Σίγουρα η ζωή δεν σταματάει επειδή μια χώρα αναλαμβάνει την προεδρία της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Ούτε οι προεδρίες της Ευρωπαϊκής Ενωσης έχουν πλέον την αποστολή και τη δύναμη παρέμβασης που είχαν κάποτε. Ωστόσο, μια στοιχειωδώς σοβαρή χώρα, η οποία, παρά ταύτα, διανύει μια χρόνια κρίση και θέλει να προβάλει τις προσπάθειές της, αξιοποιεί την προεδρία της Ε.Ε. για να ανακτήσει την αξιοπιστία και το κύρος της και να προωθήσει μέρος της δικής της πολιτικής ατζέντας. Αυτό οφείλει να κάνει η κυβέρνηση της χώρας, έχοντας συγκεκριμένο σχέδιο, με δυναμισμό και εξωστρέφεια.
Αντίθετα, στην Ελλάδα η προεδρία φαίνεται να αρχίζει με προβλήματα συντονισμού της κυβέρνησης, λύσεις της τελευταίας στιγμής, εσωτερικά «απρόβλεπτα», υποτονικό σχεδιασμό για την πορεία προς τις ευρωεκλογές, δηλαδή με άστοχες εσωστρέφειες. Αυτές οι εσωστρέφειες οδηγούν αναπόδραστα σε χαμένες ευκαιρίες και επιβεβαιώνουν όσους μιλούν στο εξωτερικό για την «εύθραυστη» Ελλάδα, η οποία δεν έχει ακόμα ανακάμψει και χρειάζεται υποβοήθηση ή και επιτήρηση στους χειρισμούς της. Οι ίδιοι κύκλοι εντοπίζουν το πρόβλημα στη λειτουργία του κράτους και των θεσμών, ενώ ταυτόχρονα δεν γίνεται τίποτα για να διαψευστούν.
Αν αντιστρέφαμε τη ροή των πραγμάτων, θεωρώ ότι σε αυτή τη συγκυρία θα ήταν κρίσιμο, περισσότερο από ποτέ, να καταδειχθεί το ακριβώς αντίθετο, δηλαδή ότι το κράτος, οι θεσμοί και η δημοκρατία λειτουργούν στην κατεύθυνση μιας κανονικότητας. Θα ήταν απολύτως κρίσιμο να προβληθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο από την κυβέρνηση ότι η Ελλάδα δεν είναι ένα παρακμιακό κράτος σκανδάλων και ότι η Δικαιοσύνη εξιχνιάζει πλέον τους διαδρόμους του πολιτικού χρήματος και της διαφθοράς, φτάνοντας ενδεχομένως και στις βαριές βιομηχανίες των εταίρων και δανειστών μας. Αυτό θα προϋπέθετε την άρση της σιωπής για τις περιόδους της επίπλαστης ευμάρειας και του χαμένου εκσυγχρονισμού της χώρας. Θα ήταν εξίσου κρίσιμο να μην είχε εξαντληθεί στην παραπολιτική σκανδαλολογία η ανάγκη διερεύνησης της αξιοποίησης των Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων που εισέρρευσαν στην Ελλάδα, αλλά να ξεκινούσε με ευθύνη της κυβέρνησης η διαλεύκανση των όποιων πολιτικών και επιχειρηματικών ατασθαλιών. Αυτό θα προϋπέθετε πολιτική βούληση για το σπάσιμο των όποιων διαπλεκόμενων συμφερόντων και υπόγειων εξυπηρετήσεων. Και τέλος, ακόμα και στα εσωτερικά «απρόβλεπτα», δεν θα χρειαζόταν μεγάλη διορατικότητα για να προληφθεί η διαφυγή ενός κρατούμενου σε άδεια, ούτε οι παλινωδίες της τελευταίας στιγμής για την εξεύρεση ισοδύναμων μέτρων στην άσκηση των πολιτικών υγείας. Αυτό θα προϋπέθετε απλή λειτουργία των κυβερνητικών μηχανισμών.
Η εσωστρέφεια στην παρούσα συγκυρία είναι σημάδι αδυναμίας και έλλειψης οράματος για τον ρόλο που η χώρα μπορεί να διαδραματίσει. Μια χώρα σαν την Ελλάδα, που παλεύει να βγει από την κρίση και αναλαμβάνει την προεδρία της Ε.Ε. με ορίζοντα τις ευρωεκλογές του 2014, οφείλει να κινηθεί δυναμικά και να καταδείξει την ανάγκη αλλαγής της ευρωπαϊκής πολιτικής, κυρίως στους τομείς της οικονομίας, της ανάπτυξης και της καταπολέμησης της ανεργίας. Πρέπει να αναδείξει στον ευρωπαϊκό διάλογο τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης και τη σύνδεσή τους με ένα κύμα ευρωσκεπτικισμού που όμοιό του δεν έχει γνωρίσει η Ε.Ε. από τη σύστασή της. Είναι ανάγκη να μιλήσει για τη χαμένη γενιά των νέων ανέργων και των νέων επιστημόνων που μεταναστεύουν, για την κατάρρευση της κοινωνικής συνοχής στην Ευρώπη και την ανάγκη σύνδεσης της δημοσιονομικής προσαρμογής με την κοινωνική προστασία, όχι για να ακυρώσει το ευρωπαϊκό εγχείρημα, αλλά για να χτίσει συμμαχίες για την αλλαγή της ευρωπαϊκής πολιτικής. Είναι καθήκον της, τέλος, να αφυπνίσει τους λαούς της Ευρώπης για την άνοδο της Ακροδεξιάς και για τους κινδύνους εκφασισμού της κοινωνίας, που οδηγούν στην αμφισβήτηση των δημοκρατικών θεσμών και την αλλοίωση του ευρωπαϊκού αξιακού προτύπου.
Με δυο λόγια, πέρα από την τρέχουσα διαχείριση, το όραμα της ελληνικής προεδρίας θα ήταν να ανοίξει την πολιτική ατζέντα στα ζητήματα της κοινωνίας, της δημοκρατίας και της αλληλεγγύης με όρους ευρωπαϊκής συμμετοχής και διεκδίκησης του κοινού ευρωπαϊκού μέλλοντος. Σε αυτά τα ζητήματα θα κληθούν να απαντήσουν με την ψήφο τους οι πολίτες στις εκλογές του Μαΐου και στα ίδια ζητήματα η Ελλάδα μπορεί να διαδραματίσει ρόλο καταλύτη. Αρκεί να υπάρξουν η πολιτική βούληση γι’ αυτόν τον ρόλο και οι πολιτικές που θα τον υποστηρίξουν.