Ποιες είναι αυτές οι κοινωνικές δυνάμεις που αποτελούν το 40% των Ελλήνων πολιτών και είδαν τουλάχιστον με ενδιαφέρον την «πρωτοβουλία των 58»; Είναι αξιοπρόσεκτο, νομίζω, ότι δεν προέρχονται μόνο από ψηφοφόρους της ΔΗΜΑΡ και του ΠΑΣΟΚ αλλά και από ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ.
Αν δεν κάνω λάθος, αυτό το στοιχείο είναι δυνατόν να δείχνει μια στρέβλωση την οποία δημιούργησε η μνημονιακή/αντιμνημονιακή αντίθεση, που επικάλυψε την πολιτική σκηνή τα τελευταία 4 χρόνια. Στα πλαίσια διαφόρων λαθεμένων προσλήψεων αυτής της αντίθεσης αλλά και στα πλαίσια μιας αργής και βασανιστικής διαδικασίας συνειδητοποίησης της βαθιάς και πολύπλευρης κρίσης της ελληνικής κοινωνίας – που ούτε εύκολη ήταν, ούτε ευθύγραμμη μπορούσε να είναι και παραμένει ζητούμενο διαλόγου και όχι κραυγών – φιλοευρωπαϊκές και δημοκρατικές δυνάμεις διαχύθηκαν, τουλάχιστον παροδικά, σε χώρους οι οποίοι δεν τους ενθουσιάζουν. Σ’ αυτό συνέβαλε η έλλειψη πολιτικού θάρρους αλλά και στρατηγικής της «υπαρκτής κεντροαριστεράς»: Η προσπάθεια της ηγεσίας της ΔΗΜΑΡ να φαίνεται και να είναι και κεντρώα και ιδιαιτέρως αριστερή, μικρομεσαία, παραγοντική, δικανική, ώστε να αποφεύγει να παίρνει θέση στα δύσκολα, γιατί όποτε ήταν δύσκολο το κεντρώο υπήρχε η αριστερή καβάτζα και το αντίστροφο. Η ανυποληψία της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ, η οποία δεν έχει κανένα πολιτικό μέλλον. Ποιος άραγε πιστεύει ότι ο κ. Παπουτσής, ο κ. Σκανδαλίδης, ο κ. Κουκουλόπουλος και ο ίδιος ο κ. Βενιζέλος θα υπάρχουν στην πολιτική σκηνή μετά από 2-3 χρόνια; Και τέλος η βιασύνη πρώην πρωτοκλασάτων υπουργών, αντί να προβαίνουν σε στοιχειώδη αυτοκριτική, να δημοσιοποιούν τις φαντασιώσεις τους στις οποίες ηγούνται σε μια νέα Ελλάδα.
Στα πλαίσια αυτά κάποιες δυνάμεις σε γενικές γραμμές αριστερές αλλά δημοκρατικές και φιλοευρωπαϊκές ελκύονται από το ΣΥΡΙΖΑ και δυνάμεις κεντρώες, φιλελεύθερες, δημοκρατικές και επίσης φιλοευρωπαϊκές ελκύονται από την όποια μεταρρυθμιστική ατζέντα μπορεί να ενστερνίζεται από καιρού σε καιρό η ΝΔ. Η αντίληψή τους όμως, ας πούμε πιθανά και ο καημός τους, δεν ταυτίζονται ούτε με τον έναν ούτε με τον άλλο. Αλλά δεν θα ψηφίσουν πια ούτε ΔΗΜΑΡ ούτε ΠΑΣΟΚ. Άρα αν η κεντροαριστερά στην Ελλάδα παραμείνει ως έχει, θα παραμείνουν αλλού.
Τέλος υπάρχουν αρκετοί δημοκράτες πολίτες με φιλοευρωπαϊκό προφίλ, μέσα στους οποίους και ο γράφων, αλλά κυρίως πολλοί νεότεροι, που δεν έχουν ψηφίσει ποτέ ΠΑΣΟΚ, δεν ελκύονται στο ελάχιστο από τον κ. Κουβέλη, μάλλον δεν θα ψηφίσουν ποτέ ΝΔ και απωθούνται από τις νεοκομμουνιστικές αντιλήψεις του ΣΥΡΙΖΑ.
