Πώς θα είναι ένας Κόσμος όπου οι γεωπολιτικοί ανταγωνισμοί οξύνονται και αποκτούν όλο και περισσότερο πολιτισμικό χαρακτήρα; Η αναρώτηση δεν είναι «φιλοσοφική» ούτε επετειακή υπενθύμιση της περιώνυμης «σύγκρουσης των πολιτισμών» του Σάμιουελ Χάντινγκτον που γράφτηκε ακριβώς πριν τριάντα χρόνια, και όχι τυχαία, μνημονεύεται συχνότατα τον τελευταίο καιρό. Η ανησυχία και η απαισιοδοξία των διεθνών αναλυτών είναι προφανής. Γιατί σε αντίθεση με τις αντιπαραθέσεις για την αναδιανομή του εισοδήματος που βρίσκουν πιο εύκολα τον τρόπο του συμβιβασμού, οι πολιτισμικές και οι ταυτοτικές συγκρούσεις εύκολα οδηγούνται στο «ή αυτοί ή εμείς». Ένα μικρό αλλά αποτρόπαιο δείγμα πήραμε αυτές τις μέρες που η Μέση Ανατολή φλέγεται για άλλη μια φορά.
Ασφαλώς οι «πολιτισμοί» και οι πολιτισμικές ταυτότητες είναι πολύ πιο εύπλαστες και μεταβαλλόμενες κατασκευές από όσο υποστήριζε ο Χάντινγκτον. Εξαρτάται από το συγκεκριμένο κάθε εποχή ιστορικοπολιτικό πλαισίου για το αν θα λειτουργήσουν συγκρουσιακά ή αλληλοενισχυτικά, καταπιεστικά ή απελευθερωτικά.Και το σημερινό ιστορικοπολιτικό πλαίσιο θέτει κρίσιμα προβλήματα στον δυτικό κόσμο. Η εποχή όπου είχε την οικονομική και πολιτική ισχύ ώστε να επιβάλει και να επιβλέπει ένα διεθνές διακρατικό σύστημα βασισμένο σε κανόνες έχει παρέλθει. Η παγκοσμιοποίηση μετέβαλε τους διακρατικούς συσχετισμούς, ο Κόσμος μίκρυνε και οι πολιτισμοί έρχονται σε διαρκή πια επαφή είτε στο εσωτερικό κάθε δυτικής κοινωνίας, είτε μεταξύ των διαφορετικών κρατών. Πρώην περιφερειακές χώρες όπως η Κίνα και η Ινδία, υιοθέτησαν τον καπιταλισμό αλλά όχι τις «δυτικές αξίες, και αναδεικνύονται σε παγκόσμιες δυνάμεις. Πολιτισμικά διχασμένες χώρες όπως η Ρωσία και η Τουρκία κινούνται με τα δικά τους διλήμματα. Η Ρωσία του Πούτιν αρνήθηκε την προσέγγιση με την Ευρώπη, απέτυχε να υιοθετήσει έναν παραγωγικό καπιταλισμό όπως οι κινέζοι, και προτίμησε να προτάξει τη στρατιωτική της ισχύ και την «ευρασιατική» της ταυτότητα– ό,τι και αν σημαίνει αυτό. Η Τουρκία του Ερντογάνστροβιλίζεται ζαλίζοντας εαυτήν και αλλήλους, με τελευταία πρόθεση να πρωταγωνιστήσει στον μουσουλμανικό κόσμο. Ο αραβικός κόσμος από την άλλη, πέρα από τις εσωτερικές αντιθέσεις του, δεν έχει ένα κυρίαρχο κράτος να τον εκφράσει όπως συμβαίνει με τους άλλους πολιτισμούς, και γι’ αυτό συμμετέχει στη διεθνή σκηνή μέσω διαφορετικών διακρατικών συμμαχιών.
