Η συζήτηση που φούντωσε με τα λεχθέντα από την Κική Δημουλά για τους μετανάστες και με αφορμή τις χυδαίες ύβρεις και τα απαράδεκτα σχόλια που εκτοξεύτηκαν εναντίον της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, δεν έχει καμία πρωτοτυπία. Είναι μια συζήτηση που επαναλαμβάνεται κάθε φορά που ένας «επαγγελματίας» του λόγου, ένας άνθρωπος που έχει τη δυνατότητα να αποτυπώνει τις απόψεις του σε χαρτί και αυτές να εκδίδονται, τολμάει να εκφράσει απόψεις διαφορετικές (δεν εξετάζω εδώ αν είναι ποιοτικότερες ή όχι) απ’ αυτές που κυριαρχούν σ’ αυτά τα δίκτυα.
Πολύ φοβάμαι, όμως, πως αυτή η συζήτηση γίνεται στο γήπεδο των εχθρών του πολιτισμένου λόγου. Γιατί ακόμη και αυτοί που θέλησαν να υπερασπιστούν την ελευθερία της ποιήτριας να έχει την άποψή της για το θέμα, χωρίς αυτόματα να την κατατάσσουν στους εχθρούς ή τους φίλους του λαού, το έκαναν χρησιμοποιώντας τις ίδιες απλουστευτικές εικόνες και λέξεις με εκείνους που την έβριζαν. Γιατί το πρόβλημα δεν είναι η αγριότητα και οι χυδαίοι όροι, αλλά το ίδιο το μέσο, το οποίο επιτρέπει στην αγριότητα να αισθανθεί πως ελευθερία είναι η ύβρις του άλλου. Αν για τον Σαρτρ «η κόλαση είναι οι άλλοι», σήμερα οι άλλοι είναι ο παράδεισος, αρκεί να μπορούμε να τους βρίζουμε. Και πού αλλού υπάρχει ένα τόσο δημοκρατικό (sic) μέσο, που όχι μόνο επιτρέπει τις ύβρεις, αλλά και τις απογειώνει στο επίπεδο της άμεσης δημοκρατίας; Μα φυσικά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Οι βάρβαροι, οι μανιχαϊστές, οι υβριστές βεβαίως και δεν είναι γεννήματα-θρέμματα του διαδικτύου. Είναι αποτελέσματα κατακερματισμένων και απαίδευτων κοινωνιών. Που όμως, ω του θαύματος, λόγω αυτού του κατακερματισμού τους λειτουργούν ως σμήνη. Ο καθένας στην κοινωνία του θεάματος και του καταναλωτισμού μπορεί να εκφράσει την ατομικότητά του, όχι μέσω των επιτευγμάτων του, αλλά μέσω της απαξιωτικής στάσης και «κατανάλωσης» των επιτευγμάτων των άλλων. Και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης συμβάλλουν στο να καταβροχθισθούν, να καταξεσκισθούν τα επιτεύγματα των άλλων, των ελίτ, των βολεμένων, των λαμόγιων, των προδοτών. Των, των, των χιλιάδων των…
Στο ρευστό μετανεωτερικό κόσμο των κατακερματισμένων σχέσεων η ατομικότητα (αυτή η υπέρτατη αξία του Διαφωτισμού και της νεωτερικής κοινωνίας) μπορεί να εκφραστεί όταν γίνεται σμήνος. Και σμήνος γίνεται η ατομικότητα όταν, μεταξύ των άλλων, μπαίνει στο διαδίκτυο, όχι για να αντλήσει πληροφορίες, τις οποίες καλείται να μετατρέψει σε γνώση, αλλά για «να πουλήσει μαγκιά και εξυπνάδα». Αυτό ισχύει ακόμη και όταν μπαίνει για να υπερασπίσει το πολύπλοκο με απλουστευτικό λόγο και ανεξάρτητα αν μπαίνει επωνύμως ή ακόμη χειρότερα, όταν –τις περισσότερες φορές – εισβάλλει ανωνύμως. Οι βάρβαροι φυσικά και δεν γεννιούνται στον κυβερνοχώρο, στην ασύδοτη όμως σκοτεινή πλευρά του επιτρέπεται η έκλυση της συσσωρευμένης στην κοινωνία βαρβαρότητας.
Στον κόσμο της, κατά Μπάουμαν, ρευστής νεωτερικότητας ο κανόνας είναι πως τίποτα δεν είναι μόνιμο, σταθερό και συνεχές. Σ? αυτόν τον κόσμο δεν υπάρχουν σταθερές ανθρώπινες σχέσεις. Η μόνη πραγματικότητα είναι η ανύπαρκτη κοινωνικότητα των μέσων «κοινωνικής» δικτύωσης. Οι μόνοι σταθεροί δεσμοί είναι αυτοί που εγκιβωτίζονται στα «δίκτυα». Ο άνθρωπος της ρευστής κοινωνίας έχει απολέσει κάθε δική του κοινωνική δεξιότητα και ικανότητα. Οι δεξιότητές του είναι αυτές των δικτύων, η κοινωνικότητα του επαφίεται στον «πατριωτισμό» αυτών των ίδιων δικτύων. Είναι ένας άνθρωπος που φοβάται τη μείξη (μειξιφοβία) και τη σχέση με τους διαφορετικούς απ? αυτόν. Και αυτό το εκφράζει, όταν και όπου του δίνεται η ευκαιρία. Και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (ω τι περίφημος ευφημισμός) του δίνουν αυτή την ευκαιρία.
