Αποτίμηση

Σταύρος Μ. Θεοδωράκης 12 Μαϊ 2020

Δεν είναι, που ο κος Μητσοτάκης είναι πρωθυπουργός της Χώρας και με τη δική μου δανεική ψήφο.

Είναι, που αν ο κος Μητσοτάκης αποτύχει την βάψαμε … για να το πω ευγενικά.

Αυτό είναι λοιπόν, που με υποχρεώνει σε μία αυστηρή αλλά ελπίζω δίκαιη, αδρομερή αποτίμηση της μέχρι σήμερα πολιτείας της κυβέρνησής του.

Ένα χρόνο πριν κυριαρχούσε η φράση: «Να φύγει ο ΣΥΡΙΖΑ, αυτό μετράει τώρα».
Ήταν η κουβέντα που άκουγες από όλους τους σώφρονες γύρω.
Και όχι άδικα.

Όπως όμως αποδείχτηκε, η ήττα του ΣΥΡΙΖΑ στις διπλές εκλογές του περασμένου καλοκαιριού δεν έβαλε τέλος στις παθογένειες τις ελληνικής πολιτικής σκηνής.

Από την ανώμαλη προσγείωση της κυβέρνησης του «αριστερού μεγαλοϊδεατισμού», που με σύμμαχο την παλαιοκομματική ακροδεξιά του Πάνου Καμμένου και τελματωμένη σε ιδεοληψίες απέφυγε να σχεδιάσει και να υλοποιήσει οποιαδήποτε δημιουργική μεταρρύθμιση από τις πολλές που έχει ανάγκη η Χώρα, περάσαμε στην διάσταση λόγων–πράξεων της Νέας Δημοκρατίας. Ευαγγελίστηκε τον φιλελευθερισμό για να εφαρμόσει τελικά ως κυβέρνηση τις παλιές και δοκιμασμένες πρακτικές του κρατισμού και να κάνει γρήγορα φανερή την ατολμία της για μεταρρυθμίσεις που επισύρουν πολιτικό κόστος αλλά έχει ανάγκη η Χώρα.

Σύμφωνα με τον προϋπολογισμό και τις κυβερνητικές εξαγγελίες, αναμενόταν ανάπτυξη 4%, μεγάλες επενδύσεις, αύξηση των εσόδων από τον τουρισμό, μείωση της ανεργίας με τη δημιουργία πολλών και καλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας, ουσιαστική έξοδος από την κρίση. Η πραγματικότητα όμως, δεν συμφώνησε με τις κυβερνητικές επιθυμίες, ο στόχος για την ανάπτυξη έπεσε στο 2%, οι μεγάλες επενδύσεις βάλτωσαν, οι δημόσιες επενδύσεις μειώθηκαν.

Την ίδια ώρα και παρά τις φωτεινές εξαιρέσεις του ξεκινήματος, ένα νέο κομματικό κράτος, ως λάφυρο της εκλογικής επιτυχίας, άρχισε να ανατέλλει στα χνάρια του τέρατος που μας είχαν υποσχεθεί πως θα σκοτώσουν.

Η Κυβέρνηση και ο Κυριάκος Μητσοτάκης προσωπικά, είχαν αρχίσει να αμφισβητούνται έντονα.

Δύο αναπάντεχες εξελίξεις όμως συσπείρωσαν τον κόσμο γύρω από τον Πρωθυπουργό και την Κυβέρνηση, και τους έφεραν σε πλεονεκτική θέση στο πολιτικό σκηνικό.