Είναι προφανές ότι όλες αυτές οι δυνάμεις που αποτελούν αυτό το 40% είναι πολυσχιδείς, έχουν διαφορετικές πορείες και αναφορές και υπάρχουν σε όλες τις ηλικίες. Ειδικά όσον αφορά τους νεότερους, δεν πρέπει να παραβλέπουμε ότι παρά την επίδραση ακτιβιστικών και νέο-επαναστατικών αφελών απλουστεύσεων από την μια μεριά και της νεοελληνικής εθνικολαϊκιστικής κουλτούρας από την άλλη, υπάρχουν χιλιάδες νέες και νέοι με φιλοευρωπαϊκό, δημοκρατικό προφίλ, οι οποίοι και ταξίδεψαν και σπούδασαν και γνώρισαν – έστω σε ένα βαθμό – τον κόσμο την τελευταία 15ετία μέσω της Ευρώπης. Όλοι οι παραπάνω ενδιαφέρονται για την υπόθεση της κεντροαριστεράς αλλά, το επαναλαμβάνω, δεν θα ψηφίσουν ούτε ΔΗΜΑΡ ούτε ΠΑΣΟΚ.
Το ζητούμενο όμως είναι να ενεργοποιηθούν για να δημιουργηθεί επιτέλους μια sui generis, αυτοπροσδιοριζόμενη, μεταρρυθμιστική, εκσυγχρονιστική, πλουραλιστική παράταξη, ίσως για πρώτη φορά στην μεταπολεμική Ελλάδα. Αυτό είναι ένα καίριο ζητούμενο για δύο λόγους:
1. Για διάφορους αιτίες οι μεταρρυθμιστικές, δημοκρατικές, φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις, όποιες και αν ήταν, δεν μπόρεσαν μέχρι σήμερα να αυτοπροσδιοριστούν. Ακόμα και όταν είχαν αποκτήσει ένα μεγάλο βαθμό συνειδητοποίησης λειτούργησαν λίγο-πολύ «εισοδιστικά». Δεν είναι η ώρα να συζητήσουμε αυτούς τους λόγους αλλά αρκεί εδώ να θυμηθούμε ότι αυτές οι δυνάμεις από το ’80 και μετά είτε προσπάθησαν να εκφραστούν μέσω του ΠΑΣΟΚ, είτε μέσω μιας νέο-κομμουνιστικής Αριστεράς, είτε στις πιο φιλελεύθερες εκδοχές τους μέσω του συντηρητικού πολιτικού φάσματος. Πάντα δηλαδή ετεροπροσδιορίζονταν και ήταν κατακερματισμένες πολιτικά και άρα κατά τεκμήριο δεν μπορούσαν να αποτελέσουν πλειοψηφικό, μετασχηματιστικό ρεύμα, παρά τις όποιες σημαντικές επιτυχίες τους.
Στο βαθμό μάλιστα, που ήταν ακόμα επηρεασμένες από ιδεολογικά σχήματα, που μπορεί να εξηγούσαν μερικά τον κόσμο της δεκαετίας του ’60 αλλά είχαν πλέον ξεπεραστεί, επέλεγαν αυτό που θεωρούσαν πιο φιλόξενο ιδεολογικό σπίτι, χωρίς να μπορούν να κατανοήσουν την ανάγκη δημιουργίας μιας πλουραλιστικής παράταξης, η αν την κατανοούσαν να μην είναι σε θέση να τη δημιουργήσουν. Για παράδειγμα, με δεδομένες τις πρωτοφανείς αλλαγές στις σχέσεις κράτους – αγοράς και στη διαλεκτική ελευθερίας – ισότητας στο σύγχρονο κόσμο, είναι, νομίζω, προφανές ότι η αντίθεση σοσιαλδημοκρατίας – φιλελευθερισμού έχει πάψει να τον εξηγεί και χρειάζεται μια νέα σύνθεση της φιλελεύθερης και της δημοκρατικής σοσιαλιστικής αντίληψης, που μπορεί να ωριμάσει πολιτικά μόνο στα πλαίσια μιας πολιτικής παράταξης, η οποία θα περιλαμβάνει όχι τόσο παλαιούς κεντρώους και παλαιούς αριστερούς αλλά όλους τους πολίτες που βλέπουν τους ανοικτούς ορίζοντες και τις ανάγκες των καιρών.
