«Αριστερός» χουλιγκανισμός

Νίκος Μπίστης 02 Οκτ 2012

* Περίμενα κάποιες μέρες μήπως και φιλοτιμηθεί η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ και αποδοκιμάσει τα υβριστικά συνθήματα της νεολαίας του κόμματος κατά του Φώτη Κουβέλη. Είχαν προηγηθεί τα άρθρα του Κώστα Ρεσβάνη στο Protagon, του Ηλία Κανέλλη στα ΝΕΑ, του Παντελή Καψή στο Έθνος και προφανώς άλλων πολλών που δεν πίστευαν στ’ αυτιά τους. Μάταιη η αναμονή. Η σιωπή της ηγεσίας και προσωπικά του Τσίπρα, είναι εκκωφαντική και εξαιρετικά αποκαλυπτική της ολοκληρωτικής μετάλλαξης που έχει υποστεί ο χώρος αυτός. Ούτε καν τα συνήθη «ναι μεν αλλά», για τα μάτια. Πιο εκκωφαντική είναι η σιωπή της υποτιθέμενης μετριοπαθούς πτέρυγας του ΣΥΡΙΖΑ, που ίσως και να ήθελε να αποδοκιμάσει, αλλά δεν θέλει και να τα χαλάσει με την κομματική νεολαία, που μπορεί να μην διαθέτει ήθος, αλλά διαθέτει ψήφους. Ούτε μια στραμπουλιγμένη διαφοροποίηση τύπου Παπαδημούλη, όπως όταν ο Δρίτσας ανέλαβε την υπεράσπιση των εξεγερμένων φοροφυγάδων της Ύδρας. Και να σκεφτεί κανείς ότι για χρόνια ήταν μαζί με τον Κουβέλη στην «ανανεωτική πτέρυγα» του Συνασπισμού. Πιο επώδυνη είναι η αδιαφορία των παλιών γραμματέων και στελεχών του Ρήγα Φεραίου, του Μπάμπη Γεωργούλα, του Νίκου Βούτση και άλλων που έχουν απομείνει στον ΣΥΡΙΖΑ. Γιατί αυτοί ξέρουν και όφειλαν να αντιδράσουν.

Η νεολαία του ΚΚΕ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ με τη δράση της και την πολιτική αισθητική της, έκανε πράξη την προτροπή του κόμματος της κομμουνιστικής ανανέωσης για «άλλο ύφος και ήθος» στην άσκηση της πολιτικής. Την θυμούνται φίλοι και αλλοτινοί «εχθροί» για το σύνθημα «Λαός ενωμένος ποτέ νικημένος» και όχι για υβριστικά συνθήματα κατά του Φλωράκη. Ήταν η νεολαία στα Φεστιβάλ της οποίας πήγαινε ασμένως ο «δεξιός» -και ουσιαστικά τόσο αριστερός- Μάνος Χατζιδάκις, ακριβώς επειδή τον είχε κερδίσει η πολιτική και αισθητική ατμόσφαιρα μέσα στην οποία ζούσαν και δημιουργούσαν οι Ρηγάδες και οι Ρηγήτισσες. Αλλά και παραδίπλα στη νεολαία του ΚΚΕ, την πανίσχυρη τότε ΚΝΕ, παρά την ένταση του κομμουνιστικού εμφυλίου και παρά το γεγονός ότι τα δικά μας συνθήματα ήταν πιο σκληρά και χωρίς τον δημιουργικό αυθορμητισμό των Ρηγάδων, δεν διανοηθήκαμε να χλευάσουμε δημόσια τον Λεωνίδα Κύρκο ή τον Μπάμπη Δρακόπουλο. Και αν τολμούσαμε να το διαπράξουμε, οι φωνές του Καπεταν Γιώτη θα μας κυνηγούσαν ακόμα. Δεν θέλω να ωραιοποιήσω τίποτε, όλοι έχουμε και έντονα αρνητικές εμπειρίες από εκείνη τη σκληρή αντιπαράθεση, όλοι αισθανθήκαμε το Κόμμα – ανανεωτικό και δογματικό – να μας τραβάει από το μανίκι και οι περισσότεροι αντιδράσαμε. Όμως υπήρχαν όρια σε αυτήν τη σκληρή ενδοαριστερή αντιπαράθεση, που φροντίζαμε να μην υπερβαίνουμε. Και αυτό γιατί ενστικτωδώς θέλαμε να αφήσουμε ανοιχτό το δρόμο για την εκ νέου συνάντηση, γιατί χωρίς να το ομολογούμε και χωρίς να το συνειδητοποιούμε, την ώρα της αντιπαράθεσης επηρεαζόμασταν από τον «αντίπαλο», τις αρετές του οποίου κατά βάθος θαυμάζαμε. Γι’ αυτό μια ολόκληρη γενιά σχεδόν στο σύνολο της ξαναβρέθηκε, αν όχι στους ίδιους κομματικούς φορείς, οπωσδήποτε στις ίδιες πολιτικές, πολιτιστικές και αισθητικές αναζητήσεις. Έφτιαξε κοινούς τόπους και επιστρέφει σε αυτούς για να πάρει δύναμη μπροστά στις δυσκολίες. Είναι μια δημιουργική παράδοση από την οποία αποκόπηκε βίαια και με τη θέλησή της η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Και αυτό εξηγεί τη σιωπή της.

