Πώς κατάφερε ο κ. Ιωάννης Βαρουφάκης μέσα σε ένα τρίμηνο να βρεθεί από την κορυφή του Ολύμπου στα Τάρταρα; Πώς φούσκωσε και ξεφούσκωσε το «φαινόμενο Βαρουφάκη» τόσο σύντομα; Αφήνω στην άκρη τα χιλιοειπωμένα περί στυλιστικών επιλογών και άλλα παρόμοια, επειδή καταρχάς με ενδιαφέρει κάτι που είχε πάρει διαστάσεις στο μυαλό των συμπατριωτών μας, αλλά για το οποίο σίγουρα δεν ευθύνεται ο υπουργός Οικονομικών. Αυτό ακουγόταν: η ανάθεση του υπουργείου Οικονομικών σε γνώστη της θεωρίας των παιγνίων αποτελεί τρόπον τινά εγγύηση ότι θα ευοδωθούν οι διαπραγματεύσεις με τους εταίρους μας.
Μια ιστορία πρώτα. Ένας εξέχων φιλόσοφος της επιστήμης συνάντησε κάποιον διάσημο θεωρητικό των αποφάσεων σε διάδρομο του πανεπιστημίου τους. Ο θεωρητικός των αποφάσεων βημάτιζε πάνω-κάτω μουρμουρίζοντας: «Τι θα κάνω; Τι θα κάνω;.»
«Τι συμβαίνει Χάουαρντ;» ρώτησε ο φιλόσοφος.
Ο θεωρητικός των αποφάσεων απάντησε: «Είναι φοβερό, Έρνστ. Έλαβα μια πρόταση από το Χάρβαρντ και δεν ξέρω αν πρέπει να τη δεχθώ.»
«Γιατί Χάουαρντ;», αντέδρασε ο φιλόσοφος. «Είσαι από τους σημαντικότερους ειδικούς παγκοσμίως στη λήψη των αποφάσεων. Κατασκεύασε ένα δένδρο αποφάσεων, υπολόγισε τις πιθανότητες και τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, και προσδιόρισε ποια επιλογή μεγιστοποιεί την προσδοκώμενη χρησιμότητά σου.»
Ενοχλημένος ο θεωρητικός των αποφάσεων απάντησε: «Έλα, Έρνστ. Αυτό είναι σοβαρό.»
Αληθινή ή ψεύτικη, η ιστορία αυτή αποτυπώνει τη διάχυτη πλέον δυσπιστία μεταξύ των οικονομολόγων όσον αφορά την καταλληλότητα της θεωρίας των αποφάσεων γενικά και της θεωρίας των παιγνίων ειδικά ? μείζονα αναμφιβόλως επιστημονικά επιτεύγματα του δεύτερου μισού του εικοστού αιώνα ? τόσο για την πρόβλεψη της συμπεριφοράς των αποφασιζόντων όσο και ως οδηγός για το πώς πρέπει να δρουν σε ανταγωνιστικά περιβάλλοντα. Έτσι, δεν είναι διόλου εντυπωσιακό ότι ο Shaun Hargreaves Heap ισχυρίζεται ότι η χρήση της θεωρίας παιγνίων στις διαπραγματεύσεις της χώρας μας πρακτικά είναι μηδαμινής αξίας (http://www.bbc.com/news/magazine-31503875). Αξιοσημείωτη λεπτομέρεια: ο Hargreaves Heap είναι συν-συγγραφέας με τον κ. Βαρουφάκη του βιβλίου Game Theory: A Critical Introduction. Και αναπόφευκτο συμπέρασμα: ούτε αναγκαία ούτε ικανή συνθήκη αποτελεί η γνώση της θεωρίας των παιγνίων για την ευόδωση των διαπραγματεύσεων.
