Από την κυβερνητική αλλαγή του Ιανουαρίου, που εκφράστηκε με το σύνθημα «Πρώτη φορά Αριστερά», έως σήμερα, πολύ ψέμα συνόδεψε την κλειστή στροφή του Πρωθυπουργού. Η κυβέρνηση τρέχει και δεν φτάνει να μπει «εντός του πλαισίου», ώστε να μην ξεμείνει η χώρα από τα χρήματα που απαιτούνται όχι για να υλοποιηθεί το Πρόγραμμα Θεσσαλονίκης αλλά για να πληρώνονται μισθοί και συντάξεις. Δυστυχώς, το σύνθημα «Πρώτη φορά Αριστερά» δεν εκφράζει ό,τι ζούμε. Η Αριστερά που κυβερνά συνεργάζεται με οπαδούς του ανορθολογισμού και της εθνικοφροσύνης σ’ ένα ταξίδι που οδηγεί τη χώρα στην απομόνωση. Η κυβέρνηση δεν έχει σχέδιο και δημιουργεί αντικειμενικούς κινδύνους για την παραμονή της χώρας μας στο ευρώ. Και στον βωμό των συμφερόντων κομμάτων και των συντεχνιακών μηχανισμών που τη στηρίζουν, ξεχνά κάθε συζήτηση για το τι κοινωνία και τι χώρα θέλουμε. Εναντι αυτής της κυβέρνησης, λοιπόν, ποια πρέπει να είναι η στάση της δημοκρατικής και σοσιαλδημοκρατικής Αριστεράς; Αν αυτή η άλλη Αριστερά θέλει να σώσει την τιμή της, αλλά και να υπάρξει, ένα σχέδιο οφείλει να ακολουθήσει. Τον δρόμο της ριζικής κριτικής της κυβερνητικής πολιτικής, η οποία οδηγεί στην απαξίωση τα δικά της οράματα. Στη ΔΗΜΑΡ χρειάζεται να γίνει συνείδηση ότι η όποια στροφή του ΣΥΡΙΖΑ, για να κρυφτεί η υποχώρησή του, θα συνοδεύεται από αναθέματα στη σοσιαλδημοκρατία και στη δημοκρατική Αριστερά. Στο ΠΑΣΟΚ οφείλουν να συζητήσουν κριτικά ότι ουδέποτε αμφισβήτησαν τον ιδεολογικό πυρήνα, όχι την αναγκαιότητα, του Μνημονίου.
Είναι βεβαίως αλήθεια ότι το Μνημόνιο, κατά 30%, περιείχε αναγκαία μέτρα στοιχειώδους εκσυγχρονισμού. Αλλά το 70% επιδιώκει την αύξηση του ανταγωνισμού, μέσω της μείωσης του κόστους εργασίας. Εξού και η «εμμονή» με τα εργασιακά.
Κατά συνέπεια, η χαμένη τιμή της σοσιαλδημοκρατικής και δημοκρατικής Αριστεράς δεν χρειάζεται παρά την κριτική στο «σχέδιο» του ΣΥΡΙΖΑ και τη δική της απάντηση: την παρουσίαση του δικού της σχεδίου μετεξέλιξης σε νέο συνασπισμό εξουσίας.