Αυτό που συνέβη στην Ουάσινγκτον συμβαίνει σε όλο τον κόσμο

Cas Mudde 09 Ιαν 2021

Ακροδεξιοί επιχείρησαν να εισβάλουν σε κοινοβούλια και κυβερνητικά γραφεία τα τελευταία χρόνια στη Γερμανία, την Ουγγαρία και την Ολλανδία. Μια εξαιρετική ανάλυση του Mudde μετά την εισβολή των ακροδεξιών στο Καπιτώλιο.Ο Mudde τοποθετεί τα πρόσφατα γεγονότα σ ένα ευρύτερο πλαίσιο, επισημαίνοντας ότι παρόμοιοι βανδαλισμοί από ακροδεξιούς έχουν γίνει και σε άλλες χώρες.Κοινό χαρακτηριστικό σε όλες τις χώρες για αυτή την αποθράσυνση της ακροδεξιάς είναι η ενδοτικότητα των καθιερωμένων συντηρητικών κομμάτων που είτε υιοθετούν είτε αρνούνται να αντιταχθούν στην ακροδεξιά ατζέντα.

Ο Mudde χαρακτηριστικά επισημαίνει ότι «καθώς η ακροδεξιά ενθαρρύνθηκε ολοένα και περισσότερο, και έγινε βίαιη, η κυρίαρχη δεξιά έγινε ολοένα και πιο φοβισμένη».Τονίζει επίσης ότι «ήρθε, λοιπόν, η ώρα οι φιλελεύθεροι δημοκράτες δημοσιογράφοι, πολιτικοί και αναλυτές τελικά να δουν την ακροδεξιά όπως είναι: μια απειλή για τη φιλελεύθερη δημοκρατία». Αυτή η επισήμανση δείχνει ότι η διχοτομία ανάμεσα στους εχθρούς της φιλελεύθερης δημοκρατίας και στους υπερασπιστές της θα είναι το κυρίαρχο πολιτικό επίδικο στα επόμενα χρόνια.

Πέτρος Παπασαραντόπουλος



Μόλις μία μέρα μετά που οι μαύρες γυναίκες, και πάλι, προστάτεψαν την αμερικανική δημοκρατία στη Τζόρτζια, οι λευκοί άνδρες επιτίθονταν στο ίδιο το σύμβολο αυτής της δημοκρατίας στην πόλη της Ουάσινγκτον. Η πρώτη επίθεση στην πραγματικότητα ξεκίνησε από μέσα, από μια ομάδα Ρεπουμπλικανών γερουσιαστών και βουλευτών, που αμφισβήτησαν τη νίκη του Τζο Μπάιντεν στις προεδρικές εκλογές. Η δεύτερη επίθεση ξεκίνησε από έξω, ως συλλαλητήριο υπέρ του Τραμπ και της εκστρατείας «Stop the Steal», και τελείωσε μέσα, με έναν όχλο ακροδεξιών διαδηλωτών που πέρασαν τον εκπληκτικά αδύναμο αστυνομικό κλοιό και εισέβαλαν παράνομα στο αμερικανικό Καπιτώλιο.


Μελετάω τη διεθνή ακροδεξιά σχεδόν τριάντα χρόνια και ποτέ δεν την είδα τόσο ενθαρρυμένη όσο τα τελευταία χρόνια. Για να είμαι σαφής, αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με τον Τραμπ ή τις ΗΠΑ. Μόλις πέρσι, κυρίως ακροδεξιοί διαδηλωτές κατά των εμβολίων προσπάθησαν να εισβάλουν στο Reichstag[1], το γερμανικό κοινοβούλιο, και επίσης αντιμετώπισαν εντυπωσιακά αδύναμη αστυνομική αντίσταση. Και στην Ολλανδία, εξαγριωμένοι αγρότες[2], συχνά με επικεφαλής την ακροδεξιά Δύναμη Άμυνας των Αγροτών, καταστρέφουν κυβερνητικά γραφεία και απειλούν πολιτικούς από το 2019. Ακόμα παλαιότερα, το 2006, ακροδεξιός όχλος εισέβαλε στο ουγγρικό κοινοβούλιο και έδινε μάχη με την αστυνομία για εβδομάδες στους δρόμους της Βουδαπέστης[3] – ήταν από πολλές απόψεις η έναρξη της ριζοσπαστικοποίησης και η επιστροφή στην εξουσία του σημερινού πρωθυπουργού Βίκτορ Ορμπάν.


