“Τον άκουγαν, λόγους πανηγυρικούς να εκφωνεί, / αρχαϊκά δόγματα και χρησμούς να ρητορεύει, / πρωτάκουστα συνθήματα σύμπνοιας να απαγγέλλει / κι αφού του φόρεσαν δάφνινο στεφάνι στα μαλλιά, / τον σήκωσαν, τον κράτησαν στους ώμους τους ψηλά και μ΄ αλαλαγμούς χαράς και θαυμασμού ιαχές / συνοδοιπόρο στους δρόμους με πυρσούς τον περιέφεραν / ρήτορα και φιλόσοφο της σκέψης τους και της ζωής τους” (Γ. Αλεξανδρής, «Ο συνοδοιπόρος»)*
Η παραπάνω σκηνή, όπως εύστοχα και με περισσή ποιητική ειρωνεία περιγράφεται από τον ποιητή, αποτυπώνει με ενάργεια την κενότητα και την φιλοδοξία κάποιων υποψηφίων, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο τους αντιμετωπίζει το πλήθος. Ένα πλήθος που άκριτα και ισοπεδωτικά άλλους δοξάζει και υμνολογεί κι άλλους απορρίπτει και υβρίζει σύμφωνα με το στερεότυπο «όλοι τους ίδιοι είναι». Ο φασισμός της γενίκευσης.
Στις εκλογές και ιδιαίτερα στις αυτοδιοικητικές ο ψηφοφόρος βρίσκεται μπροστά σε πλήθος διλημμάτων σχετικά με το κριτήριο που θα επιλέξει για την ψήφιση του «καταλληλότερου» από τους υποψήφιους. Η πολιτική του ιδεολογία, η κομματική του ένταξη, ο βαθμός της εσωτερικής του ελευθερίας, η ηθική του, ο βαθμός συγγένειας και η φιλία με τον υποψήφιο και φυσικά η διακονία του προσωπικού συμφέροντος βρίσκονται σε μια ανηλεή διαμάχη για την τελική επικράτηση.
Μέσα από αυτή τη διαμάχη ο ψηφοφόρος εξέρχεται σοφότερος αφού είναι μία ευκαιρία να γνωρίσει καλύτερα τον εαυτό του. Κι αυτό γιατί η αυτογνωσία έρχεται ως αποτέλεσμα κάποιων σημαντικών για τη ζωή μας αποφάσεων και επιλογών. Σε αυτές τις αποφάσεις και τις επιλογές δεν μπορείς να κρυφτείς από τον εαυτό σου. Αποτελεί τον ύψιστο στρουθοκαμηλισμό να μην αποδεχτούμε την αλήθεια που κρύβουν οι επιλογές μας.
Βέβαια η άποψη πως στις οικονομικές μας συναλλαγές, όπως και στις πολιτικές μας προτιμήσεις, σύμφωνα και με τη γνώμη του Friedrich von Schlegell η ηθική υποχωρεί και συντρίβεται.“Όπου επικρατεί η πολιτική ή η οικονομία, δεν υπάρχει ηθική” .
Αυτό φυσικά δεν σημαίνει πως ο ψηφοφόρος είναι και κατ΄ανάγκην ανήθικος. Η δεσποτεία του οικονομικού συμφέροντος και η ανάγκη να εξουσιάζουμε πολιτικά συνιστούν τις δύο δυνάμεις, το βάρος των οποίων δεν μπορούμε να σηκώσουμε χωρίς να λυγίσουμε.
Έτσι, συνειδητά ή ασυνείδητα, όλοι μας σε κάθε εκλογική διαδικασία προσπαθούμε να συμβιβάσουμε κάποια πράγματα που από τη φύση τους είναι αντίθετα. Το να θέλουμε, δηλαδή, με την ψήφο μας να επιλέξουμε τον καλύτερο και ταυτόχρονα αυτόν που θα υπηρετήσει τα προσωπικά μας συμφέροντα δεν είναι από τα πιο εύκολα πράγματα στη ζωή μας.
