Ατελείας εγκώμιον

Κώστας Μποτόπουλος 17 Δεκ 2015

Μια χρονιά τρομερή, με την πιο δυσάρεστη έννοια, κλείνει με μια χαραμάδα ελπίδας για την ανθρωπότητα. Η Συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα συγκεντρώνει πολλά κρίσιμα συμβολικά στοιχεία: την πόλη στην οποία επιτεύχθηκε, τόσο για την ακτινοβολία της όσο και για τα πρόσφατα δράματα της, το θέμα της κλιματικής αλλαγής, που επιτέλους φαίνεται να παίρνει τη θέση που του αξίζει –την πρώτη- στην παγκόσμια ατζέντα, το μάζεμα τόσων εγκεφάλων και τόσης ενέργειας σε μια περίοδο τόσων αποσύρσεων και καταβαραθρώσεων. Και μόνο ότι υπήρξε συμφωνία 195 χωρών για το κλίμα αποτελεί μείζον ιστορικό γεγονός.

Μη βιάζεστε, ακούω να λένε ήδη οι λογής «ρεαλιστές»: η Συμφωνία που επιτεύχθηκε είναι τόσο ατελής που είναι σχεδόν σαν να μην έγινε. Αποτελείται από λόγια και όχι από έργα, είδε το φως υπερβολικά αργά ώστε να μπορέσει να είναι αποτελεσματική και, ακόμα κι έτσι, είναι πιο μετριοπαθής και λιγότερο φιλόδοξη από ό,τι θα έπρεπε. Τα βασικά που της καταλογίζονται έχουν παραπάνω από ψήγματα αλήθειας: η συμφωνία αποτελεί πράγματι απλώς μια δέσμευση και δεν υπάρχουν απόλυτες εγγυήσεις για την επιβολή της΄ η κατάσταση στο μέτωπο της κλιματικής αλλαγής είναι τέτοια το 2015 που πιθανότατα χρειαζόταν μια διαφορετική φιλοσοφία μέτρων από εκείνη που άρχισε να συζητείται το 1995, στην πρώτη Συμφωνία του ΟΗΕ για το κλίμα στο Βερολίνο΄ και είναι επίσης αλήθεια ότι, ακόμα και αν όλες οι χώρες υλοποιούσαν τις υποχρεώσεις που ανέλαβαν στο Παρίσι, πάλι η απειλή της κλιματικής αλλαγής δεν θα έσβηνε –η προσπάθεια που απαιτείται για κάτι τέτοιο θα πρέπει να είναι από εδώ και εμπρός διαρκής και αυξητική.

Και για τα τρία αυτά επιχειρήματα υπάρχουν ωστόσο απαντήσεις –τεχνικές και πολιτικές: ναι, πρόκειται «μόνο» για δέσμευση, αλλά πρώτον, αυτό σημαίνει «διεθνής συμφωνία» και δεύτερον, η συγκεκριμένη δέσμευση, εκ μέρους όλων των κρατών, είναι συνειδητή, εθελοντική, πλήρης και υπό έλεγχο –κάτι που σημαίνει ότι κάθε χώρα διαθέτει τη δυνατότητα να επιτύχει το στόχο με τα δικά της μέσα, όχι όμως να τον αγνοήσει ή να τον αναβάλει΄  ναι, αν είχαμε πάρει τα σημερινά μέτρα το 1995 τα πράγματα θα ήταν πολύ καλύτερα, αλλά αν τα παίρναμε το 2020 ή ποτέ θα ήταν πολύ-πολύ χειρότερα (ήδη η αποτυχία της Κοπεγχάγης, πριν από έξι χρόνια, ρίχνει βαριά σκιά)΄ ναι, ακόμα κι αν επιτευχθεί ο στόχος της όχι παραπάνω από 1,5% επιπλέον θέρμανσης, πάλι ο πλανήτης μας θα είναι υπερθερμασμένος και πάλι το πρόβλημα δεν θα λυθεί αν δεν αντιμετωπιστεί στη ρίζα της η παραγωγή ορυκτής ενέργειας –μόνο που αυτή η αντιμετώπιση προϋποθέτει μια συμφωνία σαν τη Συμφωνία του Παρισιού.

Γιατί αυτό, τελικά, είναι το μεγάλο κέρδος και η μεγάλη ελπίδα: ότι η ύπαρξη συμφωνίας, με την επισημότητα, τη μαζικότητα και τη δημοσιότητα που έλαβε, θα κλείσει –τουλάχιστον για τα αυτιά των λογοκρατούμενων ανθρώπων- τη «συζήτηση» περί του κινδύνου και της ανάγκης να γίνει άμεσα κάτι για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και θα ωθήσει, πολιτικούς και επιχειρηματίες, σε μια μεταστροφή προτεραιοτήτων υπέρ των διάφορων -ήδη πολύ πιο πρακτικών και φθηνών- μορφών «καθαρής» ενέργειας. Πολλά ισχυρά λόμπι θα δώσουν ασφαλώς λυσσαλέες μάχες. Ωστόσο η ατελής αυτή συμφωνία εμπεριέχει, για πρώτη φορά σε τέτοιο βαθμό, το σπόρο της συνειδητοποίησης και άρα της τελείωσης.