Πώς και γιατί φτάσαμε σε αυτό το σημείο; Πρώτα από όλα, μέσω μιας μακράς διαδικασίας δειλίας, αποτυχιών και κοντόφθαλμου καιροσκοπισμού της κυρίαρχης δεξιάς. Ήδη το 2012, μετά τη θανάσιμη τρομοκρατική επίθεση σε ένα ναό Σιχ στο Ουισκόνσιν, από έναν γνωστό νεοναζί, έγραψα[4]: «Θα πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψη την εξτρεμιστική ρητορική που προέρχεται από τους αποκαλούμενους νομοταγείς πατριώτες». Συμβούλεψα τους Ρεπουμπλικανούς ηγέτες να «είναι προσεκτικοί στην επιλογή της παρέας και των υπαινιγμών τους». Ωστόσο, συνέβη το αντίθετο: οι ακροδεξιές ιδέες και οι άνθρωποι εισέβαλαν στην κυρίαρχη πολιτική τάση αντί να εξοστρακιστούν.


Και σε πολλά άλλα πράγματα, ο Ντόναλντ Τραμπ[5] υπήρξε σημαντικός καταλύτης αυτής της διαδικασίας, αλλά δεν είναι αυτός που την ξεκίνησε. Η ριζοσπαστικοποίηση της αμερικανικής δεξιάς προϋπήρχε του Τραμπ για δεκαετίες. Προϋπήρχε ακόμα και του Tea Party, που κατά κύριο λόγο βοήθησε στο να βρεθεί η ακροδεξιά στον επίκεντρο του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Προφανώς, ο ρατσισμός και οι πολιτικοί υπαινιγμοί είναι βασικό στοιχείο του κόμματος από την έναρξη της διαβόητης Νότιας Στρατηγικής (Southern Strategy) τη δεκαετία του 1970, που έφερε λευκούς Νότιους στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, αλλά πηγαίνει και πέρα από αυτό. Η ριζοσπαστικοποίηση δεν είναι απλώς ιδεολογική, είναι αντισυστημική.


Τις τελευταίες δεκαετίες οι δεξιοί πολιτικοί και αναλυτές καιροσκοπικά υποθάλπουν το ακροδεξιό εκλογικό σώμα ορίζοντάς το ως «τον αληθινό λαό» και διακηρύσσοντας ότι αυτή η ηχηρή μειοψηφία είναι μια σιωπηλή πλειοψηφία που έχει θυματοποιηθεί. Ενώ αυτό και πάλι είναι μια ευρύτερη διαδικασία, έχει χρησιμοποιηθεί πολύ έντονα στις ΗΠΑ, όπου ενισχύεται από ένα αναπτυσσόμενο «συντηρητικό» δίκτυο μέσων ενημέρωσης, από το  talkRADIO μέχρι το Fox News, καθώς και την ακόμα εκπληκτική υποδομή της εκκλησιαστικής δεξιάς. Ήταν τόσο επιτυχημένο που, ήδη πριν να κερδίσει την προεδρία ο Τραμπ, η πλειονότητα των λευκών Ευαγγελιστών[6] πίστεψε ότι «η διάκριση κατά των λευκών είναι τώρα εξίσου σημαντική όσο η διάκριση κατά των μη λευκών». Έναν χρόνο αργότερα, μια δημοσκόπηση[7] βρήκε ότι μια πλειοψηφία λευκών Ευαγγελιστών πίστευε ότι γίνονται περισσότερες διακρίσεις εναντίον της παρά εναντίον των μουσουλμάνων στις ΗΠΑ.


Ο λόγος της «λευκής θυματοποίησης» δεν είναι όμως πλέον μόνο ακροδεξιό φαινόμενο. Κάθε φορά που οι ακροδεξιές επιτυχίες ξαφνιάζουν τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης και την πολιτική, υπερβάλλουν, και περνούν από την αποκήρυξη ή την αγνόηση «των ρατσιστών» στην υπεράσπιση ή ακόμα και την εξύμνησή τους. Εδώ και χρόνια, δημοσιογράφοι και πολιτικοί υποβιβάζουν τη σημασία του ρατσισμού και προωθούν το αφήγημα του «οικονομικού άγχους». Οι ρατσιστές έγιναν «αυτοί που μένουν πίσω» ή απλά «ο λαός» – ακόμα και σε χώρες όπου η ακροδεξιά δεν ξεπερνάει ποτέ το 10% της εθνικής ψήφου.

Αναμφίβολα, κάποιοι δεξιοί πολιτικοί και αναλυτές πραγματικά πιστεύουν την προπαγάνδα τους, αλλά η μεγάλη πλειονότητα γνωρίζει πολύ καλά ότι το ακροδεξιό εκλογικό σώμα αποτελεί μόνο μια μειοψηφία και ότι οι λευκοί άνθρωποι –είτε Ευαγγελιστές είτε όχι– δεν αντιμετωπίζουν σε καμιά περίπτωση τις διακρίσεις που αντιμετωπίζουν οι μουσουλμάνοι ή άλλοι μη λευκοί και μη χριστιανικές ομάδες. Και αν δεν το πιστεύουν, τότε κάντε τους αυτή την ερώτηση: Πιστεύετε πραγματικά ότι αυτοί οι διαδηλωτές θα κατάφερναν να μπουν στο Καπιτώλιο αν ήταν Αφροαμερικανοί ή μουσουλμάνοι;


