Ελπίζω πως όσοι είχαν ταχθεί υπέρ μιας a priori συναίνεσης στην κυβερνητική πρόταση για το ασφαλιστικό (φλέρταραν, δηλαδή, –επί το λαϊκότερον- με «γουρούνι στο σακί»), να έχουν ανακρούσει πρύμναν μετά τις σχετικές ανακοινώσεις Κατρούγκαλου.
Το ασφαλιστικό συνιστά κλασικό παράδειγμα του ότι η αναβολή στην επίλυση ενός προβλήματος οδηγεί στο να το βρίσκεις μπροστά σου μεγεθυμένο έπειτα από κάποια χρόνια. Το ίδιο συμβαίνει και όταν η αντιμετώπισή του είναι ένα “γρήγορο σκούπισμα” και η τοπθέτησή του “κάτω από το χαλί”.
Ακριβώς τα ίδια ισχύουν και όσον αφορά την κυβερνητική πρόταση. Σε σύντομο χρονικό διάστημα θα αναγκασθούμε ν’ ασχοληθούμε και πάλι με το ζήτημα του ασφαλιστικού. Άλλωστε, είναι και η ίδια η πρόταση που δίνει ραντεβού για το 2018 όταν θα πάψει να ισχύει η “προσωπική διαφορά” και οι παλαιές συντάξεις θα πάρουν –κατά Κατρούγκαλο- την… ανηφόρα.
Βέβαια, η πρόταση αυτή δεν έχει πάρει το πράσινο φως από το κουαρτέτο οπότε δεν μπορεί να θεωρηθεί τελική. Κατά δεύτερο και κυριότερο η πρόταση αυτή απέκτησε από την πρώτη μέρα δημοσιοποίησής της… κυλιόμενο χαρακτήρα, αφού ο αρμόδιος υπουργός άρχισε τις… εκπτώσεις. Ας δούμε, όμως, παρόλα αυτά συνοπτικά μερικά προβλήματά της.
Το μείζον είναι πως παραμένει εγκλωβισμένη στα όρια του υφιστάμενου και αδιέξοδου συτήματος αναπαράγοντας μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις διευρυμένα στρεβλώσεις του. Έτσι η λειψή ανταποδοτικότητα του υφιστάμενου συστήματος εκτινάσσεται στα ύψη, καθώς με ακραίο ισοπεδωτισμό η κυβέρνηση προβλέπει ελάχιστη διαφορά στις καταβαλλόμενες νέες συντάξεις σε σχέση με το χρόνο ασφάλισης και τις καταβληθείσες εισφορές. Η υπαρκτή και μεγάλη εισφοροδιαφυγή αποκτά έδαφος για να ανθίσει περαιτέρω αφού ο εργαζόμενος δεν έχει κίνητρο να αποκτά και να απαιτεί ένσημα πέρα από κάποια minimum επίπεδα. Το ύψος της σύνταξης δε συνδέεται με τις καταβληθείσες εισφορές αλλά με κλιμακωτά ποσοστά αναπλήρωσης του μέσου μισθού τα οποία είναι προς διαπραγμάτευση. Οι εσωτερικές διαφοροποιήσεις και ανισότητες (π.χ. καταβολή συντάξεων απευθείας από τον προϋπολογισμό με πολλαπλάσια κατά κεφαλή δαπάνη έναντι του ΙΚΑ) δεν αναφέρεται πως –και αν- θα αντιμετωπισθούν ενώ τίποτα δεν αποκλείει να προστεθούν και άλλες (π.χ. μέσω της αρχικής εξαίρεσης από την πρόταση –για νομοτεχνικούς λόγους- των δημοσίων υπαλλήλων και των υπαλλήλων της Βουλής) ή να προκύψουν στην πορεία εξαιρέσεις από την «εξομοίωση» με το καθεστώς των μισθωτών. Το βάρος των εισφορών αυξάνεται πάλι, παρότι συνιστά ένα αυτόνομο και διαχρονικό πρόβλημα του συστήματος.