Γι αυτό είναι ευτυχισμένοι, αν είναι βέβαια τέτοιοι, όσοι υπηρετούν τυφλά είτε το κομματικό τους συμφέρον, είτε το προσωπικό οικονομικό συμφέρον. Γι αυτούς δεν υπάρχουν διλήμματα και ενοχές από την επιλογή τους.
Αν, όμως, κάποιος δεν ανήκει σε αυτές τις δύο κατηγορίες πασχίζει να βρει το κριτήριο με το οποίο θα επιλέξει με την ψήφο του τον «καλύτερο και καταλληλότερο» τόσο για τον εαυτό του όσο και για το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο. Η ανάλυση για το ποιο προηγείται ( η υπηρέτηση του ατομικού ή του κοινωνικού συμφέροντος) αποτελεί μία άλλη παράμετρο που χρήζει ξεχωριστής μελέτης και ανάλυσης. Στο θέμα αυτό ο Μάρκος Αυρήλιος ήταν κατηγορηματικός:
“Το τω σμήνει μη συμφέρον ουδέ τη μελίσση συμφέρει” (Ό.τι δεν συμφέρει το μελίσσι, δεν συμφέρει και τη μέλισσα, «Τα εις εαυτόν»)
Στο βαθμό που οι πολιτικές μας επιλογές και οι προτιμήσεις μας σε κάποιον υποψήφιο κατά βάθος αντανακλούν το βαθύτερο είναι μας, είναι αναγκαίο να επαναξιολογήσουμε τα κριτήριά μας πριν ρίξουμε την ψήφο μας στον εκλεκτό μας.
Θα ήταν πολύ ενδιαφέρον και επωφελές σε όλους – Υποψηφίους και Ψηφοφόρους – η ανάγνωση και η κατανόηση κάποιων στίχων του Τίτου Πατρίκιου από το Ποίημά του «Σε βρίσκει η ποίηση». Είναι μία άσκηση αυτογνωσίας και ετερογνωσίας για όλους μας πριν την κάλπη και την επιλογή μας.
Ίσως στους στίχους και στις διαπιστώσεις του ποιητή να βρούμε κάτι δικό μας ή κάτι από τους υποψηφίους που διεκδικούν την ψήφο μας. Αυτοί θα πρέπει να είναι έτοιμοι να απαντήσουν σε αυτά που περιγράφει ο ποιητής:*
“Εκεί που συλλογίζεσαι ποιος είσαι και τι έκανες / πόσο ανοίχτηκες στους άλλους για να σε δεχτούν / πόσο επιδείχτηκες στο κοινό για να του αρέσεις / πως κλείστηκες τόσο πολύ για να προστατευτείς / σε τι έφταιξες σ’ εκείνους που σε απέρριψαν /…πότε έδωσες ένα στήριγμα σε κάποιον που το χρειαζόταν / πότε εγκατέλειψες τον άνθρωπο που σε είχε ανάγκη / πόσο αντέδρασες όταν έβλεπες να πλουτίζουν / αυτοί που έλεγαν ότι μάχονται για τους φτωχούς / όταν άκουγες να δημηγορούν υπέρ των αδικημένων / εκείνοι που αδικούσαν έχοντας πάντα δίκιο…”.
Για να μην είμαστε, όμως, άδικοι και ισοπεδωτικοί, υπάρχουν κι εκείνοι οι υποψήφιοι που αντιστέκονται στη λατρεία του πλήθους και στην κενότητα των κριτηρίων των ψηφοφόρων. Σχετικά ο ποιητής Γ. Αλεξανδρής γράφει:
“…μα κείνος σώπαινε στην περιφορά σε πλατείες και σοκάκια / ανέκφραστα μάτια, ασάλευτα χείλη και πεπεισμένος νους / πως έχει ο χρόνος γύρισμα κι αντιγραφές η ιστορία / στη δοκιμασία του κενού και στην πλάνη της λατρείας” («Ο συνοδοιπόρος»).
☆Ο Γιώργος Αλεξανδρής κατάγεται από τα Τρίκαλα με πλούσιο ποιητικό έργο.