Οι περισσότεροι πολιτικοί και αναλυτές πιθανώς αρχικά υπέθαλπαν αυτές τις ομάδες για καιροσκοπικούς λόγους, ελπίζοντας να κερδίσουν την ακροδεξιά στήριξη. Όμως καθώς η ακροδεξιά ενθαρρύνθηκε ολοένα και περισσότερο, και έγινε βίαιη, η κυρίαρχη δεξιά έγινε ολοένα και πιο φοβισμένη. Πολλοί πολιτικοί της κυρίαρχης τάσης και άλλες ελίτ δεν τολμούν πλέον να μιλήσουν φανερά κατά της ακροδεξιάς, επειδή φοβούνται ότι απειλούνται προσωπικά και πολιτικά από τον όχλο της.


Η ολοένα και πιο τολμηρή και ανοικτή πολιτική βία των ακροδεξιών συμμοριών και του όχλου θα πρέπει να είναι μια προειδοποίηση για όλους αυτούς που την υποκινούν, ή την διαδίδουν. Δεν την ελέγχετε. Αυτή σας ελέγχει. Και ενώ αυτές οι συμμορίες δεν εκπροσωπούν το ευρύτερο τμήμα του πληθυσμού που έχει ακροδεξιές απόψεις ή υποστηρίζει ακροδεξιούς υποψήφιους και κόμματα, ουσιαστικά έχουν παρόμοια κοσμοθεωρία. Και σε αυτήν δεν υπάρχει χώρος για διαφοροποίηση ή συμβιβασμό. Είσαι είτε σύμμαχος, με τους δικούς τους όρους, είτε εχθρός. Δεν υπάρχει έλεος για τους εχθρούς, ούτε και για τους πρώην συμμάχους. Απλά ρωτήστε τον Κυβερνήτη της Τζόρτζια Brian Kemp ή τον υπουργό Εσωτερικών Brad Raffensperger.


Ήρθε, λοιπόν, η ώρα οι φιλελεύθεροι δημοκράτες δημοσιογράφοι, πολιτικοί και αναλυτές τελικά να δουν την ακροδεξιά όπως είναι: μια απειλή για τη φιλελεύθερη δημοκρατία. Μια μεγάλη απειλή, σίγουρα, αλλά επίσης μια απειλή μπορεί να πετύχει μόνο με τη σιωπηλή βοήθεια της κυρίαρχης πολιτικής, είτε από καιροσκοπικούς συνασπισμούς είτε από δειλές μη αντιδράσεις. Δεν βρισκόμαστε στη δεκαετία του 1930. Σήμερα, η μεγάλη πλειονότητα των Αμερικανών και των Ευρωπαίων υποστηρίζει τη φιλελεύθερη δημοκρατία. Όμως έχουν γίνει η σιωπηλή πλειοψηφία, που ολοένα και περισσότερο αγνοείται και δεν προστατεύεται από τους εκπροσώπους της.


Ήρθε η ώρα να ορθώσουμε το ανάστημά μας απέναντι στην ακροδεξιά και να υπερασπιστούμε τη φιλελεύθερη δημοκρατία. Ήρθε η ώρα να αποκηρύξουμε τον ρατσισμό και τον μη δημοκρατικό λόγο και τις συμπεριφορές της ακροδεξιάς. Και ήρθε η ώρα σαφώς και ανοικτά να απορρίψουμε το τοξικό αφήγημα της λευκής θυματοποίησης. Βέβαια, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε τον αγώνα τμημάτων του λευκού πληθυσμού, κυρίως των αγροτών και των εργαζομένων, αλλά όχι εις βάρος του μη λευκού πληθυσμού ή της φιλελεύθερης δημοκρατίας.

 

 

Το πρωτότυπο άρθρο εδώ:

https://www.theguardian.com/commentisfree/2021/jan/07/what-happened-in-washington-dc-is-happening-around-the-world

 


[1] Δες στο https://www.theguardian.com/world/video/2020/aug/31/german-coronavirus-protesters-attempt-to-storm-reichstag-video

[2] Περισσότερα στο https://en.wikipedia.org/wiki/Dutch_farmers_protests

[3] Περισσότερα στο https://en.wikipedia.org/wiki/2006_protests_in_Hungary

[4] Δες στο https://www.opendemocracy.net/en/americas-new-revolutionaries/

[5] Περισσότερα στο https://www.theguardian.com/us-news/donaldtrump

[6] Περισσότερα στο https://www.prri.org/wp-content/uploads/2016/06/PRRI-Brookings-2016-Immigration-survey-report.pdf

[7] Δες στο https://www.theatlantic.com/politics/archive/2017/03/perceptions-discrimination-muslims-christians/519135/