Την ίδια βεβαίως ευκαιρία δίνουν και στον καλλιεργημένο άνθρωπο, όταν και αυτός απελευθερώνεται από τα δεσμά και τους κανόνες ενός λόγου προκαταβολικά αξιολογημένου από τον εκδότη, τον αρχισυντάκτη της εφημερίδας, τον χειριστή του ηλεκτρονικού μέσου. Όταν μπορεί επιτέλους, ρε παιδί μου, και αυτός άμεσα, χωρίς τα δεσμά των κριτών του, να βρίζει, να χυδαιολογεί και να εκχυδαΐζει τους άλλους και να αυτογελοιοποιείται, πουλώντας την ψυχή του στη δημοφιλία των διαδικτυακών «φίλων». Με αυτό τον τρόπο, όμως, στην προσπάθεια του να διευρύνει το κοινό του ο καλλιεργημένος άνθρωπος, διευρύνει μόνο το λεξιλόγιό του στα «γαλλικά».
Ο χωρίς ιδιότητες άνθρωπος (Ρόμπερτ Μούζιλ) της πρώτης νεωτερικότητας εκτοπίζεται από τον άνθρωπο χωρίς δεσμούς. Και όμως να, ακριβώς την ώρα που αυτός ο άνθρωπος αισθάνεται μόνος, χωρίς δεσμούς, την ίδια ώρα έρχεται ο από μηχανής Θεός του κυβερνοχώρου και του δίνει τη δυνατότητα, μαζί με τους ομοϊδεάτες του, να κατασπαράξει τον «ελιτίστα», εκείνον δηλαδή που μπορεί και τυπώνει την άποψή του. Και όχι μόνο αυτό. Γίνεται και ο ίδιος ελιτίστας, δημοσιοποιεί την άποψή του χωρίς τίποτα να τον αξιολογεί, τίποτα να τον δεσμεύει, τίποτα να τον «εξανθρωπίζει». Η κοινωνία των λύκων στον παράδεισο των 140 χαρακτήρων.
Τελικά η ισχυρή ροή της πληροφορίας δεν είναι η πηγή από την οποία πηγάζει το ποτάμι της άμεσης δημοκρατίας, αλλά ένας σωλήνας που διοχετεύει τα περιεχόμενα της πραγματικής πολιτικής σε «ηλεκτρονικές αποθήκες», καθιστώντας τη λαϊκή κυριαρχία και την πολιτική στείρα, ανενεργή και ασήμαντη. Αρκεί να ρίξει κανείς μια ματιά στο επίπεδο των πολιτικών αντιπαραθέσεων που κατά καιρούς φουντώνουν στα «δίκτυα». Στο Διαδίκτυο η σύγκρουση και η αντιπαράθεση ιδεών αντικαθίστανται από ηχητικά αποσπάσματα, φωτογραφικά στιγμιότυπα και ύβρεις, ύβρεις, πολλές ύβρεις.
Στο Διαδίκτυο οι άνθρωποι παίζουν, όχι όμως όπως ο homo ludens του Χουίζινγκα. Εδώ το παιγνίδι τους αφορά τη μετατροπή των αναζητούμενων ανθρώπινων σχέσεων και γνώσεων σε σμήνη εξυπνακισμών και like. Στον κόσμο του διαδικτύου, όπως τον περιγράφει ο Μπάουμαν, ο έρωτας και η γνώση γίνονται το παιγνίδι μιας φαντασιόπληκτης ατομικότητας, μιας ατομικότητας-σμήνος. Αυτή η ατομικότητα-σμήνος εύκολα γίνεται σκουπίδι πεταμένο στη χωματερή της βιομηχανίας του διαδικτύου που από μέσο άντλησης πληροφοριών, όταν γίνεται λελογισμένη χρήση του, μετατρέπεται καθημερινά σε εργαλείο αμφισβήτησης της κοινωνικότητας των ζωντανών σχέσεων.
Νομίζω, επομένως, πως περιστατικά τύπου Δημουλά δεν αντιμετωπίζονται με τα πυρά των «καλλιεργημένων» εναντίον των βαρβάρων, αλλά με την αποστασιοποίηση των πρώτων από το μέσο της βαρβαρότητας των δεύτερων.
Ο ανθρώπινος λόγος δεν είναι τυχαίο που μεγαλούργησε στο χειρόγραφο του Καντ και όχι στην οθόνη του υπολογιστή των συγγραφέων του ανθρώπινου σμήνους. Μα και η πολιτική μεγαλούργησε στα πραγματικά κινήματα και όχι στις πολιτικές κινήσεις του facebook.
Φυσικά και δεν ζητώ καμία απαγόρευση και φιλτράρισμα του διαδικτύου, φυσικά και δεν ζητώ να σπάσουμε τα κομπιούτερ μας, φυσικά και δεν είμαι οπαδός της τεχνοφοβίας και φυσικά ακόμη περισσότερο δεν ζητώ να μη δημοσιεύονται άρθρα στο διαδίκτυο και να μη τα διαβάζουμε εκεί.
Ζητώ απλά να εκμεταλλευτούμε τις ανθρώπινες ιδιότητές μας και να φιλτράρουμε οι ίδιοι αυτό που ψάχνουμε στο διαδίκτυο. Κυρίως, όμως, ζητώ ως αυτόνομα και αυτοκαθοριζόμενα τέκνα του Διαφωτισμού να επιλέξουμε να συναντιώμαστε στα ανθρώπινα δίκτυα. Ας αφήσουμε τη βαρβαρότητα στους βάρβαρους. Ας αναζητήσουμε στο διαδίκτυο τις πληροφορίες και στο «πανηγύρι των ανθρώπινων συναθροίσεων» (Ρουσό) τη χαρά του ανθρώπου, που δεν είναι τίποτα άλλο παρά ο πλούτος των κοινωνικών του σχέσεων (Μαρξ).