Είναι αδιαμφισβήτητο πως στις μέρες μας υπάρχει ένας σαφής ανταγωνισμός μεταξύ κεντροδεξιάς και κεντροαριστεράς, ως προς τη διαμόρφωση συσχετισμών και τη διαμόρφωση θέσεων για την επόμενη, μετά την κρίση, ημέρα.
Η κεντροδεξιά (πιο πολύ δεξιά και λιγότερο κέντρο), έχει κάνει σημαντικά βήματα προς αυτήν την κατεύθυνση, επιβάλλοντος τη δική της ατζέντα και διαμορφώνοντας συνθήκες ιδεολογικής και πολιτικής ηγεμονίας. Η επιχειρούμενη διπλή διεύρυνση μέσω της διείσδυσης στους όμορους χώρους της ακροδεξιάς και του συντηρητικού κέντρου, μένει να αποδειχτεί πόσο αποτελεσματική είναι και να δοκιμαστεί στις κάλπες.
Στο μεταξύ, η κεντροαριστερά, βιώνει μία από τις χειρότερες υπαρξιακές κρίσεις της, αναζητώντας κατεπειγόντως ταυτότητα, στρατηγική και εργαλεία ερμηνείας της πραγματικότητας.
Η κεντροαριστερά σήμερα (λιγότερο κέντρο και περισσότερο αριστερά), έχοντας χάσει σχεδόν κάθε επαφή με την πραγματικότητα, ταλανίζεται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, αδυνατώντας να εκφέρει έναν ελάχιστα πειστικό λόγο.
Ας δούμε, συγκεκριμένα, τι είναι κάθε ένα από τα κόμματα που, σήμερα, αυτοπροσδιορίζονται ως αριστερά:
Το ΚΚΕ ζώντας στο δικό του ιδιόρρυθμο πολιτικό Jurassic Park, διατηρεί μεν την καλβινιστικής εμπνεύσεως ιδεολογική του καθαρότητα, βλέπει όμως την πολιτική και εκλογική του επιρροή να μειώνεται διαρκώς, απειλώντας ακόμη και αυτήν την κοινοβουλευτική του εκπροσώπηση. Η σεχταριστική (για να χρησιμοποιήσουμε τη δική του ορολογία) στρατηγική «όλοι αντάμα κι ο ψωριάρης χώρια», το έχει μετατρέψει σε μια γραφική πολιτική οντότητα, την ηγεσία της οποίας ενδιαφέρει πιο πολύ η υπεράσπιση του σταλινικού ζόφου και των Γκουλάγκ, παρά η αναζήτηση σύγχρονων εργαλείων ώστε να βρει απαντήσεις στα ερωτήματα που θέτει η εποχή. Η χιλιαστικού, εσχατολογικού και θεολογικού τύπου προσήλωσή του στη μαρξιστική – λενινιστική θεωρία, το οδηγεί στην υιοθέτηση θέσεων που προκαλούν μειδιάματα (στην καλύτερη των περιπτώσεων) και γκριμάτσες αποστροφής (στη χειρότερη των περιπτώσεων). Πολιτικό απολίθωμα μιας άλλης εποχής, το ΚΚΕ αδυνατεί να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα, επιμένει να βλέπει παντού εχθρούς, υπονομεύσεις, συνομωσίες και «καπιταλιστική περικύκλωση». Η θρησκευτική εμμονή στα νάματα μιας «θεωρίας», η οποία παρήγαγε έναν από τους δύο χειρότερους ολοκληρωτισμούς του 20ού αιώνα, αυτόματα το θέτει στο στρατόπεδο των εχθρών της ανοιχτής κοινωνίας, αλλά και κάθε προσπάθειας εκσυγχρονισμού της χώρας. Δύναμη ακινησίας, συντηρητισμού και οπισθοδρόμησης, το ΚΚΕ μετράει το χρόνο ανάποδα μέχρι την εξαφάνισή του από τον πολιτικό χάρτη της χώρας, παρά τις προσπάθειες που κάνει ένα τμήμα του πολιτικού κατεστημένου, λόγω παραδοσιακών δεσμών, να το συντηρήσει, τεχνητά, στη ζωή.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, παρά τις διαπρύσιες διακηρύξεις του περί αριστεράς, ήταν και παραμένει ένα συνονθύλευμα ομάδων και συμφερόντων που έχουν τόση σχέση με την αριστερή παράδοση της χώρας, όση ο φάντης με το ρετσινόλαδο. Χώρος θαλπωρής των μελών και οπαδών του «βαθέως ΠΑΣΟΚ» του παρελθόντος, κονίστρα διαγκωνισμού των προσωπικών στρατηγικών επιφανών συνδικαλιστικών στελεχών, πολιτικών και πολιτευτών που διακρίθηκαν κατά την διακυβέρνηση της χώρας από το ΠΑΣΟΚ, αλλά και καταφύγιο περιθωριακών πολιτικών ομάδων από το θερμοκήπιο υβριδίων των Εξαρχείων, ο ΣΥΡΙΖΑ, έχει μετατραπεί σε πολιτικό μίξερ και κολυμβήθρα του Σιλωάμ για όλους εκείνους που ξέβρασε η πολιτική ζωή στα έρημα ακρογιάλια της πολιτικής λήθης και