Το πρόβλημα δεν περιορίζεται σε ένα πολιτικά ηλίθιο, χουλιγκάνικο και σεξιστικό σύνθημα, από μια πολιτικά κακοαναθρεμμένη κομματική νεολαία. Το πρόβλημα είναι ότι η ηγεσία, ξεκομμένη από την παράδοση της ανανεωτικής αλλά και της σοβαρής ορθόδοξης αριστεράς, όχι μόνο επιδοκιμάζει αλλά και προετοιμάζει τέτοιες συμπεριφορές. Η συστηματική γειτνίαση της νεολαίας του ΣΥΡΙΖΑ με το αναρχοαυτόνομο και αντιεξουσιαστικό μπάχαλο, έχει επισημανθεί εδώ και δύο τουλάχιστον χρόνια. Αυτό που ακούσαμε την περασμένη Τετάρτη, είναι η φυσιολογική κατάληξη μιας μακρόσυρτης πορείας όσμωσης με αντισυστημικές δυνάμεις και αποκοπής από τις ρίζες της ανανεωτικής αριστεράς. Και οι ρίζες αυτές είναι ποικίλες και συνδιαμορφώνουν μια κουλτούρα η οποία αυτόματα αποτρέπει συμπεριφορές σαν και αυτή της νεολαίας του ΣΥΡΙΖΑ ή άρθρα σαν και αυτό του Δημήτρη Δανίκα («Σφουγγαρίστρες» Ηλεκτρονικό ΒΗΜΑ, 29 –9 -2012) που πέρασε από την Αριστερά και δεν την άγγιξε. Είναι ρίζες πολιτικές και πολιτιστικές, έχουν να κάνουν με την παιδεία της ηγεσίας, τον τρόπο που εκφράζεται η ίδια και μεταδίδει απόψεις και συμπεριφορές στη νέα γενιά. Αν αμφισβητείς την «ελληνικότητα» των πολιτικών σου αντιπάλων, αν στην πρώτη σύγκρουση αποκαλείς «Αριστερό Καρατζαφέρη» αυτόν, τη συνεργασία του οποίου επιδίωκες, τότε δεν πας καλά. Αν εκπέμπεις αγραμματοσύνη, αν νομίζεις ότι το πρόβλημα «εκρήχτηκε» πάνω σε «απολωλά» πρόβατα και ότι για όλα φταίει η «μαντάμ Μέρκελ» του γερμανικού οίκου ανοχής, όσα ταξίδια και να κάνεις στην Εσπερία, όσα σοσιαλδημοκρατικά χέρια και να σφίξεις, είναι δύσκολο να σε πάρουν στα σοβαρά. Αν δεν έχεις πληροφορηθεί ότι η εκπληκτικής δύναμης, διατυπωμένη σχεδόν δύο αιώνες πριν, ρήση του Μαρξ για τη βία «που είναι μαμή της Ιστορίας», εφαρμοσμένη στην πράξη έφερε στον κόσμο παιδιά τέρατα, τότε είναι φυσιολογικό να στραμπουλάς τη γλώσσα σου όταν σου ζητάνε να αποδοκιμάσεις τη βία. Και να χοροπηδάς από αγανάκτηση επειδή δήθεν σε ταυτίζουν άλλοτε με τη Χρυσή Αυγή και άλλοτε με το αντιεξουσιαστικό μπάχαλο, αλλά ταυτόχρονα να αρνείσαι πεισματικά να αποδοκιμάσεις πράξεις που προσιδιάζουν στα αντιδημοκρατικά άκρα. Και όμως, η απάντηση θα ήταν απλή και αποστομωτική: «αποδοκιμάζουμε κάθε μορφή βίας μαζί και την λεκτική». Αντ’ αυτής, ακούμε διάφορες σοφιστείες του τύπου «βία όμως είναι και η σύνταξη στα 67 και η περικοπή του 13ου μισθού». Σε λίγο θα ακούσουμε ότι βία είναι η δίωξη μικρομεσαίων φοροφυγάδων, ο έλεγχος για πληρωμή εισιτηρίου στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, ο έλεγχος για τις αναπηρικές συντάξεις, η απαίτηση του κράτους να αξιολογεί δημόσιους υπαλλήλους και άλλα πολλά…

Χωρίς αμφιβολία υπάρχουν ακόμα στον ΣΥΡΙΖΑ αριστεροί που ξέρουν ότι αυτός ο δρόμος είναι αδιέξοδος. Γιατί σιωπούν; Ας πάρω την πιο επιεική γι’ αυτούς εκδοχή (γιατί υπάρχει και η ωφελιμιστική): « Όσο πλησιάζουμε προς την εξουσία, τόσο θα κάνουμε ρεαλιστική στροφή. Τώρα μαζεύουμε ψήφους, μετά θα μαζέψουμε τις ακρότητες». Αμ δε! Το έχουμε ξαναδεί το έργο και ξέρουμε την κατάληξη. Αν η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν αναμετρηθεί τώρα με πολιτικές και συμπεριφορές που δεν έχουν σχέση με την Αριστερά όπως την ξέραμε, αν αντιθέτως συνεχίζει για εκλογικούς λόγους να κλείνει το μάτι προς πάσα κατεύθυνση και να θωπεύει κάθε πικραμένο, όταν αύριο πραγματοποιήσει τη στροφή προς τη λογική, θα θερίσει ό,τι σήμερα σπέρνει. Και τότε, στο στόμα των «αγανακτισμένων» δεν θα είναι ο Κουβέλης, αλλά ο Δραγασάκης, ο Σταθάκης, ο Παπαδημούλης, ο Μπαλάφας, ακόμα και ο δυστυχής Τσίπρας που θα διερωτάται πώς και του συνέβη αυτό το παράξενο.

.

 

.

* Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε στο Protagon 1/10/2012