Τα πρόσφατα γεγονότα στην Ουκρανία έχουν οδηγήσει σχολιαστές στην Ελλάδα και στο εξωτερικό να αναρωτηθούν αν βρισκόμαστε στην απαρχή μιας επικίνδυνης κλιμάκωσης στις σχέσεις των Ηνωμένων Πολιτειών με τη Ρωσία, που θα μπορούσε να μας γυρίσει σε συμπεριφορές και πρότυπα του Ψυχρού Πολέμου του 20ού αιώνα. Η προσάρτηση της Κριμαίας από τη Μόσχα, καθώς και οι δυναμικές διαμαρτυρίες ρωσόφωνων κατοίκων που πλειοψηφούν στο Ντονέτσκ (και σε άλλες γειτονικές πόλεις της ανατολικής Ουκρανίας), έχουν οδηγήσει την Ουάσιγκτον και –σε πιο ήπιο βαθμό– τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης να ανακοινώσουν μια δέσμη οικονομικών κυρώσεων κατά της Μόσχας, απειλώντας συγχρόνως ότι οι κυρώσεις θα κλιμακωθούν σε περίπτωση που ο Βλαντιμίρ Πούτιν συνεχίσει να παραβιάζει την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας.
Στην πολιτική επιστήμη (και ιδίως στον κλάδο των διεθνών σχέσεων) κυριαρχούν στις μέρες μας τρία εναλλακτικά σενάρια για τις παγκόσμιες εξελίξεις της επόμενης εικοσαετίας και επέκεινα. Τα σενάρια βασίζονται σε ριζικά διαφορετικές παραδοχές κατά περίπτωση:
Το πρώτο σενάριο συνεπάγεται την εφαρμογή της θεωρίας του Χαρβαρδιανού καθηγητή Σάμιουελ Χάντινγκτον περί της «σύγκρουσης των πολιτισμών»! Οι «πολιτισμοί», κατά Χάντινγκτον, προσδιορίζονται με κριτήριο την επικρατούσα θρησκεία: π.χ., Δυτικός πολιτισμός Καθολικών και Προτεσταντών Χριστιανών στον βορρά της Ευρώπης και της αμερικανικής ηπείρου, Σλαβορθόδοξος πολιτισμός με άξονα τη Ρωσία –στον οποίον ατυχώς ταξινομεί την Ελλάδα– και Ισλαμικός πολιτισμός με αδιαφοροποίητη συμμετοχή σουνιτών και σιιτών – Αράβων και μη. Επιπροσθέτως, αναφέρεται σε πολιτισμούς με κορμό την Ινδία, την Κίνα, την Ιαπωνία, τη Λατινική Αμερική, και την Υποσαχάρειο Αφρική (με ερωτηματικό του Χάντινγκτον για την περιοχή αυτή). Το τελικό συμπέρασμα του μακαρίτη στοχαστή είναι ότι η Δύση είναι καταδικασμένη να συγκρουστεί με το σύνολο των υπόλοιπων πολιτισμών, και κυρίως με το φονταμενταλιστικό Ισλάμ (όπως αυτό εκφράζεται από οργανώσεις τύπου Αλ Κάιντα και κράτη σαν το Ιράν). Η πρόβλεψη του Χάντινγκτον υλοποιήθηκε μετά την τραγωδία των Δίδυμων Πύργων της Νέας Υόρκης και τους καταστροφικούς πολέμους των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν και το Ιράκ. Τέλος, αν ζούσε σήμερα ο Χάντινγκτον, θα υποστήριζε ότι οι προβλέψεις του δικαιώνονται και στην περίπτωση των αναταράξεων της Ουκρανίας, όπου το δυτικό τμήμα της (με την ελληνο-καθολική θρησκεία να παραμένει υπό την αιγίδα του Πάπα της Ρώμης) προσβλέπει στην ενοποίηση με την Ευρωπαϊκή Ενωση και σε «ειδική σχέση» με τις ΗΠΑ, ενώ το ανατολικό αναζητεί την προστατευτική ομπρέλα της σλαβορθόδοξης μαμάς Ρωσίας. Σε τελική ανάλυση, η θεωρία της σύγκρουσης των πολιτισμών αντανακλά το μήνυμα του Κωνσταντίνου Καβάφη, όπως αυτό εκφράστηκε στο αθάνατο ποίημα (1898) του μεγάλου Αλεξανδρινού «Περιμένοντας τους βαρβάρους».
