Η κυβερνητική κρίση που εκδηλώθηκε στην Ιταλία με την παραίτηση του Πρωθυπουργού Τζουζέπε Κόντε, φέρνει την γειτονική χώρα ξανά στο προσκήνιο της ευρωπαϊκής πολιτικής επικαιρότητας. Το ιταλικό πολιτικό σύστημα εξακολουθεί να σφραγίζει επί δεκαετίες με τον δικό του τολμηρό τρόπο τις γενικότερες εξελίξεις στη «γηραιά ήπειρο».
Πρώτοι, στον δυτικό κόσμο, οι Ιταλοί ψηφοφόροι τόλμησαν να δώσουν στην Κομμουνιστική Αριστερά (PC) το κυβερνητικό ποσοστό 33% και πρώτοι την απομυθοποίησαν, μαζί με το εκλογικό σύστημα της απλής αναλογικής που οδήγησε τη χώρα σε παρατεταμένη εκλογική αστάθεια.
Πρώτοι έδωσαν σε έναν αμφιλεγόμενο μεγιστάνα των ΜΜΕ (Σίλβιο Μπερλουσκόνι) την απόλυτη αυτοδυναμία και την πρώτη μετά από καιρό πενταετή διακυβέρνηση, πρώτοι ανέδειξαν στη συνέχεια έναν αριστερό μεταρρυθμιστή (Ματέο Ρέντσι) στην πρωθυπουργία παραδίδοντας, αμέσως μετά, τη διακυβέρνηση της χώρας τους σε μια λαϊκιστική ακροδεξιά συμμαχία (Σαλβίνι-Ντι Μάιο) που ολοκλήρωσε κι αυτή τη θητεία της σε 14 μόλις μήνες.
Φαίνεται δύσκολο να μπορέσει, στις σημερινές συνθήκες, ο Πρόεδρος Ματαρέλα να δώσει στην Ιταλία μια νέα κυβερνητική διέξοδο από την παρούσα Βουλή. Η χώρα θα βαδίσει μάλλον σε νέα εκλογική αναμέτρηση που κανένας δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι θα δώσει βιώσιμη κυβέρνηση στη χώρα. Οι Ιταλοί πολίτες όμως ξέρουν πια καλά ότι ο ακραίος λαϊκισμός οδηγεί σε επικίνδυνους ολισθηρούς για την κοινωνία και τη χώρα δρόμους και ότι ο σεβασμός των αξιών της Δημοκρατίας και της συναίνεσης είναι η μόνη διέξοδος προς ένα καλύτερο μέλλον.