Συνεπώς, αλλού πρέπει να αναζητηθούν τα αίτια της αποτυχίας του κ. Βαρουφάκη. Με υπερβαίνει το αν έχει ή όχι προσωπική ατζέντα. Ξεχνώ ότι με πληθωρική κιμπαριά αδιαφόρησε για τα 11 δισ. του ΤΧΣ. Παραβλέπω ότι το επίθετο από την περίφημη «δημιουργική ασάφεια» εξαερώθηκε τάχιστα, ως αναμένετο, αφήνοντάς μας στη μοναξιά της σύγχυσης. Από την άλλη, προσπερνώ ισχυρισμούς περί ιδιοτελούς συμπεριφοράς που καταλήγουν στο κακεντρεχές «έπιασε την καλή, θα γυρνάει τον κόσμο και θα βγάζει έναν σκασμό λεφτά από διαλέξεις», διότι δεν μου δίνει την αίσθηση ανθρώπου που του έλειψαν ή τον απασχόλησαν ποτέ τα χρήματα. Θεωρώ αυτονόητο, επίσης, ότι έτη φωτός τον χωρίζουν από έναν μπαγιάτικο, τριτοδιεθνιστικής οσμής, μαρξισμό(-λενινισμό) που ευδοκιμεί εντός του κυβερνώντος κόμματος.
Η αδολεσχία του, όμως, υπήρξε μείζον πρόβλημα. Πολιτική επιπολαιότητα και μόνον προδίδει η περιττολογία ενός υπουργού οικονομικών ? πόσω μάλλον υπουργού χώρας που βρίσκεται στο επίκεντρο του παγκόσμιου ενδιαφέροντος. Ποιος θέλει να θυμάται ότι δασκάλευε την Ευρώπη για το πώς θα σωθεί ή τους Ιταλούς ότι το χρέος τους δεν είναι βιώσιμο; Δικαίωμά του να αποστρέφεται τα στερεότυπα, δικαίωμά του να τον αρρωσταίνουν οι κοινοτοπίες, αλλά θα έπρεπε να γνωρίζει ότι η ακατάσχετη ροπή (ματαιοδοξία;) προς «σοφιστικέ» ατάκες αυξάνει εκθετικά τον κίνδυνο της ασυναρτησίας. Επί παραδείγματι, ομολογώ ότι μπερδεύομαι όταν τον ακούω να λέει «Φοβόμαστε, αλλά δεν είμαστε φοβισμένοι» και συγχρόνως ότι είναι «τρομοκρατημένος και εμβρόντητος» με την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας.
Εξάλλου, σύγχυση και εκνευρισμό μάλλον σκορπά, όταν δηλώνει ότι «βλέπει με σεβασμό τον γερμανό υπουργό Οικονομικών, αλλά πως προκαλεί απογοήτευση το γεγονός ότι δεν έχουμε την ευκαιρία να συζητήσουμε σε ένα δημοκρατικό πλαίσιο, στο οποίο τα επιχειρήματα θα παίζουν μεγαλύτερο ρόλο από τη σχετική ισχύ» (Τα Νέα, 20.05.2015). Ο Ζαν-Κλωντ Γιούνκερ ερμήνευσε αυτή τη δήλωση ως προσβολή προς τον Σόιμπλε με την έννοια ότι καταχράται τη δύναμή του αντί να απαντά στα επιχειρήματα των άλλων. Εγώ κατάλαβα ότι εννοεί «Θεέ μου, γιατί να μη ζούμε σε έναν καλύτερο κόσμο;» Κάποιος άλλος ενδεχομένως θα μιλούσε για απερινόητη υπεροψία ενός καθηγητή ο οποίος, απολύτως βέβαιος ότι ερμηνεύει ορθά τον κόσμο, σηκώνει το δάκτυλό του στους συνομιλητές του λέγοντας «είστε άσχετοι, θα σας κολλήσω στον τοίχο με τα επιχειρήματά μου.» Εν πάση περιπτώσει, το πρόβλημα με τον κ. Βαρουφάκη είναι βαθύτερο.