Αν λοιπόν έχων κατανοήσει καλά το πνεύμα της έκκλησης των 58, αρκετούς από τους οποίους γνωρίζω και εκτιμώ βαθύτατα, η έκκληση στοχεύει στην ενεργοποίηση πολιτών για τη δημιουργία μιας νέας αυτοπροσδιοριζόμενης, πλουραλιστικής παράταξης και όχι στη δημιουργία παλαιού τύπου κόμματος ή στη συγκόλληση παλαιοκομματικών μηχανισμών. Στην άνθηση μιας μεταρρυθμιστικής, φιλοευρωπαϊκής, δημοκρατικής ‘Ελιάς’, με πολλαπλές αφετηρίες πολιτικής έμπνευσης, με διαφορετικά κλαδιά, που μόνο αν όλα καρπίσουν, θα διαμορφωθεί ένα νέο ρεύμα ελευθερίας, κοινωνικής αλληλεγγύης και δημοκρατικής σκέψης και πράξης, ικανό να μετασχηματίσει την ελληνική κοινωνία τα επόμενα 10 – 20 χρόνια. Σ’ αυτά τα πλαίσια χρειάζεται όλοι να δεχτούμε τον Άλλο, τον φιλελεύθερο Άλλο, το σοσιαλδημοκράτη Άλλο, τον όποιο δημοκράτη Άλλο και να μιλήσουμε επί της ουσίας και όχι με χαρακτηρισμούς, γιατί κανένας δεν κατέχει την αλήθεια. Άλλωστε οι όροι «αριστερός», «κεντρώος» ή «κεντρoαριστερός» προσδίδουν πλέον μόνο ένα γεωταξικό πολιτικό στίγμα και έχουν μείνει άνευ ουσίας. Μόνο ανθίζοντας θα δημιουργήσουμε τους εαυτούς μας και ο μόνος τρόπος να ανθίσουμε είναι δημιουργώντας μια νέου τύπου συλλογικότητα. Δεν γνωρίζω, βέβαια, αν θα τα καταφέρουμε, έχουμε σίγουρα αργήσει αλλά είναι εντελώς απαραίτητο να το προσπαθήσουμε, υπερβαίνοντας τις όποιες καταβολές μας, γιατί σήμερα απειλούνται πολλά περισσότερα από την πολιτική «καθαρότητα» ή την αυτοεκπλήρωση της όποιας δυσπιστίας μας.
2. Ποιο είναι το καίριο που απειλείται; Αν και νομίζω ότι γίνεται εύκολα κατανοητό από όλους, ίσως χρειάζεται να το επαναλάβουμε : Απειλείται η ύπαρξη της Ευρώπης, η ύπαρξη της δημοκρατίας και η επανεμφάνιση της βαρβαρότητας του ’30 και του ’40 στις μέρες μας με νέες μορφές. Αν στις χώρες της Ευρώπης επικρατήσουν τα επόμενα χρόνια νέες εθνικιστικές, αντιευρωπαϊκές αφηγήσεις και τα αντίστοιχα αντίπαλα πολιτικά δέη από τα αριστερά και τα δεξιά, θα κινδυνεύσει όχι μόνο η υπόσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως συνομοσπονδίας εθνών-κρατών αλλά και η έννοια της Ευρώπης ως συνομοσπονδίας ψυχών, που δεν θα μπορούν πλέον να συζήσουν με τον Άλλον. Και τότε η διαμάχη και ο ανοιχτός πόλεμος αριστερών και δεξιών εκδοχών του εθνικισμού, που θα συναγωνίζονται ο ένας τον άλλον σε «λαϊκότητα», θα ανοίξει το δρόμο για την επικράτηση νέων μορφών ολοκληρωτισμού.
Όποιος δεν αντιληφθεί τον απίστευτα καίριο χαρακτήρα αυτής της νέας απειλής και το που μπορεί αυτή να οδηγήσει, θα έχει τεράστια ευθύνη, όχι συλλογική αλλά προσωπική. Καλώντας σε μια νέα πληθυντική συλλογικότητα, η έκκληση των 58 νομίζω πώς καταδεικνύει και την προσωπική ευθύνη του καθενός.