Το βάθος και η έκταση της κρίσης έχουν αποδομήσει την κοινωνία. Έχουν αγγίξει τον πυρήνα της οικογένειας και την αξιοπρέπεια της διαβίωσης των πολιτών. Εξωτερική και εσωτερική μετανάστευση, ανεργία, ανέχεια, κοινωνικό περιθώριο. Και εκεί που ο κόσμος αναζητά ένα ιδεολογικό και πολιτικό στήριγμα, ένα όραμα και ένα στόχο για να τον συντροφεύσει και να τον εγείρει στην προσπάθεια να αντέξει και να το ξεπεράσει, ο πολιτικός κόσμος υπολείπεται των αναγκών της συγκυρίας και των προοπτικών. Ο σύγχρονος πολιτικός λόγος δεν είναι ούτε απείκασμα φιλοσοφικής σκέψης, ούτε μετουσίωση αρχών, ούτε εμπράγματη ιδεολογία. Απλώς παλινδρομεί αυτάρεσκα σε συνθηματολογικές κοινοτυπίες είτε/και ανοητολογίες!
Στις κρίσεις, όταν όλα κρίνονται, οι θέσεις που προτείνονται έχουν τη δυνατότητα να εισακουσθούν: είτε καθώς ανταποκρίνονται στο θυμικό και στην οργή των ανθρώπων για την υποχώρηση της ποιότητας της ζωής τους, είτε γιατί συνιστούν μια διέξοδο που δίνει ελπίδα και υπομονή, που συσπειρώνει και ενεργοποιεί. Στη χώρα μας, ο αντιπολιτευτικός πολιτικός λόγος ευτελώς διεκδικεί την ενεργοποίηση του θυμικού, την εκμετάλλευση της οργής, για να συσπειρώσει και να ενεργοποιήσει χωρίς να δίνει διέξοδο. Η λαϊκιστική αυτή εκδοχή της πολιτικής με τον αρνητισμό και με τη διαφυγή της από την πραγματικότητα προς το ωραιοποιημένο παρελθόν, μένει μακριά από ευθύνες πραγματιστικής διεκδίκησης και οικοδόμησης του μέλλοντος. Από την άλλη, ο κυβερνητικός πολιτικός λόγος, διαχειρίζεται τα δεδομένα, τα κομμάτια και τα θρύψαλα του οικοδομήματος που μας οδήγησε στην κρίση, με τις ίδιες πελατειακές πολιτικές σχέσεις, με στόχο την ανασύσταση των θώκων και φορέων εξουσίας του παρελθόντος. Δεν πείθει και δεν εμπνέει για την εντιμότητα των προθέσεων να οδηγήσει τη χώρα σε μια άλλη προοπτική ανασυγκρότησης, σε μια ευρωπαϊκή προοπτική με αξιοπρέπεια και ισοτιμία.
Έτσι καταλήγουμε, από τη μια να έχουμε την άρνηση της πραγματικότητας και την οραματική προσέγγιση του παρελθόντος, μέσω κάποιας μεσσιανικής-μεταφυσικής μετάβασης. Από την άλλη, να έχουμε τη στυγνή διαχείριση των στοιχείων της πραγματικότητας για την «υγιέστερη» ανασυγκρότησή της, χωρίς τις παρεκτροπές του παρελθόντος. Για το ίδιο άδικο και ανέντιμο σύστημα διατεταγμένων συμφερόντων, πελατειακών σχέσεων αλλά και «προσεκτικών» (αυτή τη φορά) ολιγαρχών της πολιτικής και της οικονομίας. Είτε έτσι, είτε αλλιώς, ο σύγχρονος πολιτικός λόγος διαγράφει μια τροχιά που δεν αγγίζει την κρίση και την υπέρβασή της. Το αποτύπωμα του σύγχρονου πολιτικού λόγου, απορροφάται από το σύστημα της κρίσης όπως ακριβώς και το ίχνος του σκι στη θάλασσα. Όσο και αν φωνάξουν, μόνον «αφρό» κάνουν. Η δομή του προβλήματος παραμένει η ίδια, όσο και αν αλλάζει η επιφάνεια. Το δε κόστος της «αναταραχής», το επωμίζεται η κοινωνία με την αποσάθρωση του ιστού της και η πραγματική οικονομία με τη συρρίκνωσή της.
Πλέον, η κοινωνία έχει απόλυτη ανάγκη από έναν οραματικό λόγο με πολιτικό στίγμα διαφοράς τόσο από τη διαχειριστική λογική, όσο και από τη λαϊκιστικό αρνητισμό και τη μεσσιανική μεγαλοστομία. Με θέσεις και προτάσεις για το πολιτικό σύστημα, την κατάργηση των πελατειακών πολιτικών σχέσεων, τη διαφάνεια στην αντιπροσώπευση, τον έλεγχο της εξουσίας. Για το κράτος, τις υπηρεσίες του δημοσίου προς τους πολίτες και τις επιχειρήσεις, όσο και τις υποχρεώσεις των τελευταίων προς το δημόσιο. Για την οικονομία, τις επιχειρήσεις και την επιχειρηματικότητα, τον ανταγωνισμό των αγορών και τα ολιγοπώλια. Για το χρήμα, το χρηματοπιστωτικό σύστημα και το ρόλο των τραπεζών. Για την κοινωνική αλληλεγγύη, το εύρος, την ποιότητα και τη χρηματοδότησή της. Πρέπει να μιλήσουμε με εντιμότητα και ειλικρίνεια, με όραμα και λογισμό για όλα αυτά που πρέπει να αλλάξουν, χωρίς υστεροβουλίες και υπονοούμενα, χωρίς αποκλεισμούς και προϋποθέσεις. Να μιλήσουμε, μεταξύ μας, με την ιστορία του παρελθόντος και του μέλλοντος! Αν δεν το κάνουμε τώρα, στη χειρότερη στιγμή της μετεμφυλιακής πορείας μας, στο κομβικό σημείο της εξέλιξης της παγκόσμιας και ευρωπαϊκής οικονομίας, άραγε πότε θα το κάνουμε;