Οι έξι φορές που είδα το πρόσωπο της Αριστεράς
H κομμουνιστική ιδεολογία, αυτή η τόσο ουμανιστική θεωρία στο όνομα της οποίας έγιναν τα πλέον απίστευτα εγκλήματα, εμφανίστηκε στην Ελλάδα πριν από περίπου έναν αιώνα. Την εισήγαγαν κάποιοι φωτισμένοι, προλετάριοι και μη, Ελληνες της Διασποράς και στη συνέχεια την ανέπτυξαν κάποιοι εξίσου φωτισμένοι Μικρασιάτες, οι οποίοι επί της ουσίας έμαθαν στους τότε έλληνες πολίτες τι είναι ο συνδικαλισμός, τα κοινωνικά δικαιώματα, το κοινωνικό κράτος κ.ά.
Εκτοτε ο ελληνικός λαός αγάπησε τους κομμουνιστές και συχνά τους έφερε στο προσκήνιο της επικαιρότητας.
Η πρώτη προσπάθεια εμπλοκής των ελλήνων κομουνιστών στα της λειτουργίας του αστικού κράτους έγινε πριν από σχεδόν 80 χρόνια, όταν ο κομμουνιστής βουλευτής Σκλάβαινας συνεννοήθηκε μυστικά με τον διάδοχο του Βενιζέλου, Θ. Σοφούλη, να τον εκλέξει με τις ψήφους της Αριστεράς πρόεδρο της Βουλής και με αντάλλαγμα την κατοχύρωση ατομικών ελευθεριών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Ο Σοφούλης εξελέγη πρόεδρος της Βουλής και στη συνέχεια τα πήγε θαυμάσια με τον δικτάτορα Μεταξά, ο οποίος έστειλε τους κομμουνιστές στην αρχή στις φυλακές και στη συνέχεια στο Αουσβιτς.
Περισσότερο παρά ποτέ οι Ελληνες αγκάλιασαν το ΚΚΕ στην περίοδο της Κατοχής, βλέποντας ότι το ΕΑΜ τους έσωζε από την πείνα και από τη σκλαβιά. Λίγα χρόνια αργότερα οι έλληνες κομμουνιστές, οι οποίοι είτε δεν κατάλαβαν είτε αγνόησαν τη Γιάλτα, πήραν τον δρόμο είτε για την προσφυγιά είτε για τα ξερονήσια.
Στα ξερονήσια φύτρωσε ωστόσο η νέα γενιά των ελλήνων κομμουνιστών, πολλοί εκ των οποίων φαντάστηκαν την Αριστερά «σαν έργο τέχνης». Και ο ελληνικός λαός, αψηφώντας την αθλιότητα και την τρομοκρατία του ελληνικού ψυχροπολεμικού κράτους, το 1958 ψήφισε μαζικά Αριστερά ανεβάζοντάς την στο 28%. Μια Αριστερά που ζαλισμένη από την αποκάλυψη των σταλινικών θηριωδιών δεν κατάφερε και πάλι να διαχειριστεί την εντολή του λαού, αφού χαμένη στον κόσμο της αυτό που κυρίως την απασχολούσε ήταν να γίνει «νόμιμο το ΚΚΕ».
Λίγα χρόνια αργότερα, τον Απρίλιο του 1967, οπότε εκτός από το ΚΚΕ έγιναν παράνομα και τα υπόλοιπα κόμματα, οι έλληνες κομμουνιστές, αν και συνελήφθησαν κοιμώμενοι, ήλθαν και πάλι στο προσκήνιο. Μια ολόκληρη γενιά, η αποκαλούμενη γενιά του Πολυτεχνείου, αηδιασμένη από τα «εγέρθητος» των καραβανάδων και των παπάδων, έπεσε με τα μούτρα στην ανάγνωση του «Κομμουνιστικού Μανιφέστου», που συνήθως ήταν κακομεταφρασμένο στον βαθμό του ακατάληπτου. Σιγά σιγά ωστόσο όλο και περισσότεροι καταλάβαιναν ότι το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο» ουδέποτε υπονόησε πως ήταν καλή η χούντα της Αργεντινής, ουμανιστικά τα σοβιετικά τανκς στο Αφγανιστάν και καλή η ραδιενέργεια από το Τσερνόμπιλ. Ούτε άλλωστε ότι δικαιούται το Κόμμα να σε τραβάει απ το μανίκι.
Η προτελευταία φορά που οι έλληνες κομμουνιστές παρενέβησαν ουσιαστικά στα του αστικού κράτους ήταν το 1989, όταν ο ζαλισμένος από την περεστρόικα Χαρίλαος Φλωράκης και ο δικαιωμένος για την επιλογή του να καταγγείλει το σοβιετικό καθεστώς ήδη από το 1968 Λεωνίδας Κύρκος συνεργάστηκαν με τους άλλοτε διώκτες τους για να διώξουν τον Ανδρέα Παπανδρέου, χωρίς ουδείς εξ αυτών να πιστεύει ότι αυτό ήταν πραγματοποιήσιμο. Και φυσικά απέτυχαν.
Η τελευταία – και συγκεκριμένα έκτη – φορά που η ελληνική Αριστερά έρχεται στο προσκήνιο εδώ και 80 χρόνια είναι αυτή που εξελίσσεται σήμερα και όλα δείχνουν ότι οι νυν εκπρόσωποί της μάλλον θα αποδειχθούν αντάξιοι των πολιτικών προγόνων τους.
