Όταν η χώρα είναι φορτωμένη με ένα δυσβάσταχτο χρέος (177,4% του ΑΕΠ), είναι ανοησία να ισχυρίζεσαι ότι οι αγορές θα σε δεχτούν με «ανοιχτές αγκάλες» και θα σε δανειοδοτούν με το χαμηλότερο χρηματοδοτικό κόστος (επιτόκιο).
Όταν το εμπορικό έλλειμμα της χώρας έχει τεράστιο άνοιγμα, αφού οι εισαγωγές υπερβαίνουν κατά 42% των εξαγωγών, οι προοπτικές της χώρας για μια οικονομία ισχυρή, αποτελεί αυταπάτη.
Όταν η ανάπτυξη της χώρας, κινείται με αναιμικούς ρυθμούς (το 2017 έκλεισε με 1,4%, έναντι της αρχικής πρόβλεψης 2,7%). Πολύ περισσότερο όταν η ανάπτυξη, έστω και ισχνή, στηρίζεται στην κατανάλωση, δεν ελπίζεις σε στέρεα μακροοικονομικά μεγέθη, που χαρακτηρίζουν μια υγιή και σταθερή οικονομία.
Όταν το πολιτικό σύστημα έχει εθίσει τη κοινωνία και τις επιχειρήσεις να λειτουργούν με κρατικοδίαιτη λογική, δεν αναμένεις σοβαρή βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και της εξωστρέφειας της οικονομίας.
Όταν η χώρα στα θέματα διαφθοράς, εξακολουθεί στη διεθνή κατάταξη της Διαφάνειας, να βρίσκεται σε "περίοπτη θέση", αφού το 2016, υποχώρησε κατά 11 θέσεις, καταλαμβάνοντας την όχι και τόσο τιμητική 69η, σε σχέση με την 58η θέση που είχε το 2015, δεν ελπίζεις σε άμεσες ξένες επενδύσεις, που στη παρούσα φάση, έχει ανάγκη η χώρα.
Όταν το κράτος εξελίσσεται στο μεγαλύτερο "μπαταχτσή", οφείλοντας σε πολίτες και επιχειρήσεις περί τα 6 δις ευρώ, όταν "στραγγίζει" με υπερφορολόγηση τη μεσαία τάξη και ταυτόχρονα προβαίνει σε κατασπατάληση πόρων, ενισχύοντας το πελατειακό σύστημα, απαξιώνεται στη συνείδηση του κόσμου.
Όταν η δημόσια διοίκηση αντί να αποτελεί σημαντικό εργαλείο ανάπτυξης, έχει εξελιχθεί σε τροχοπέδη για τις παραγωγικές δυνάμεις, τους δημιουργικούς ανθρώπους, την καινοτομία και την επιχειρηματικότητα, δεν ελπίζεις σε γοργούς ρυθμούς ανόρθωσης της οικονομίας.
Όταν το πολιτικό κλίμα δεν χαρακτηρίζεται για τη σταθερότητα του, η κυβέρνηση βρίθει από αντιφάσεις και παραλογισμούς, είναι αδύνατο η παραγωγική κοινότητα να προγραμματίσει δουλειές και δράσεις και κάθε υγιής επιχειρηματική πρωτοβουλία είναι καταδικασμένη να αποτύχει.
Όταν το πολιτικό σύστημα και ιδιαίτερα οι κυβερνώντες, συνεχίζουν τις πρακτικές του παλαιοκομματισμού και της πελατειακής λογικής, τακτοποιώντας συγγενείς και ημετέρους, του στενού κομματικού περιβάλλοντος, είναι αδύνατο η κοινωνία να οδηγηθεί στη κανονικότητα, βασικό στοιχείο που πρέπει να διακρίνει μια ευνομούμενη ευρωπαϊκή χώρα.
Όταν στο ελληνικό κοινοβούλιο δεν υπάρχει πολιτική αντιπαράθεση, με την καλή έννοια του όρου, αλλά ένας οχετός ύβρεων, τυφλών μετωπικών συγκρούσεων και διχαστικών συμπεριφορών του στυλ " ή εμείς ή αυτοί ", δικαίως ο κόσμος απαξιώνει το πολιτικό προσωπικό και ωθείται στην αντιπολιτική.
Όταν ποδοσφαιροποιείται η πολιτική και πολιτικοποιείται το ποδόσφαιρο και ο αθλητισμός, η χώρα διολισθαίνει και η κοινωνία γίνεται τοξική με κίνδυνο να οδηγηθούμε σε ένα ιδιότυπο νέο διχαστικό φανατισμό, βορείων και νοτίων.
Όταν στα μεγάλα θέματα εξωτερικής πολιτικής, το πολιτικό σύστημα, μπροστά στους εξωτερικούς κινδύνους, δεν ομονοεί σε μια κοινή στρατηγική, και ο μόνος του στόχος, κυρίως των κυβερνώντων, είναι η δημιουργία εσωτερικών ρηγμάτων στα άλλα κόμματα, τότε η χώρα γίνεται υποχωρητική, αδυνατεί διπλωματικά και διακινδυνεύει την εδαφική της ακεραιότητα.
Όταν από υπεύθυνα κυβερνητικά χείλη ακούς, σχετικά με τη σύλληψη των δυο στρατιωτικών, ότι αποτελεί ένα σύνηθες γεγονός, και ότι σε μικρό χρονικό διάστημα, θα απελευθερωθούν και τελικά καταλήγεις να διαπραγματεύεσαι μέσω της ευρωπαϊκής ένωσης, αποδεικνύεσαι κατώτερος των περιστάσεων και γίνεσαι περίγελος της διεθνούς διπλωματίας.
Όταν, όταν, όταν.
Το δράμα αυτής της χώρας, όπως περιγράφεται στο ποίημα του νομπελίστα Γ. Σεφέρη με τίτλο «Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει» είναι επίκαιρο όσο ποτέ!