Το προσφυγικό-μεταναστευτικό ζήτημα, που σύντομα μετετράπη σε εθνικό λόγω των μεθοδεύσεων του Ερντογάν και η πανδημία,

Η διαχείριση μιας κρίσης  λόγω φυσικής καταστροφής, τρομοκρατικής επίθεσης ή θερμού επεισοδίου με τρίτη χώρα, αποτελεί πάντα ευκαιρία για μια κυβέρνηση.
Η συσπείρωση των πολιτών γύρω από την ηγεσία τους σε συνθήκες φόβου θεωρείται περίπου δεδομένη, ενώ το, εκ των πραγμάτων, προνόμιο της διαχείρισης της κρίσης δίνει την ευκαιρία για τη λήψη φιλολαϊκών μέτρων και την επικοινωνιακή προβολή της ενεργητικότητας της.  

Η πραγματικότητα όμως είναι πιο σύνθετη, δεν συμφωνεί με τις επιθυμίες μας, δεν συμφωνεί με τις κυβερνητικές αφηγήσεις.

Αναφορικά με το προσφυγικό-μεταναστευτικό, οι καθυστερήσεις και η αναποφασιστικότητα της κυβέρνησης, έχουν δημιουργήσει πολλά προβλήματα στους κατοίκους των νησιών, στους πρόσφυγες και τους μετανάστες καθώς και στον τουρισμό και την ανάπτυξη των νησιών μας.
Η απουσία σύγχρονης και αποτελεσματικής δημόσιας διοίκησης,  εμποδίζει την γρήγορη εξέταση των αιτήσεων ασύλου και των επαναπροωθήσεων όπου χρειάζεται. Ενήλικες και παιδιά εξακολουθούν να στοιβάζονται στα ντροπιαστικά για όλους μας hot spots και να ζουν σε άθλιες συνθήκες διαβίωσης που αποτελούν υγειονομική βόμβα για τους ίδιους και για την κοινότητα. 
Η Κυβέρνηση παγιδευμένη στα εθνικά, θρησκευτικά και κοινωνικά στερεότυπα των στελεχών της, αδυνατεί να αποτιμήσει την πραγματικότητα, να μελετήσει τις προοπτικές και να σχεδιάσει την επόμενη μέρα. Αδυνατεί να αντιμετωπίσει το μεταναστευτικό-προσφυγικό πρόβλημα με την φαντασία που απαιτούν πιά οι καιροί, αδυνατεί να παρουσιάσει ένα συνεκτικό συνολικό σχέδιο αντιμετώπισης των περιστάσεων.

Στον Έβρο ήταν επιτυχής η αντιμετώπιση της κατάστασης και εύστοχη η Ευρωπαϊκή διάσταση που επεξεργάστηκε και υλοποίησε η Κυβέρνηση.
Δεν ήταν όμως πόλεμος ούτε στρατιωτική εισβολή. Άοπλους απελπισμένους ανθρώπους αντιμετωπίζαμε. Οι μετανάστες και οι πρόσφυγες που συνωθούνταν στα σύνορα μας ήταν πράγματι μέρος ενός επιθετικού Τουρκικού σχεδίου, αλλά δεν έπαυε να είναι στην πλειοψηφία τους απελπισμένοι άνθρωποι. Κινδυνέψαμε να μας παρασύρουν ακραίες φωνές και φανατισμένα πληκτρολόγια και να βοηθήσουμε να χτιστούν νέες πολιτικές καριέρες. Κινδυνέψαμε να χάσουμε την ψυχή μας.

Αναφορικά με την τρέχουσα κρίση του κορωνοϊού, η αποφασιστικότητά της Κυβέρνησης στην επιβολή πρακτικώς ολικής απαγόρευσης κυκλοφορίας και κοινωνικής αποστασιοποίησης, περιόρισαν τη διασπορά του ιού και παρήγαγε απτά θετικά αποτελέσματα. Σημαντικό ρόλο έπαιξε η σωστή επιλογή των ανθρώπων που διαχειρίζονται την κρίση. Το λες και μάθημα για το μέλλον αυτό.
Χαίρομαι για την μέχρι σήμερα πορεία μας στην αντιμετώπιση της πανδημίας, εύχομαι έτσι να συνεχίσουμε, είναι μακρύς και ανηφορικός ο δρόμος που έχουμε μπροστά μας.