Το δεύτερο σενάριο, μέχρι στιγμής κυρίαρχο διεθνώς, αναφέρεται στα βαθύτερα αίτια της λεγόμενης παγκοσμιοποίησης. Αντίθετα με τις συγκρουσιακές παραδοχές του πρώτου σεναρίου, το δεύτερο σενάριο είναι συσπειρωτικό και προτείνει την πανανθρώπινη αντιμετώπιση των θανάσιμων απειλών που αντιμετωπίζει στο σύνολό της η υφήλιος. Η φτώχεια, οι ασθένειες, ο υπερπληθυσμός, τα παράνομα μεταναστευτικά κύματα, η υπερθέρμανση του πλανήτη, η καταστροφή του περιβάλλοντος, η εξάντληση των πρώτων υλών, καθώς και η αυξανόμενη ανισοκατανομή αγαθών εντός και μεταξύ των κρατών, κρούουν ομαδικά τον κώδωνα του κινδύνου για την επιβίωση του ανθρώπινου γένους. Ως αντίδοτο, προτείνονται περιφερειακές θεσμικές ενοποιήσεις με πρότυπο την Ευρωπαϊκή Ενωση, καταστρώνονται στρατηγικές ανάπτυξης των υποβαθμισμένων περιοχών της Αφρικής και αλλού στον λεγόμενο τρίτο κόσμο, και τονίζεται η υποχρέωση των προνομιούχων κρατών του πλανητικού Βορρά να συμβάλλουν στην ουσιαστική ανάπτυξη των χειμαζόμενων περιοχών του υποβαθμισμένου Νότου. Ομως, παρά τη συνειδητοποίηση των μεγάλων κινδύνων η κατάσταση χειροτερεύει, καθώς η ευθύνη της προσφοράς πάντοτε αφορά «κάποιους άλλους».
Το τρίτο σενάριο είναι καθαρά εμπειρικό και θα μπορούσε να περιγραφεί με τη φράση «βλέποντας και κάνοντας». Ας το χαρακτηρίσουμε «μεταβατικό», ελπίζοντας ότι οδηγεί σε καλύτερες μέρες σε σύγκριση με τον ταραχώδη 20ό αιώνα των δύο παγκοσμίων πολέμων, της αποικιοκρατίας, των αντιαποικιακών επαναστάσεων, και του Ψυχρού Πολέμου, ο οποίος δεν έγινε θερμός χάρη στην ισορροπία του πυρηνικού τρόμου και στο στρατηγικό δόγμα της αμοιβαίας και εξασφαλισμένης καταστροφής (MAD). Σύμφωνα με το μεταβατικό σενάριο, το μέλλον της ανθρωπότητας θα εξαρτηθεί από επί μέρους αποφάσεις των ηγεσιών κρατικών και μη κρατικών οντοτήτων που λειτουργούν κάθετα και οριζόντια στο διακρατικό πλέγμα σχέσεων – με μόνη σταθερή, όπως μας δίδαξε ο Θουκυδίδης, την έννοια του συμφέροντος.
Θα ήθελα να κλείσω το σημερινό σχόλιο αναφέροντας το πρόσφατα δημοσιευμένο δοκίμιο του Πασχάλη Κιτρομηλίδη («Πολιτική Επιστήμη: Οι περιπέτειες μιας Ιδέας», εκδ. Πόλις, Δεκέμβριος 2013). Είναι ένα κομψοτέχνημα διατύπωσης και εμπεριέχει τη συσσωρευμένη γνώση και τα συμπεράσματα ενός επιφανούς Ελληνα πανεπιστημιακού καθηγητή. Αξίζει να διαβαστεί για πολλούς λόγους: Ο συγγραφέας σωστά μας υπενθυμίζει ότι από τα χρόνια του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη η πολιτική φιλοσοφία εφευρέθηκε στην Ελλάδα, εισχώρησε και αναπτύχθηκε στην Ευρώπη κατά την περίοδο του διαφωτισμού, και προσδιορίστηκε ταχύτατα ως επί μέρους πειθαρχία των κοινωνικών επιστήμων, στις ΗΠΑ, μετά τις αρχές του 20ού αιώνα. Μεταξύ άλλων, ο συγγραφέας επιχειρεί να αποκαταστήσει και την παρεξηγημένη εικόνα του Σάμιουελ Χάντινγκτον, που έχει σχηματιστεί από επιστημονικούς και δημοσιογραφικούς κύκλους της χώρας μας. Θιασώτης του ρεαλισμού και της κανονιστικής θεώρησης των γεγονότων, ο Πασχάλης Κιτρομηλίδης κλείνει το βιβλίο του με μια εύστοχη προτροπή (σελ.133) ως ακολούθως: «Αναδεχόμενη την πρόκληση και αναλαμβάνοντας έργα που θα της προσδίδουν συνάφεια προς τα υπαρκτά προβλήματα της κοινωνίας, η πολιτική επιστήμη θα μπορούσε να αποδειχθεί πιστή στην αποστολή που της προδιέγραψε πρώτος ο Σωκράτης περιλαμβάνοντάς την στα στοιχεία εκείνα της αυτοεξέτασης των ανθρώπων και των κοινωνιών που συμβάλλουν, ώστε ο βίος να καταστεί βιωτός ανθρώπ?.»