Με τις συγκεντρώσεις της Παρασκευής κορυφώθηκε η αντίδραση του ελληνικού λαού απέναντι σε ένα θέμα, που αποτελεί μια ανοιχτή πληγή από τη νύχτα της 28ης Φεβρουαρίου του 2023. Ανοιχτή πληγή πρώτα απ’ όλα για τους συγγενείς των θυμάτων αλλά σε δεύτερο βαθμό και για τους υπόλοιπους Έλληνες.
Ανεξάρτητα από τις διαστάσεις που δίνει ο καθένας, τόσο στο ίδιο το γεγονός (δυστύχημα) όσο και στις πρόσφατες συγκεντρώσεις, τα βασικά ζητούμενα είναι δύο:
Α. Να λάμψει η αλήθεια και να αποδοθεί δικαιοσύνη.
Β. Να αποκτήσουμε ασφαλή σιδηρόδρομο εφάμιλλο των σιδηροδρόμων των προηγμένων κρατών.
Αναμένουμε την ολοκλήρωση του έργου της δικαιοσύνης, για να κρίνουμε κατά πόσο θα ικανοποιηθεί το πρώτο αίτημα. Όμως για να οδηγηθούμε σε ορθή κρίση, θα πρέπει να παρακολουθούμε την εξέλιξη των ερευνών και αργότερα της ακροαματικής διαδικασίας και όχι να κάνουμε απλά στο τέλος σύγκριση ανάμεσα στη δικαστική απόφαση και στη «σωστή» απόφαση που έχουμε προεξοφλήσει.
Πάντως, το πόρισμα του ΕΟΔΑΣΑΑΜ έδειξε, από τη μια, να κινείται στη σωστή κατεύθυνση ως προς την αναζήτηση της αλήθειας, από την άλλη όμως οι διαπιστώσεις του για την ασφάλεια του ελληνικού σιδηροδρόμου προκαλούν θλίψη. Το ότι δεν είχε συμβεί στις ράγες άλλο πολύνεκρο δυστύχημα, οφειλόταν στην τύχη. Προσπαθώντας να συμπυκνώσω σε λίγες λέξεις την αιτία γι’ αυτό το χάλι που περιγράφεται, δε βρήκα καταλληλότερες από την έλλειψη ευθύνης και επαγγελματισμού, που διαπερνά το ελληνικό δημόσιο από πολύ ψηλά μέχρι χαμηλά. Η έλλειψη αυτή ενισχύεται από το γεγονός ότι για το ελληνικό δημόσιο δεν αποτελεί προτεραιότητα η ικανοποίηση του πολίτη αλλά η ικανοποίηση διαφόρων συμφερόντων π.χ. κομματικών, συνδικαλιστικών, επιχειρηματικών ……
Ας ξεκινήσουμε από ψηλά. Ο κ. Καραμανλής έδωσε τη γνωστή κατηγορηματική (όσο και τραγική όπως αποδείχτηκε) απάντηση για την ασφάλεια του ελληνικού σιδηρόδρομου. Άραγε έκανε κάποια ενέργεια για να διαπιστώσει τη βασιμότητα των λεγομένων του; Το πιθανότερο είναι ότι απάντησε ελαφρά τη καρδία ή στην καλύτερη περίπτωση πήρε διαβεβαιώσεις από κάποιους «συμβούλους» που συνηθίζουν να δίνουν αρεστές απαντήσεις. Αν θεωρούσε τις αιτιάσεις των συνδικαλιστών υπερβολικές, δε θα έπρεπε να έχει 2-3 έμπιστους ανθρώπους μέσα στον ΟΣΕ που θα του έδιναν την πραγματική εικόνα; Από τη στιγμή που δεν είχε την πραγματική εικόνα, είχε αποτύχει παταγωδώς ως υπουργός. Αν όμως γνώριζε την κατάσταση και παρ’ όλα αυτά ενήργησε έτσι, απλά τζόγαρε με τη ζωή των επιβατών.
Πηγαίνοντας παρακάτω, θα διαπιστώσουμε ότι η έλλειψη ευθύνης και επαγγελματισμού χαρακτηρίζει τις ενέργειες όλων των εμπλεκόμενων. Αυτών που έκριναν κατάλληλο το μοιραίο σταθμάρχη για τη συγκεκριμένη εργασία, αυτόν που βιάστηκε να τον εντάξει στις συγκεκριμένες βάρδιες για να βγούν οι άδειες, το μοιραίο σταθμάρχη, το σταθμάρχη της προηγούμενης βάρδιας που βιάστηκε να φύγει. Για την ανύπαρκτη ΡΑΣ τι να πούμε;
Φυσικά υπάρχουν και τα οργανωτικά ελλείματα. Από τη διοίκηση του ΟΣΕ εκδίδονταν οδηγίες, χωρίς να ασκείται έλεγχος για την τήρησή τους. Αφού οι οδηγίες εκδόθηκαν, το καθήκον της διοίκησης είχε επιτελεστεί. Ας μη ρωτήσουμε για την αξιολόγηση του προσωπικού. Αν μιλούσαμε για επιχείρηση του ιδιωτικού τομέα χωρίς αξιολόγηση προσωπικού και χωρίς έλεγχο εφαρμογής εντολών-οδηγιών, θα ήταν καταδικασμένη σε κλείσιμο.
Και τώρα τι γίνεται; Διορθώνεται η κατάσταση; Προσωπικά είμαι απογοητευμένος, καθώς δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις. Τα θέματα δε λύνονται αυτόματα ούτε με προσλήψεις (που καθυστερούν ιδιαίτερα π.χ. ΑΣΕΠ 12ος/2022 δεν έχει ολοκληρωθεί), ούτε με περισσότερα χρήματα, ούτε με αλλαγές υπουργού και πρωθυπουργού. Πηγή των κακών είναι νοοτροπίες που δύσκολα αλλάζουν και διαπερνούν όλους τους εμπλεκόμενους, ξεκινώντας από ψηλά και τον τρόπο άσκησης της εξουσίας.
Για να μπούμε στις σωστές ράγες, απαιτείται από τον εκάστοτε πρωθυπουργό αντίληψη του προβλήματος και ισχυρή θέληση και διάθεση για ρήξεις, και πάντως όχι απλή διαχείριση. Είναι αλήθεια ότι από το σημερινό πρωθυπουργό, ειδικά μετά το 41%, περιμέναμε περισσότερα.