Τα προηγούμενα στα οποία μπορούν να προστεθούν και πολλά άλλα, πράγμα που σίγουρα θα κάνουν άλλοι πολύ πιο «ειδικοί» από τον γράφοντα, συνιστούν επαρκείς λόγους για την απόρριψη της κυβερνητικής πρότασης από τα κόμματα της «ευρωπαϊκής αντιπολίτευσης». Μαζί με το ότι δεν είναι δυνατό να επιδιώκεται συναίνεση a la carte και παράλληλα ο ΣΥΡΙΖΑ να κυβερνά όπως κυβερνά και να πράτει όσα πράτει, η επιχειρηματολογία είναι ακλόνητη.
Τούτων όλων δοθέντων είναι πραγματικά ακατανόητο γιατί Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ -πλειοψηφικά και με ελάχιστες εξαιρέσεις σε επίπεδο στελεχών- επιδίδονται σε αντιπολιτευτικές ανοησίες, λες και παρέλαβαν την αντιμνημονιακή σκυτάλη από τον Αλ. Τσίπρα στη… σκυταλοδρομία του λαϊκισμού. Γιατί τι άλλο είναι όταν αντιπροτείνουν «ούτε μείωση συντάξεων ούτε μείωση εισφορών», εν ολίγοις τον… τετραγωνισμό του κύκλου.
Η κατάσταση έχει από πολλές πλευρές ωριμάσει ώστε να προταθεί ένα ριζικά νέο ασφαλιστικό σύστημα πολλαπλών [τριών] πυλώνων. Τις προάλλες ανάλογη πρόταση κατέθεσε το ΕΒΕΑ, είχε προηγηθεί η πρόταση της «Επιτροπής Σοφών», πολύ παλιότερα η πρόταση της ΑΕΚΑ και άλλες επεξεργασίες. Ένα καινούριο ασφαλιστικό σύστημα –αντί για το διαρκές “κόψε ράψε”- κατοχυρώνει μεσομακροπρόθεσμη βιωσιμότητα. Ενδέχεται έτσι να απαλυνθούν κατά τι και οι βραχυπρόθεσμες απαιτήσεις.
Αυτό το σύστημα πρέπει –έστω και τώρα- να αντιπροτείνει ο προοδευτικός, κεντροαριστερός μεταρρυθμιστικός χώρος στην… κατρουγκάλεια κυβερνητική πρόταση. Έτσι κατοχυρώνεται η ηγεμονική κοινωνική και πολιτική παρέμβαση. Με κραυγές, γκρίνιες ή δημαγωγικές αναπαλαιώσεις κατοχυρώνεται μόνο ένας περιθωριακός ρόλος.
Στο κάτω-κάτω οι «ειδικοί» είναι εδώ: ο Πλάτων Τήνιος και ο Μάνος Ματσαγγάνης που πρότειναν αυτό το σύστημα από παλιά, ο Ροβέρτος Σπυρόπουλος και ο Μιλτιάδης Νεκτάριος με την πολύχρονη –εκτός των άλλων- εμπειρία διοίκησης του ΙΚΑ αλλά και ο Γ. Κουτρουμάνης ενώ θα μπορούσαν να βοηθήσουν με τη γνώση και την εμπειρία τους στη διαπραγμάτευση με τους εταίρους ο Πάνος Τσακλόγλου, ο Γιώργος Παγουλάτος και αρκετοί άλλοι που ξεχνώ αυτή τη στιγμή κι ας με συγχωρήσουν. Αν μάλιστα, την προεδρία της Ομάδας εκπόνησης της πρότασης αναλάμβανε ο Τάσος Γιαννίτσης, θα ήταν εύλογος και προφανής ο συμβολισμός.
Αντιλαμβάνομαι τη δυσκολία που έχουν τα εν τη Βουλή κόμματα του κεντροαριστερού χώρου να αναλάβουν μια τέτοια πρωτοβουλία, αφού έχουν καθυστερήσει χαρακτηριστικά το συντονισμό τους.
Ας έρθει, λοιπόν, η πρόταση “από τα κάτω”.
Αναζητείται ο φορέας που θα αναλάβει τη σχετική πρωτοβουλία. Εκτός κι αν υπάρξει… αυτοοργάνωση.