Βεβαίως η ιστορία δεν διδάσκει. Άλλωστε, όπως έχει ειπωθεί, αν δίδασκε, δεν θα είχαν γίνει και οι δύο τελευταίοι μεγάλοι πόλεμοι. Παρ’ όλα αυτά είναι συναρπαστική για τις εκπλήξεις της. Αφού ποτέ δεν ξέρεις τι σου επιφυλάσσει το παρελθόν.
Μέχρι και τις ριζωμένες βεβαιότητές σου μπορεί να σου διαταράξει. Με πρώτη απ’ όλες την φαντασίωσή σου για το «μεγαλείο» της «καθαρότητας του αίματος» και για τους «θριάμβους» τους οποίους αυτή θα φέρει. Κάτι που, σε έναν παροξυσμό «σοφίας», επιβεβαιώθηκε πριν λίγα χρόνια ακόμη και από το ΣτΕ (στους παροξυσμούς, τα πάντα είναι πιθανά).
Διότι διατάραξη και αμφισβήτηση όλων αυτών των περί αίματος δαιμονικών προλήψεων και φαντασιώσεων μεγαλείου, που έχουν εμποτίσει κάθε «ανελλήνιστο Ελληναρά», είναι τα «παράδοξα» και «ανοίκεια» που έρχονται από την ιστορία και φωτίζονται από τον Ραψωδό της ανθρώπινης αυτονομίας με τα ακόλουθα:
«Η ανάπτυξη της δουλείας στην Αθήνα συμβαδίζει, νομίζω, μ’ ένα άλλο εξαιρετικά σημαντικό γνώρισμα, την ανάπτυξη του «ιμπεριαλισμού».
Δεν μπορώ να επιμείνω πολύ, αλλά κατά τη γνώμη μου είναι φανερό πως η πολύπλευρη αποτυχία της Αθήνας οφείλεται στον συνδυασμό αυτού τού «ιμπεριαλισμού» με τη διατήρηση της αντίληψης ότι πολιτικά υποκείμενα μπορούν να είναι μόνο οι Αθηναίοι πολίτες.
Το ότι η Ρώμη κατάχτησε τον αρχαίο κόσμο, το ότι σήμερα μιλάμε στη Γαλλία μια γλώσσα που, όπως έλεγε ο Προύστ, αποτελεί μιαν εσφαλμένη προφορά της λατινικής, δεν οφείλεται στην πολεμική αρετή των Ρωμαίων ούτε στη λιτότητά τους αλλά στην εκπληκτική πολιτική σταδιακής αφομοίωσης που επινόησε ή αναγκάστηκε να επινοήσει η Ρώμη, ξεκινώντας φυσικά από τους πληβείους.
Οι πληβείοι αρχικά είναι ξένοι, μετανάστες, μέτοικοι. Αγωνίζονται, αποτραβιούνται στον Αβεντίνο λόφο κ.λπ., και μετά από έναν αιώνα, δύο αιώνες, η Ρώμη αναγκάζεται να τους συγχωνεύσει – και η συγχώνευση των κατακτημένων πληθυσμών απλώνεται σταδιακά, χάρη σε μύριους όσους θεσμούς: ρωμαϊκές αποικίες, λατινικές αποικίες, παραχώρηση της civitas romana σε μερίδες των ηττημένων πληθυσμών, πράγμα που επιτρέπει τον διχασμό τους, στους πληθυσμούς της Ιταλίας μετά τον Συμμαχικό Πόλεμο (90 π.Χ.), και τέλος σε όλους τους ελεύθερους κατοίκους της Αυτοκρατορίας με το διάταγμα του Καρακάλλα (212 μ.Χ.) – ενώ παράλληλα η χειραφέτηση και η αφομοίωση των δούλων εφαρμόζονταν σε όλο και μεγαλύτερη κλίμακα.
Οι Αθηναίοι, αντίθετα, ποτέ δεν εξετάζουν, υπό κανονικές συνθήκες, την επέκταση τού δικαιώματος τού Αθηναίου πολίτη (οι επεκτάσεις πού γίνονται υπέρ των Πλαταιέων και των Σαμίων θα έρθουν αργότερα, την στιγμή της καταστροφής). Γνωρίζουμε πολύ λίγες περιπτώσεις πολιτογράφησης και εξίσου λίγες χειραφετήσεις δούλων.
Η Ηγεμονία παραμένει μέχρι τέλους ως το σύνολο των πόλεων που είναι υποταγμένες στην κατ’ εξοχήν πόλιν, την Αθήνα. Το εγχείρημα επομένως της επέκτασης, ακόμα και της διατήρησης της Ηγεμονίας, γίνεται πολύ σύντομα παράλογο…».
Κορνήλιος Καστοριάδης: «Η άνοδος της ασημαντότητας», σελ. 233-234, Εκδόσεις Ύψιλον».