Στο πλαίσιο της «δημιουργικής ασάφειας» -εξαιρετική επινόηση από μόνη της- στη διάρκεια των πέντε μηνών που η σημερινή κυβέρνηση βρίσκεται στην εξουσία, μαθαίνουμε ως πολίτες νέες διατυπώσεις και όρους. Διατυπώσεις και όρους που συνήθως αφορούν τη διαπραγμάτευση, πραγματική ή όχι, και τις επιδιώξεις της δικής μας πλευράς, όπως «έντιμο συμβιβασμό», «αμοιβαία επωφελή συμφωνία», πάντα στο όνομα του ελληνικού λαού και των λαών της Ευρώπης. Γιατί, για όποιον δεν το έχει καταλάβει, η κυβέρνηση έχει αναλάβει μια μεσσιανική αποστολή να απαλλάξει την Ευρώπη από τη «μισανθρωπική» (κατά Βαρουφάκη) ελίτ που έχει καθίσει στο σβέρκο της.
Δεν είναι εύκολη η ερμηνεία των διατυπώσεων και των όρων που υιοθετεί η κυβέρνηση κατά περίπτωση για να προβάλει τις θέσεις της. Τι σημαίνει «έντιμος συμβιβασμός» ή «αμοιβαία επωφελής συμφωνία», με την έννοια της προσφοράς της ελληνικής πλευράς, σε μια διαπραγμάτευση η οποία υποτίθεται από τη φύση της ότι περιλαμβάνει «δούναι και λαβείν»; Οταν το μόνο που μπορεί να υποσχεθεί η Αθήνα στην κατάσταση που βρίσκεται είναι ότι δεν θα τα κάνει «μπάχαλο» στην Ευρώπη αν οι δανειστές ικανοποιήσουν τους όρους της. Οτι δεν θα συμπεριφερθεί δηλαδή σαν κοινός «μπαχαλάκης», καθώς δεν υπάρχει κάτι άλλο να προσφέρει.
Εν μέσω αυτού όμως, το βασικό ερώτημα που παραμένει και ζητεί απάντηση είναι κατά πόσο λειτουργούν ανεξάρτητα ο Γ. Βαρουφάκης, η Ζωή Κωνσταντοπούλου και άλλοι, όταν είναι σαφές ότι δυναμιτίζουν συστηματικά κάθε ένδειξη προσέγγισης με τους δανειστές και ταυτόχρονα απαξιώνουν τους δεσμούς με την Ευρωζώνη και την Ευρώπη γενικότερα. Γιατί αυτό συμβαίνει άμεσα ή έμμεσα, είτε γίνεται αντιληπτό είτε όχι, ενισχύοντας την άποψη εκείνων που υποστηρίζουν ότι αυτή η κυβέρνηση είχε στρατηγικό στόχο να πάρει αποστάσεις από την Ευρώπη, ίσως και από τη Δύση.
Μέχρις απόδειξης του αντιθέτου τα γεγονότα μιλούν μόνα τους. Ο υπουργός Οικονομικών, και έχει σημασία αυτό, έχει επανειλημμένα κάνει υπονομευτικές δηλώσεις, κάθε φορά που γινόταν μία προσπάθεια -ενδεχομένως για τα μάτια της ελληνικής κοινής γνώμης- να βρεθεί μια λύση που θα κατέληγε σε συμφωνία. Το αποκορύφωμα ήταν η γενική επίθεση που εξαπέλυσε τις προάλλες από το Ηράκλειο κατά των δανειστών και της Ευρωζώνης, ενώ υποτίθεται ότι ο πρωθυπουργός είχε πάρει πάνω του την υπόθεση για να φτάσει η χώρα σε συμφωνία με τους δανειστές. Γίνεται έτσι φανερό ότι η απομάκρυνσή του από τις διαπραγματεύσεις μετά τη Ρίγα δεν οφειλόταν στη δυσαρέσκεια του Αλ. Τσίπρα για τη διαγωγή του, αλλά σε απαίτηση της άλλης πλευράς. Αν ο πρωθυπουργός ήταν δυσαρεστημένος, θα του είχε βάλει «φραγή», δεν θα τον διατηρούσε στη θέση του, δεν θα έκανε βόλτες μαζί του στο Ζάππειο και δεν θα επικύρωνε τις θέσεις του με τις δικές του ομιλίες στη Βουλή και στους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ.
Η Ζωή Κωνσταντοπούλου, πάλι, είναι γνωστό ότι έχει πάρει μια σειρά πρωτοβουλιών που στρέφονται όχι μόνο κατά των δανειστών, αλλά και κατά όσων χαρακτηρίζονται «μνημονιακοί». Εστησε διάφορες επιτροπές, για λόγους καθαρά επικοινωνιακούς και δημιουργίας κλίματος, όπου προεδρεύει και τις κατευθύνει κατά τρόπο εχθρικό προς τους ξένους και εντελώς διχαστικά για το εσωτερικό. Το αποκορύφωμα ήταν τα χθεσινά σχόλιά της, παρόντος του πρωθυπουργού, κατά του Ζ.-Κ. Γιουνκέρ, εν μέσω πληροφοριών ότι ο πρόεδρος της Κομισιόν κάνει νέα απόπειρα συμβιβασμού. Αμέσως μετά ακολούθησε η πρωτοφανής επίθεσή της κατά του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, Γ. Στουρνάρα, του οποίου την έκθεση επέστρεψε ως «απαράδεκτη», επιχειρώντας τον εξευτελισμό ακόμη ενός ευρωπαϊκού θεσμού, εφόσον η Τράπεζα της Ελλάδος αποτελεί ουσιαστικά βραχίονα της ΕΚΤ.