Το λεγόμενο «φαιοκόκκινο μέτωπο» – ο υποφαινόμενος το αποκαλεί σκέτα φαιό – με τις ανορθολογικές του συμπεριφορές της τελευταίας διετίας, μας οδηγεί σε εξελίξεις που εγγίζουν τα όρια της «ασύμμετρης απειλής». Και μοιάζει τόσο πολύ ο ανορθολογισμός του με όσους στο παρελθόν προκάλεσαν στη χώρα τις ιστορικές της καταστροφές, ώστε να δίνει την εντύπωση «μιας μοίρας που μας καταδιώκει, ενός δαιμονικού χαρακτήρα των βιωμάτων μας», κατά την κλασική φροϋδική περιγραφή.
Η μακαριότητα της παλινδρόμησης σε καταστροφικές συμπεριφορές του παρελθόντος, έχει την εξήγησή της. Την έδωσε ο Κ. Καστοριάδης, με τη θέση του πως δεν υπάρχει συλλογική ιστορική μνήμη.
Όμως, σε αντίθεση με την απουσία συλλογικής ιστορικής μνήμης, η ατομική μνήμη δεν αμφισβητείται.
Γι’ αυτό και είναι γνωστό σε όλους, πως οι αντισυγκεντρώσεις και το δημόσιο λυντσάρισμα πολιτικών αντιπάλων, ήταν πάντοτε αποκλειστικότητα των «μαινομένων πατριωτών» ή «φασιστοειδών» της προδικτατορικής δεξιάς. Θυμίζω ότι παραμονές της χούντας, έφθασαν στο σημείο να εισβάλουν και στη Βουλή.
Η εμπειρία όμως της χουντικής βαρβαρότητας που μεσολάβησε, απονομιμοποίησε εντελώς τη φυσική βία, ως μέσο πολιτικής επιβολής.
Έτσι, για δεκαετίες, η ακροδεξιά στερήθηκε το μοναδικό εργαλείο έκφρασης που διέθετε, ήτοι την τυφλή και αδιάκριτη φυσική βία. Διότι, χωρίς καμία κοινωνική νομιμοποίηση, δεν ήταν δυνατόν να την ασκεί.
Γι’ αυτό και την χρησιμοποιούσε μόνον σε στόχους και σε περιπτώσεις στις οποίες η κοινωνία της παρείχε έστω και την ελάχιστη νομιμοποίηση. (π.χ., δολοφονικές επιθέσεις σε Αλβανούς φιλάθλους όταν πανηγύριζαν τη νίκη της εθνικής τους ομάδας, επιθέσεις σε μετανάστες κ.λπ.).
Την απαιτούμενη νομιμοποίηση, την πρόσφερε γενναιόδωρα η λεγόμενη «κινηματική» ή «ριζοσπαστική» αριστερά, με την εκ μέρους της υιοθέτηση των παραδοσιακών μέσων πολιτικού ακτιβισμού της ακροδεξιάς, όπως η φυσική βία και οι αντισυγκεντρώσεις.
Ως επιστέγασμα ακολούθησαν οι «πατριωτικές κορώνες» του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ για την πολιτική κάλυψη των βανδαλισμών που διαπράχθηκαν στην παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου της Θεσσαλονίκης, από ομάδες του ΣΥΡΙΖΑ και της «Χρυσής Αυγής», οι οποίες έδωσαν και τη θεσμική κάλυψη στη βαρβαρότητα.
Έτσι ήλθαν τα τελευταία γεγονότα, που κανέναν δεν εκπλήσσουν.
Καλά όμως, αριστεροί και πατριώτες αυτοί, που έστω στο όνομα ενός εθνικιστικού φονταμενταλισμού, νομιμοποίησαν την πρακτική των ακροδεξιών. Αλλά γιατί και ηλίθιοι, όπως τους θέλει ο τίτλος του σημειώματος;
Γιατί δεν αντιλαμβάνονται το προφανές: Ότι οι νεοναζί δεν θα τους εξαιρέσουν.