επιθυμούν να πάρουν τη ρεβάνς. Τυχοδιωκτικός ως προς την πολιτική του, υποσχόμενος τα πάντα σε όλους, αμοραλιστής ως προς την εναλλαγή της πολιτικής του, αρκεί αυτό να του φέρει ψήφους, ο ΣΥΡΙΖΑ, κατάφερε σε συνθήκες έντονης πολιτικής πόλωσης να σκαρφαλώσει στο 27%. Όμως, παρά τις κοσμογονικές αλλαγές που συντελούνται στη χώρα, παρά τη δυσχερή θέση στην οποία έχουν περιέλθει μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, το κόμμα αυτό δείχνει να έχει χάσει τη δυναμική του, ασθμαίνοντας να βρίσκεται μονίμως (δημοσκοπικά) στα ίδια (αλλά και ελαφρώς μειούμενα) ποσοστά, ενώ τα πλέον δυναμικά στρώματα της κοινωνίας, του έχουν γυρίσει οριστικά την πλάτη. Κόμμα του «δημόσιου τομέα» αγκαλιάζει και υποθάλπει τους «πικραμένους Δ.Υ», αλλά και όλους εκείνους που είδαν τα παράλογα και χρηματοδοτούμενα από δανεικά λεφτά προνόμιά τους, να καταργούνται. Κόμμα λαϊκίστικο, μια πολιτική ανεμοδούρα, με επαμφοτερίζουσες θέσεις για μια σειρά ζητημάτων, ο ΣΥΡΙΖΑ οδεύει εν μέσω εμφύλιων σπαραγμών, στο συνέδριό του. Το ποσοστό που θα συγκεντρώσει στις επόμενες εκλογές, θα καθορίσει και την πολιτική του πορεία. Μέχρι τότε, με συμβιβασμούς, υποσχέσεις προς τις συνιστώσες για μια καλύτερη αντιμετώπιση στη διανομή της κρατικής επιχορήγησης και με αμετροεπή στάση έναντι πολιτικών αντιπάλων, αλλά και της κοινωνίας, το κόμμα αυτό θα πορεύεται.
Η ΔΗΜΑΡ, με την πρόσφατη, προσχηματική αποχώρησή της από την κυβέρνηση, ήταν η αρνητική έκπληξη της φετινής χρονιάς. Κόμμα δέσμιο των κρατικιστικών αντιλήψεων, με ηγεσία πολύ κατώτερη των ιστορικών περιστάσεων, ενώ αποτελούσε την ελπίδα πολλών (ακόμη και πέραν της αριστεράς), κατάφερε με την κυβερνητική της θητεία να τους απογοητεύσει όλους. Η κομματική νομενκλατούρα της ΔΗΜΑΡ, γαλουχημένη στην αντίληψη του κράτους – αφέντη, δεν μπόρεσε να κάνει την υπέρβαση και παραδόθηκε αμαχητί στις σειρήνες του κρατισμού. Η ΔΗΜΑΡ θα μείνει στην πολιτική ιστορία του τόπου ως η πλέον σύντομη «άνοιξη» της αριστεράς, η οποία όμως αυτοκτόνησε πολιτικά, γιατί δεν μπόρεσε να αποτινάξει από πάνω της τη βαριά σκιά όλων των κακών παραδόσεων αυτού του πολιτικού ρεύματος. Το κόμμα αυτό, στο άμεσο μέλλον έχει δύο επιλογές: α) να ζήσει τον πολιτικό του θάνατο και να εξαφανιστεί κοινοβουλευτικά και, β) να επανακάμψει στον μητρικό κόλπο του ΣΥΡΙΖΑ από όπου έφυγε πριν από μερικά χρόνια. Το δεύτερο είναι η πιθανότερη εξέλιξη, προϊόντος του χρόνου.
Τα κόμματα που σήμερα αυτοπροσδιορίζονται ως αριστερά, είναι κόμματα του παρελθόντος. Η ίδια η Αριστερά στη χώρα μας, είναι ένα φθαρμένο προϊόν. Ένα προϊόν που δε συγκινεί και δε γοητεύει πια. Υπάρχει με βάση τη δύναμη της αδράνειας και κινείται μηχανικά προς το οριστικό πολιτικό της τέλος.
Η ζωή όμως απεχθάνεται το κενό. Κοινωνία χωρίς αυτό που έχουμε συνηθίσει να αποκαλούμε αριστερά, θα είναι μια ανάπηρη και ευνουχισμένη κοινωνία, με πολλά λειτουργικά προβλήματα. Είναι προφανές ότι η χώρα χρειάζεται ένα νέο, άλλο, πολυτασικό, σοσιαλδημοκρατικό κίνημα ή κόμμα, ευρωπαϊκού προσανατολισμού, που θα είναι απαλλαγμένο από βαρίδια του παρελθόντος (ιδεολογικές αγκυλώσεις, εμμονές, πρόσωπα, μηχανισμούς και διαδικασίες) και που θα πρεσβεύει τις αρχές του πολιτικού φιλελευθερισμού και της ανοιχτής κοινωνίας. Από το πόσο γρήγορα θα μπορέσουν οι διάφορες ομάδες, κινήσεις, προσωπικότητες που δραστηριοποιούνται σε αυτόν τον πολιτικό χώρο, να συνεννοηθούν και να προχωρήσουν, θα εξαρτηθεί και η ισορροπία του πολιτικού συστήματος στην επόμενη, μετά την κρίση, ημέρα. Το σίγουρο είναι ότι δεν θα πλήξουμε.