Στο Administrative Behavior, ένα από τα σημαντικότερα βιβλία του 20ου αιώνα για το μάνατζμεντ, ο Herbert Simon παρομοιάζει τη διοίκηση με την ηθοποιία. Ο καλός ηθοποιός, ισχυρίζεται, πρέπει και να γνωρίζει και να παίζει καλά τον ρόλο του, διότι μια πετυχημένη παράσταση εξαρτάται και από το έργο και από το πόσο καλά ερμηνεύεται. Παρομοίως, «η αποτελεσματικότητα της διοικητικής διαδικασίας θα μεταβάλλεται συναρτήσει της αποτελεσματικότητας της οργάνωσης και της αποτελεσματικότητας με την οποία τα μέλη της εκπληρώνουν τους ρόλους τους.»
Ο κ. Βαρουφάκης τα ‘κανε θάλασσα. Στο πιο σημαντικό, στο πιο κρίσιμο έργο της ζωής του προτίμησε να παίξει τον εαυτό του και όχι να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του ρόλου του. Γιατί; Διότι δεν κατάλαβε ότι «Αυτό είναι σοβαρό.» Και μάλιστα ιδιαζόντως σοβαρό, διότι οι αποφάσεις και η συμπεριφορά του είχαν (και έχουν ακόμη) να κάνουν με τη ζωή των άλλων.
Το «δεν κατάλαβε» είναι ήπιος χαρακτηρισμός, όταν έχεις να κάνεις με εμμονική αναζήτηση της μοναδικότητας. Στα νιάτα σου, ας πούμε ότι δικαιούσαι να αφαιρείς ένα «ν» από το όνομά σου για να ξεχωρίσεις από τον σωρό. Οδεύοντας προς τα εξήντα σου και έχοντας αναλάβει κορυφαία δημόσια θέση, ξενίζει η σώνει και καλά αγνόηση των κανόνων του παιχνιδιού. Διότι οι μεν καλοπροαίρετοι θα χαρακτήριζαν αυτή την εμμονή γνησιότητα και αυθεντικότητα, ανυποκρισία και φυσικότητα. οι δε κακοπροαίρετοι παρατεταμένη εφηβεία. Δυστυχώς, όταν στραβώνουν τα πράγματα, όταν δηλαδή έρθει η ώρα της Ρίγας, δικαιώνονται, δικαίως ή αδίκως, οι δεύτεροι.
ΥΓ. Διακινδυνεύω μια πρόβλεψη. Όταν καταλαγιάσουν τα πράγματα και αποτιμηθεί ψύχραιμα το πεντάμηνο αυτής της θορυβώδους, αλαλουμοειδούς και επώδυνης για τη χώρα διαπραγμάτευσης, οι πολέμιοι της λιτότητας θα καταλογίσουν μεγάλες ευθύνες στον κ. Βαρουφάκη και τον ΣΥΡΙΖΑ για υπονόμευση της αξιοπιστίας των πολιτικών κατά της λιτότητας. Εννοώ σοβαρούς μελετητές εντός και εκτός Ελλάδας. Όχι τους αιθεροβάμονες εντός και εκτός Ελλάδας. Η απουσία ενός στοιχειώδους σχεδίου με συγκεκριμένες, μη μαξιμαλιστικές προτάσεις υποκαταστάθηκε από ανοησίες (τζιχαντιστές), απειλές (Κούγκι), το «μια έτσι, μια αλλιώς» (θα πληρώνουμε στο διηνεκές το ΔΝΤ και δεν το πληρώνουμε). Είναι απίστευτο ότι ούτε μια νέα ιδέα δεν ακούστηκε από ένα κίνημα που αυτοπροσδιορίζεται ως ριζοσπαστικό και προοδευτικό, και ήθελε να αλλάξει την Ελλάδα και την Ευρώπη.