Υπάρχει ζωή μετά την κρίση;
Yπάρχει άλλος δρόμος για τη «σωτηρία της ψυχής», πλην αυτού των μνημονίων και των δανειακών συμβάσεων; Να μερικά από τα επίκαιρα ζητήματα που απασχολούν τη δημόσια συζήτηση, σε μια χώρα που στο μεταξύ ψυχορραγεί και αιωρείται ανάμεσα στο αναγκαίο και το επιθυμητό, ανάμεσα στο ρεαλισμό, το σουρεαλισμό και στην αναζήτηση του κοινωνικά δίκαιου, ανάμεσα σε επιτακτικά χρονοδιαγράμματα και στη διαχειριστική αναποτελεσματικότητα.
Και σα να μην έφταναν όλα αυτά, να ’σου και ένα άλλο, έμμεσο ή άμεσο ερώτημα, που προκύπτει για να μας βασανίσει ακόμη περισσότερο , ιδιαίτερα όσους έλκουμε την πολιτική μας καταγωγή από την ευρύτερη αριστερά και κεντροαριστερά.
Υπάρχει άραγε αριστερή ή δεξιά αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης;
Είναι ένα ερώτημα πού σίγουρα δεν μπορεί να απαντηθεί εύκολα και που εμπεριέχει και συμπυκνώνει ευρύτερους προβληματισμούς, αναζητήσεις, ιδεολογικές και πολιτικές συγκρούσεις γύρω από τα φυσιογνωμικά και στρατηγικά ζητήματα της αριστεράς σήμερα. Αλλά και της δυνατότητας να διαμορφώσει ένα κυβερνητικό πρόγραμμα, που θα διαφοροποιείται από τις νεοφιλελεύθερες και συντηρητικές συνταγές, οι οποίες κυριαρχούν σήμερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και παγκόσμια.
Κατά τη γνώμη μου, τέτοια δυνατότητα στη σημερινή Ελλάδα και στη δεδομένη χρονική στιγμή, δεν υπάρχει, με δεδομένο και το μέγεθος της κρίσης, το μέγεθος της χώρας και τους πολιτικούς συσχετισμούς δυνάμεων σε επίπεδο ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, αλλά και διαμορφωμένων αντιλήψεων στις κοινωνίες των χωρών τους. Θα υπήρχε πιθανόν τέτοια δυνατότητα εντός άλλων συσχετισμών δυνάμεων, χωρίς αυτό να σημαίνει και πάλι ότι ο δρόμος θα ήταν εύκολος και στρωμένος με ροδοπέταλα αγάπης και στοργής.
Αυτό που υπάρχει λοιπόν αυτή τη στιγμή για τη χώρα μας, είναι κάτι πολύ πεζό, πολύ καθημερινό, πολύ ψυχοφθόρο, που δεν είναι άλλο από την αποτελεσματική ή μη διαχείριση μιας εν πολλοίς προδιαγεγραμμένης και σε μεγάλο βαθμό υπαγορευμένης πορείας προς μια σταδιακή επώδυνη σταθεροποίηση, ή το γκρέμισμα στον καιάδα της απόλυτης οικονομικής και κοινωνικής χρεοκοπίας.
Η αποτελεσματική διαχείριση μιας ήδη χρεοκοπημένης πραγματικής οικονομίας, για να υπάρξει κάποια στιγμή διέξοδος προς την ανάπτυξη, το μικρότερο δυνατό περαιτέρω κόστος για τους ασθενέστερους σε συνδυασμό με αντισταθμιστικά μέτρα κοινωνικής πρόνοιας και προστασίας και η πραγματοποίηση δομικών μεταρρυθμίσεων στο κράτος και στις σχέσεις του με το οικονομικό περιβάλλον, υπό τις παρούσες συνθήκες θα μπορούσε να ειπωθεί ότι συνιστά την «αριστερότερη» δυνατή εφαρμόσιμη πολιτική.
Αν σκεφθεί κανείς ότι η παραπέρα καταβύθιση της οικονομίας από μια άφρονα ιδεοληπτική διαχείριση, θα οδηγούσε στην πλήρη εξαθλίωση τις ευρύτερες μάζες των εργαζομένων, τότε νομίζω πως μόνο αυτή η διέξοδος είναι που υπάρχει προς το παρόν.
