωτοβουλίας της Γένοβας και άλλων ανάλογων διεθνών κινητοποιήσεων. Συνθήματα και ρηχές αναλύσεις που οδηγούν σε αδιέξοδα.
Επανάσταση δεν γίνεται χωρίς σοβαρή και συγκροτημένη θεωρητική θεμελίωση. Οι μεγάλες κοινωνικές εξεγέρσεις των τελευταίων αιώνων, όπως η Γαλλική Επανάσταση, οι σοσιαλιστικές επαναστάσεις ή οι ανατροπές της δεκαετίας του ’60, ανεξάρτητα από την τελική τους έκβαση, στηρίχτηκαν σε στέρεα θεωρητικά θεμέλια: Διαφωτισμό, Μαρξισμό, Ψυχανάλυση. Στον τόπο όμως όπου γεννήθηκε η φιλοσοφία, ούτε η σχολική εκπαίδευση ούτε το οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον ωθούν τα νεανικά πνεύματα να ανοίξουν σε καινούργιες παγκόσμιες ιδέες.
Αντίθετα, τα φορτίζουν με μύθους περί μεγαλείου και πολεμικής αρετής της φυλής, τα δεσμεύουν στην ανάδελφη ορθόδοξη ιδιαιτερότητα της Ελλάδας και τα εγκλωβίζουν σε μοντέλα κλειστής επαρχιώτικης κοινωνίας. Οι περισσότεροι νέοι αφελώς αγνοούν ότι στο τέρμα του δρόμου του εθνικολαϊκισμού και της στείρας αγανάκτησης ελλοχεύουν ακόμα περισσότερη οικονομική υποβάθμιση και ακραίες καταστάσεις. Η ανιστόρητη πεποίθησή τους ότι «χειρότερα δεν υπάρχουν» διαψεύδεται συνεχώς από την αδήριτη πραγματικότητα.
Οταν ένας λαός συνεχώς θυμώνει και παραμυθιάζεται, δύσκολα θα αξιοποιήσει το κριτήριο της πραγματικότητας. Μέχρι τώρα, για όλα έφταιγαν τράπεζες, δημοσιογράφοι και πολιτικοί. Τι αποκαλύπτουν όμως στον αντικειμενικό παρατηρητή οι εξελίξεις των τελευταίων εβδομάδων; Οτι οι τράπεζες είναι μηχανισμός απολύτως αναγκαίος για την αποδοτική λειτουργία της πολιτισμένης κοινωνίας μας.
Οτι οι δημοσιογράφοι, δουλεύοντας επί εβδομάδες χωρίς ωράρια και αργίες, ανταποκρίθηκαν με επάρκεια στη δίψα του κόσμου για συνεχή πληροφόρηση. Οτι η χώρα γαντζώθηκε απεγνωσμένα από Ελληνες και ξένους πολιτικούς, που, κρατώντας αξιοσημείωτα ενωτική στάση, αφιέρωσαν άπειρο χρόνο σε ατέλειωτες συνεδριάσεις, για να διαμορφωθούν πολύπλοκοι συμβιβασμοί και να αναχαιτιστεί μια κατάρρευση για την οποία τουλάχιστον οι περισσότερες από τις 18 χώρες δεν ευθύνονται καθόλου.