Το πολιτικό τοπίο βιώνει μία ακόμη φάση απόλυτης ασυναρτησίας. Μετά τον αδιανόητο ανασχηματισμό ακολούθησε, με αφορμή την ιδιωτικοποίηση τμήματος της ΔΕΗ, ένα θέατρο του παραλόγου. Η αξιωματική αντιπολίτευση κατέφυγε στην παντελώς ανούσια μάχη εντυπώσεων «των 120». Αυτή ούτε αφορούσε την κοινή γνώμη ούτε είχε νικητές και ηττημένους. Ηταν μια μάχη κομματικού μικρόκοσμου. Το μόνο ουσιαστικό αποτέλεσμα ήταν να αναδείξει όλες τις κομματικές παθογένειες. Κερασάκι ήταν ο πρόεδρος της Βουλής, που λειτούργησε όχι θεσμικά αλλά «ως Βαγγέλης»!
Από την επομένη των ευρωεκλογών είναι φανερό πως η δικομματική κυβέρνηση διακατέχεται από το έντονο άγχος της πρόκλησης των πρόωρων εκλογών. Το πρόβλημα με τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ είναι ότι στρατηγικά κινούνται ανερμάτιστα. Ο μόνος τρόπος για την αποτροπή των εκλογών αυτών, αντί για παλαιοκομματικές τακτικίστικες κινήσεις, θα ήταν η επένδυση σε ένα κυβερνητικό σχήμα το οποίο θα αποτελούσε ένα τολμηρό άλμα νέου ξεκινήματος. Με τον τρόπο αυτό, ανεξάρτητοι βουλευτές θα πείθονταν πως η κυβέρνηση αξίζει να στηριχθεί για να σταθεροποιήσει την οικονομία. Αντιθέτως, ο πανικός του μικροκομματικού λαϊκισμού έστειλε ένα μήνυμα αδυναμίας. Ποιος όμως επενδύει στην αδυναμία;
Από την άλλη πλευρά, αντί ο ΣΥΡΙΖΑ να αποπνέει σιγουριά και να επενδύει στα κυβερνητικά στρατηγικά αδιέξοδα, σπασμωδικά κατέφυγε στα περί δημοψηφίσματος για τη ΔΕΗ και σε έναν κρατικίστικο λαϊκισμό παλαιοπασοκικών εποχών. Ετσι, φτάσαμε σε έναν κούφιο θόρυβο χάριν του θορύβου.
Από εκεί και πέρα, ο ΣΥΡΙΖΑ αμύνθηκε ισχυριζόμενος ότι θέλει αλλαγές στον δημόσιο τομέα, αν και σε κάθε αλλαγή είναι αρνητικός. Επίσης, η προσπάθεια ταύτισης ΣΥΡΙΖΑ και Χρυσής Αυγής από τη ΝΔ είναι κωμική, όταν είναι οι νεοδημοκρατικοί χειρισμοί (αρχικά θωπείες και μετά θυματοποίηση) που έχουν εκτοξεύσει το ακραίο αυτό κόμμα. Το ασυναρτησίας το ανάγνωσμα περιλαμβάνει επίσης τον τραγέλαφο στον χώρο της λεγόμενης «Κεντροαριστεράς». Αυτή δεν πρόκειται να «ανασυγκροτηθεί» όσο το τοξικό ΠΑΣΟΚ αποτελεί πυλώνα της. Κάθε πολιτικός που εμπλέκεται τώρα στο εγχείρημα αυτό και έχει όντως κάτι να δώσει, απλώς θα «καεί».
Ετσι, η χώρα είναι φανερό πως ούτε τις οικονομικές προκλήσεις μπορεί τώρα να χειριστεί αποτελεσματικά ούτε να δημιουργήσει στοιχειώδη εμπιστοσύνη ότι διασφαλίζει πολιτική σταθερότητα. Η κρίση δεν συνεχίζεται απλώς. Βαθαίνει.