Έχουμε λοιπόν το τέλος της ιδεολογίας;
Καταργούνται οι διαχωριστικές γραμμές κεντροαριστεράς κεντροδεξιάς;
Όχι βέβαια. Απλώς, ίσως αναστέλλονται προσωρινά. Και έρχονται ορμητικά στην επιφάνεια απόψεις και δυνάμεις που έτεμναν και τέμνουν ακόμη οριζόντια το πολιτικό σύστημα και συνιστούσαν, άλλοτε εν υπνώσει και άλλοτε στο προσκήνιο, δύο αντίπαλους πόλους που ενδημούσαν εντός των υπαρχόντων πολιτικών σχηματισμών.
Οι δυνάμεις του συντηρητισμού, της καθυστέρησης, του αναχρονισμού, του λαϊκισμού και αυτές του εκσυγχρονισμού, της νεοτερικότητας, της ανανέωσης, που δεν έπαψαν ποτέ να αντιμάχονται Με τις πρώτες να κερδίζουν (εκτός από σύντομα φωτεινά διαλλείματα) κάθε φορά τη μάχη και τις δεύτερες να παραμένουν μειοψηφικές, χάνοντας συνήθως εντός είτε αυταρχικών ιδεοληπτικών, είτε προσωποπαγών αρχηγικών κομμάτων, να συγκρούονται πλέον ανοικτά υπό τη σκιά των ερειπίων της καταστροφής.
Στις σημερινές συνθήκες, οι αντιθέσεις αυτές αναδεικνύονται εντονότερα, υπερπηδούν ευκολότερα τα κομματικά χαρακώματα, οσμώνονται και ορισμένες φορές εκφράζονται από κοινού.
Νέες διαχωριστικές γραμμές και συγκρούσεις αρχίζουν σιγά-σιγά να διαμορφώνονται. Και με τη σειρά τους, να διαμορφώνουν νέους συσχετισμούς εντός και εκτός των κομμάτων. Η έκβαση είναι μέχρι στιγμής αβέβαιη, αλλά μάλλον πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι μπήκαμε ήδη σε μια νέα εποχή, με βίαιο και τραγικό για πολλούς τρόπο, για τη χώρα, το πολιτικό σύστημα και τον καθένα μας ξεχωριστά.
Χωρίς να καταργούνται οι διαχωριστικές γραμμές αριστεράς – δεξιάς (επειδή οι βασικές αντιθέσεις και κυρίως αυτή μεταξύ κεφαλαίου – εργασίας εξακολουθούν να υφίστανται), αυτές ανακαθορίζονται στο προγραμματικό τους περιεχόμενο και τροφοδοτούνται με νέες, επιμέρους, πλην όμως σημαντικές σύγχρονες αντιθέσεις και πολιτικές και κοινωνικές συγκρούσεις.
Η σύγχρονη κεντροαριστερά που θα διαμορφωθεί στην πορεία των εξελίξεων, δεν μπορεί πλέον να είναι όπως τη γνωρίσαμε έως σήμερα. Δεν θα είναι όμως και εντελώς διαφορετική, όπως ίσως κάποιοι ελπίζουν ή φαντάζονται. Γιατί, προφανώς, δεν θα προκύψει από παρθενογένεση, αλλά είτε ως συνέχεια υπαρχόντων πολιτικών σχηματισμών, μέσα από μια διαδικασία τομών και ανανέωσης (το πιθανότερο κατά τη γνώμη μου), είτε μετά από μια πρόσκαιρη ρευστοποίηση και στη συνέχεια με ενοποίηση σε νέα πολιτικά υποκείμενα.
Αυτό, στη σημερινή συγκυρία, θα εξαρτηθεί κατά κύριο λόγω από τις εξελίξεις στο ΠΑΣΟΚ, υπό τη νέα ηγεσία Βενιζέλου και το ποσοστό που θα καταγράψει στις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές.
Η νέα προσπάθεια Βενιζέλου που θα ξεκινήσει από αύριο, Κυριακή, με την εκλογή του στην ηγεσία του κόμματός του, νομίζω ότι αποτελεί ένα νέο ξεκίνημα στο χώρο της κεντροαριστεράς, που αξίζει πιστεύω να στηριχθεί. Έχω τη γνώμη ότι θα βοηθήσει συνολικά τη χώρα να κάνει βήματα προόδου προς την κατεύθυνση της σταθεροποίησης και της ανόρθωσης και τις μεταρρυθμιστικές δυνάμεις να αλλάξουν στην πορεία το συσχετισμό δυνάμεων υπέρ τους και να κυριαρχήσουν στην πολιτική ζωή, εντός ενός ανανεωμένου αλλά όχι κατακερματισμένου πολιτικού συστήματος.