Ωστόσο στην αντιμετώπιση των κοινωνικών και οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας, οι αποφάσεις της κυβέρνησης κινούνται μεν προς την σωστή κατεύθυνση συνοδεύονται όμως από ασυντόνιστες σπασμωδικές κινήσεις. Όχι σπάνια δίνουν την εικόνα της υπηρέτησης της επικοινωνιακής εικόνας των Υπουργών της μόνον. Τα μέτρα που έχουν ληφθεί μέχρι τώρα, δεν έχουν πείσει πως είναι αρκετά για να αντιμετωπισθεί η επερχόμενη ύφεση και να αμβλυνθούν οι επιπτώσεις της.

Η κρίση που θα προκαλέσει η πανδημία θα είναι δυσβάσταχτη μας, προειδοποίησε ο κος Πρωθυπουργός στην πρόσφατη συζήτηση πολιτικών αρχηγών στη Βουλή και τον χαρακτήρισε ως αισιόδοξο η Αντιπολίτευση.

Και ενώ έτσι έχουν τα πράγματα, η Κυβέρνηση δεν μας έχει εξηγήσει τις μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες προοπτικές της Χώρας και το σχέδιο που θα μας βγάλει από αυτή την κατάσταση και η Αντιπολίτευση συνεχίζει να πολιτεύεται σε όρους παρελθόντος.
Ο ΣΥΡΙΖΑ πνιγμένος στις ιδεοληψίες του, το ΚΙΝΑΛ παγιδευμένο σε μία αδιέξοδη διαρκή προσπάθεια αυτοδικαίωσης, αδυνατούν να επεξεργαστούν ένα φρέσκο αφήγημα για τη Χώρα.

Την ίδια ώρα σύσσωμο το πολιτικό προσωπικό δεν χάνει ευκαιρία να επιδίδεται στο αγαπημένο του σπόρ, στις «ναι μεν αλλά» συμπεριφορές που ναρκοθετούν τη συμμετοχή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η διαχρονική τακτική των κυβερνήσεων μας να πιστώνουν στις δικές τους ενέργειες ό,τι καλό γίνεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση και συχνά να χρεώνουν σε αυτήν τις δικές τους αστοχίες, είναι ακατανόητη αν όχι επικίνδυνη.
Η τακτική αυτή αυξάνει τον Ευρωσκεπτικισμό και αυτό κόβει το κλαδί που καθόμαστε. Η απάντησή μας σε κάθε πρόβλημα της Ευρώπης πρέπει επίμονα να είναι περισσότερη Ευρώπη. Είναι ο μόνος τρόπος να αλλάξουμε τη θέαση των πραγμάτων ώστε οι αποφάσεις που λαμβάνονται στο πεδίο της οικονομίας να ορίζονται στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και όχι σε όρους αμοιβαιοποίησης  χρέους.

Ούτε όμως η αισθητική της πολιτικής αντιπαράθεσης έχει βελτιωθεί. Ένα πολιτικό σύστημα που αρνείται να διδαχθεί έστω από τα λάθη του, εξακολουθεί να καθορίζει το πολιτικό σκηνικό και είναι σκηνικό ασφυχτικό, για τους πολίτες που υποστηρίζουν τον κοινωνικό και πολιτικό φιλελευθερισμό, τον νέο πατριωτισμό και την αταλάντευτη ευρωπαϊκή πορεία της Χώρας

Θα γεννήσει καινούργια πράγματα όλο αυτό.

Θα κλείσω ευγενικά όπως άρχισα … αν ο κος Μητσοτάκης αποτύχει τη βάψαμε.

Εμείς να θυμηθούμε πως δεν κυβερνάει πια ο Σύριζα και να ασκήσουμε αυστηρή και δίκαιη κριτική στην Κυβέρνηση … είναι ίσως ο καλύτερος τρόπος να βοηθήσουμε …  εαυτούς και αλλήλους.