Μέσα σε αυτόν τον χαώδη και αποσταθεροποιημένο Κόσμο, η Δύση αναζητά τη νέα θέση της. Για δύο αιώνες υπήρξε ο ηγεμονικός πολιτισμός, πιστεύοντας ότι βασίζεται σε αξίες και ιδέες οικουμενικές, στις οποίες προοπτικά θα προσχωρούσαν με τον έναν ή άλλο τρόπο οι άλλοι πολιτισμοί. Σήμερα προσπαθεί να ανακόψει την υποχώρησής της στον παγκόσμιο στίβο, να ανακτήσει τις δυνάμεις της και να επιβεβαιώσει τις αξίες που καθόρισαν ιστορικά τον πολιτισμό της. Για να το πετύχει πρέπει να ανταποκριθεί σε μια αντιφατική εκ πρώτης όψεως πρόκληση που έχει στο επίκεντρό της την οικουμενικότητα - έννοια που καθόρισε ιστορικά τη δυτική ταυτότητα. Στη διεθνή σκηνή ο δυτικός πολιτισμός χρειάζεται να εγκαταλείψει την φιλοδοξία ότι είναι δυνάμει οικουμενικός και να συμβιβαστεί με την μερικότητα και την ιδιαιτερότητά του. Αντιθέτως, στο εσωτερικό των δυτικών κοινωνιών, η οικουμενικότητα των αξιών και των ιδεών χρειάζεται να ενισχυθεί γιατί έχει υποστεί υποχωρήσεις που υποβαθμίζουν την ποιότητα της φιλελεύθερης δημοκρατίας.
Στον διεθνή λοιπόν στίβο, η Δύση (ιδίως οι ΗΠΑ) είναι απαραίτητη αλλά όχι πλέον ηγεμονική δύναμη. Δεν έχει ούτε την ισχύ ούτε την ελκτικότητα για να εξάγει τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα σε χώρες και πολιτισμούς που δεν θέλουν να τα εισάγουν – διατηρώντας πάντα τη διεθνιστική αλληλεγγύη σε όσους και όσες παλεύουν για αυτά στις χώρες τους. Επιπλέον, η παγκοσμιοποίηση με ατμομηχανή τον χρηματοπιστωτικό καπιταλισμό και την νεοφιλελεύθερη ιδεολογία της δεκαετίας του 1990 έχει πάψει εδώ και καιρό να πριμοδοτεί τη Δύση. Άλλωστε το τοπίο άλλαξε ριζικά. Η κρίση του 2008 επιβράδυνε τις παγκοσμιοποιητικές διαδικασίες (slowbalization), η επιδημία του κορωνοϊού σμίκρυνε τις αλυσίδες παραγωγής, και ο γεωπολιτικός ανταγωνισμός ΗΠΑ-Κϊναςεπαναφέρειπρακτικές προστατευτισμού, κρατικού προγραμματισμού στρατηγικών τομέων (ημιαγωγοί, μπαταρίες, σπάνια υλικά), επιλογή φιλικών χωρών για την εγκατάσταση των δυτικών επιχειρήσεων. Βρισκόμαστε μακριά από την περίοδο που η αντιπαράθεση «κράτος ή αγορά» χώριζε τις πολιτικές παρατάξεις. Στο νέο αυτό πλαίσιο η δημοκρατική Δύση πρέπει να ανακτήσει την οικονομική της δύναμη αλλά και να αποδείξει ότι εξακολουθεί να είναι οικονομικά αποτελεσματικότερη από τους νέους αυταρχισμούς που την αντιμάχονται. Εδώ όμως ανακύπτει η λεπτή γραμμή. Ο νέος γεωπολιτικός και οικονομικός ανταγωνισμός δεν θα πρέπει να εκτραπεί σε νέο ψυχρό πόλεμο, γιατί σε έναν αλληλεξαρτημένο κόσμο χρειάζεται πάντα μια επαρκής συνεργασία ώστε να εξασφαλίζονται τα οικουμενικά δημόσια αγαθά - με πρώτο την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης.