Το ζητούμενο της επόμενης ημέρας
Οι κοινωνίες και τα κράτη, σε αντίθεση με τα άτομα, δεν αυτοκτονούν διαμιάς. Ο θάνατός τους επέρχεται συνήθως βαθμιαία, μέσα από μια διαδικασία σταδιακής παρακμής. Κάτω από αυτό το πρίσμα, τα αποτελέσματα των προχθεσινών εκλογών δεν μας προκαλούν κατάπληξη, αν και οπωσδήποτε αφήνουν μια αφάνταστα πικρή γεύση.
Η σχεδόν απόλυτη κυριαρχία του πελατειακού κομματικού κράτους και η διαρκής κακοποίηση των θεσμών της ανοιχτής κοινωνίας αναπόφευκτα απαξίωσαν συνολικά το πολιτικό σύστημα, κάτι που τελικά αποτυπώθηκε στις πολιτικές ισορροπίες της κάλπης. Ακόμη χειρότερα, οι εξελίξεις δεν προδιαγράφονται θετικές.
Είμαστε υποχρεωμένοι να προσθέσουμε τη φωνή μας δίπλα σε όσους επισημαίνουν τους υπαρκτούς κινδύνους διολίσθησης της χώρας σε συνθήκες πλήρους οικονομικής κατάρρευσης, αποδιάρθρωσης του κοινωνικού ιστού και ανομίας, απομάκρυνσης από τον πυρήνα της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Τίποτε όμως δεν προδιαγράφει νομοτελειακά το μέλλον. Εστω και τώρα, την ύστατη στιγμή, υπάρχει το περιθώριο ανάληψης των πρωτοβουλιών που θα αποτρέψουν την απειλή μιας νέας εθνικής καταστροφής. Υποστηρίζουμε ότι αυτές οι πρωτοβουλίες θα πρέπει να κινηθούν στους παρακάτω τρεις άξονες:
Ο πρώτος άξονας είναι ο σχηματισμός ενός «συνταγματικού τόξου» που θα εγγυάται τον σεβασμό των δημοκρατικών θεσμών και των κανόνων του κράτους δικαίου.
Ο δεύτερος άξονας είναι η διαμόρφωση ενός αποτελεσματικού «διχτυού ασφαλείας» για τους ασθενέστερους συμπολίτες μας. Ενα κοινωνικό δίχτυ ασφαλείας, απόλυτα εφικτό δημοσιονομικά, που να αποσκοπεί στη μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων και στην παροχή υπηρεσιών, όχι μόνο επιδομάτων, είναι αναγκαίο ανάχωμα στην κοινωνική αποσύνθεση αλλά και μέσο ανάκτησης της εμπιστοσύνης των πολιτών στους θεσμούς.
Ο τρίτος άξονας είναι ο σεβασμός των δανειακών δεσμεύσεων που έχουμε αναλάβει, και ταυτόχρονα η προώθηση και άμεση εφαρμογή των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων. Πρέπει να κινηθούμε προς ένα νέο παραγωγικό μοντέλο, το οποίο να στηρίζεται σε ένα Δημόσιο που προσφέρει κοινωνικά αγαθά ποιότητας στους πολίτες, καθώς και σε μια υγιή και εξωστρεφή επιχειρηματικότητα, με το κράτος να ελέγχει τις εξωτερικές συνθήκες ανταγωνισμού.
Η προστασία των δημοκρατικών θεσμών είναι προαπαιτούμενο αξιοπρέπειας του πολίτη, οικονομικής ευημερίας και κοινωνικής ειρήνης. Αντίθετα, η προστασία των ευνοημένων συντεχνιών και ομάδων ειδικών συμφερόντων του χρεοκοπημένου μας συστήματος είναι τροχοπέδη στην επιβίωση της χώρας. Το τεράστιο κόμμα του δημόσιου συντεχνιασμού έχει εξαντλήσει τη χώρα προτού εξαντληθεί το ίδιο.
Η επόμενη μέρα πρέπει να βρει τη χώρα με σταθερή διακυβέρνηση. Καλούμε τις σοσιαλδημοκρατικές, αριστερές και φιλελεύθερες μεταρρυθμιστικές δυνάμεις, όπου και αν βρίσκονται, να αντιληφθούν ότι η ολιγωρία, η απραξία και οι διαχειριστικές λογικές του παρελθόντος αφήνουν ένα τεράστιο κενό πολιτικής εκπροσώπησης.
Αν δεν κινηθούν αποφασιστικά, με βάση σοβαρές προγραμματικές συμφωνίες, θα το πράξουν άλλοι. Και αυτό που θα δουν, δεν θα τους αρέσει καθόλου. Η αποτροπή των χειρότερων είναι το ζητούμενο της επόμενης μέρας.
Ο Δημήτρης Σκάλκος είναι διευθυντής του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών. Ο Γιώργος Σιακαντάρης είναι αναπληρωτής επιστημονικός διευθυντής του ΙΣΤΑΜΕ. Ο Μάνος Ματσαγγάνης είναι επίκουρος καθηγητής Κοινωνικής Πολιτικής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και ήταν υποψήφιος της Δημοκρατικής Αριστεράς στην Α Αθήνας.