Αντιθέτως, στο εσωτερικό των δυτικών κοινωνιών το πρόβλημα είναι η διάβρωση του οικουμενικού αξιακού πυρήνα της φιλελεύθερης δημοκρατίας από ποικίλες πηγές. Και εδώ οικονομικοκοινωνικές και πολιτισμικές αιτίες αλληλοτροφοδοτούνται. Η παγκοσμιοποίηση των τελευταίων δεκαετιών μείωσε την φτώχεια στον κόσμο, αλλά αύξησε τις ανισότητες στις δυτικές κοινωνίες. Όμως οι πολιτισμικοί παράγοντες έχουν τη δική τους αυτόνομη συμβολή όπως δείχνουν όλες οι έρευνες. Τρεις αλληλοσυνδεδεμένες είναι οι εστίες αυτής της υποβάθμισηςπου αποκόβουν τη φιλελεύθερη δημοκρατία από το οικουμενικό θεμέλιό της. Ουσιαστικά είναι τρεις διαφορετικές εκδηλώσεις αυτού που ονομάζεται «πολιτική των ταυτοτήτων» - μιας πολιτικής δηλαδή που κινητοποιεί με βάση τις πολιτισμικές ταυτότητες και όχι τα γυμνά οικονομικοκοινωνικά συμφέροντα – αν ποτέ συνέβαινε αυτό. Εδώ εντάσσεται καταρχάς, η άνοδος της ακροδεξιάς ιδεολογίας που εργαλειοποιεί το μεταναστευτικό, τον συντηρητικό εθνικισμό και τον ρατσισμό. Δίνει έτσι μια αυταρχική απάντηση στηνκρίση του εθνικού κράτους η οποία κρίση έχει ανατρέψει την προϋπάρχουσα ισορροπία ατομικής ελευθερίας και κοινωνικής συνοχής. Η δεύτερη εκδήλωση πριμοδοτεί τη διαφορετικότητα (φύλου, φυλής, εθνότητας, σεξουαλικού προσανατολισμού, κλπ) αποκόβοντάς την όμως, αν δεν την αντιπαραθέτει, στην οικουμενικότητα των δικαιωμάτων. Είναι κατά κανόνα αριστερόστροφη, αναπαράγει με νέα μορφή τον αντικαπιταλισμό και τον αντιδυτικισμό, γι’ αυτό άλλωστε δεν μπορεί να καλλιεργήσει τη διεθνιστική αλληλεγγύη προς τις/τους όμοιες/ους που υποφέρουν στις χώρες των άλλων πολιτισμών. Η σιωπή των δυτικών αριστερών φεμινιστικών ή ΛΟΑΤΚΙ ομάδων προς τις γυναίκες του Ιράν, ή τους ομοφυλόφιλους του αραβικού κόσμου, είναι χαρακτηριστική. Η τρίτη εκδήλωση είναι η πιο προβληματική. Πρόκειται για την ακραία πολιτική ορθότητα και τη συνεπαγόμενη κουλτούρα ακύρωσης (cancelculture) που εξελίχθηκε σε μάστιγα των αμερικανικών κυρίως πανεπιστημίων και εξομοιώνει τον δυτικό πολιτισμό με τον ρατσισμό, την αποικιοκρατία και τη βία. Σαν να μην είναι ο πολιτισμός που έχει πραγματοποιήσει την πιο ριζική αυτοκριτική, συγκριτικά με τους άλλους πολιτισμούς.
Μερικότητα προς τα έξω, οικουμενισμός προς τα μέσα. Αυτή λοιπόν την φαινομενικά αντιφατική πρόκληση αντιμετωπίζει η Δύση προκειμένου να ανακτήσει την ισχύ της χωρίς να τροφοδοτήσει έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο και μια σκληρή σύγκρουση πολιτισμών.
Πηγή: www.tanea.gr