Η υπόθεση με την αποστολή ενός SMS για φημολογούμενο επεισόδιο στην κυπριακή οικονομία και η αστυνομική έρευνα γύρω από το θέμα, δείχνει κάτι πέρα από την ανοησία του αποστολέα: ότι η κατάσταση της οικονομίας παραμένει εύθραυστη, οι ισορροπίες είναι λεπτές και χρειάζεται η μέγιστη δυνατή σοβαρότητα για να βγούμε από το τούνελ. Δύο γεγονότα αυτή την εβδομάδα λένε πολλά σχετικά με την ανάγκη να δούμε τα πράγματα με την σφαιρικότητα που επιβάλλουν οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε. Πρώτο η νίκη της ποδοσφαιρικής ομάδας της εθνικής Κύπρου επί της Βοσνίας και δεύτερο, τα νομοσχέδια που ψήφισε η Βουλή σχετικά για τις εκποιήσεις και την ουσιαστική απόρριψή τους από την τρόικα. Στο πρώτο, η ποδοσφαιρική Κύπρος είδε μια πολύ καλή ομάδα που νίκησε εκτός έδρας τη Βοσνία, γεγονός μάλλον ασυνήθιστο για το ποδοσφαιρικό μας μέγεθος. Οι δηλώσεις του προπονητή της κυπριακής εθνικής ομάδας Π. Χριστοδούλου έχουν ενδιαφέρον καθώς διαπίστωσε ότι «οι παίκτες μου, έδειξαν ότι έχουν τη ψυχή του Έλληνα μέσα τους». Παραγνωρίζοντας το γεγονός ότι δύο από τους 11 της κυπριακής ομάδας δεν διαθέτουν «ελληνική ψυχή» (ο αμυντικός Τ. Τζιούνιορ είναι πορτογάλος και ο μέσος Β. Λαμπάν γάλλος), ας θέσουμε το ερώτημα γιατί οι άλλοι «παίκτες» μας στην πολιτική και οικονομική ηγεσία δεν τα έχουν καταφέρει εξίσου καλά και η Κύπρος ζει στο ρυθμό της τρόικας ακολουθώντας βήμα βήμα το παράδειγμα της ελληνικής οικονομίας. Δεν γνωρίζω αν τη διαφορά την έκαναν οι Τ. Τζιούνιορ και Β. Λαμπάν, αλλά η διαπίστωση παραμένει καθώς η Κύπρος και η Ελλάδα βρέθηκαν στο ένα βήμα πριν τη χρεοκοπία και στην εξάρτηση από τη δανειακή σύμβαση.
Μέσα στο ίδιο πνεύμα κινούνται και οι κυρίαρχες ειδήσεις σχετικά με τον νόμο για τις εκποιήσεις και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Το ζήτημα της επίλυσης έχει ενσωματωθεί στο μνημόνιο καθώς και το γεγονός το ότι χρειάζεται να απαντηθεί με νομοθετική πρωτοβουλία. Η κυβέρνηση έφειλε να ενεργήσει πολύ ενωρίτερα, η μεγάλη καθυστέρηση τόσο επί της νομοθετικής πρωτοβουλίας όσο και επί της διαδικασίας συνέβαλε στο να καταστεί η διαχείρισή του πιο πολύπλοκη. Το ερώτημα είναι σαφές: χρειάζεται ένα κράτος να μεριμνά για τους όσους η κρίση εμποδίζει να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους απέναντι στις τράπεζες; Η απάντηση είναι θετική αλλά με διπλή ευθύνη: πρώτο με αποδείξεις και στοιχεία να προστατευτούν όσοι πράγματι δεν μπορούν, και, δεύτερο, με αποδείξεις και στοιχεία να ληφθούν όλα τα αναγκαία μέτρα κατά όσων μπορούν και δεν το πράττουν! Ολοφάνερα κοροϊδεύουμε τον εαυτό μας όταν βάζουμε τους πάντες σε ένα σακούλι όταν οι ένοχοι της μεγάλης λεηλασίας του τραπεζικού πλούτου δεν πληρώνουν, ενώ διαθέτουν τεράστια περιουσία που όλη η Κύπρος την βλέπει σε καθημερινή βάση! Κανένα ουσιαστικό μέτρο δεν έχει ληφθεί κατά εκείνης της μικρής, κάτω από δέκα, ομάδας που χρωστά 1 δις στις τράπεζες και ανήκει στην κατηγορία των μη εξυπηρετούμενων δανείων!
Η ουσία είναι πως τώρα είμαστε στο κενό. Η Βουλή έχει ψηφίσει ένα νόμο για τις εκποιήσεις τον οποίο τόσο η τρόικα όσο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θεωρούν ως μη ανταποκρινόμενο στις παραμέτρους του μνημονίου. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έχει συμφωνήσει με μερικά από τα νομόσχέδια που έχουν ψηφιστεί και έχει αναπέμψει στο Ανώτατο Δικαστήριο ορισμένα άλλα. Αυτό σημαίνει ότι στην πράξη η Κύπρος για πρώτη φορά μετά την υπογραφή του μνημονίου βρίσκεται σε ιδιότυπο αδιέξοδο και καλείται να λύσει έναν γρίφο για πολύ δυνατούς παίκτες. Σε κάθε περίπτωση αυτό που μετρά είναι η επίλυση και προς την κατεύθυνση αυτή σημειώνω τα πιο κάτω. Η Κύπρος εξαιτίας δικών της επιλογών και εξαιτίας πολιτικών που εφαρμόστηκαν από πολιτικές ηγεσίες για πολλά χρόνια, έφτασε στο χείλος της καταστροφής το 2012. Το δίλημμα ήταν σαφές: ή χρεοκοπία, ή μνημόνιο. Σωστά επιλέξαμε το δεύτερο. Συνεπώς το μνημόνιο δεν έφερε την κρίση όπως υποστηρίζουν οι οπαδοί της ρήξης με την τρόικα, αλλά οι εφαρμοσθείσες οικονομικές πολιτικές μαζί με τις εποπτικές αρχές οι οποίες απολάμβαναν βασιλικών προνομίων και έπρατταν, στην καλύτερη των περιπτώσεων, όσα ένας καλός τροχονόμος -από τη λεηλασία τύπου Βγενόπουλου μέχρι την ELA στην Λαϊκή Τράπεζα-, ή, στην άλλη περίπτωση, συνεργούσαν στον εκτροχιασμό όπως δηλώνει το κατηγορητήριο ενώπιον δικαστηρίου κατά πρώην κεντρικού τραπεζίτη.
Πέρα από τις εποπτικές αρχές υπήρχαν οι εκλεγμένες πολιτικές αρχές. Έλεγξαν τους επόπτες; Πίεσαν για κάποια πολιτική απόφαση; Είχαν αίσθηση του μεγέθους των προβλημάτων; Μνημειώδης παραμένει η απάντηση του Υπουργού Οικονομικών Χ. Σταυράκη με αφορμή την αξιολόγηση του οίκου Standard and Poor?s στην οποία αναφέρει ότι «ο ξένος οίκος επικαλείται ως λόγο της υποβάθμισης την έκθεση των κυπριακών τραπεζών σε ελληνικά χρεόγραφα και το μεγάλο μέγεθος του τραπεζικού συστήματος ως ποσοστό του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος» και ότι «οι Standard & Poor?s θεωρούν ότι υπάρχει αυξημένη πιθανότητα αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους που μπορεί να προκαλέσει προβλήματα χρηματοδότησης στις κυπριακές τράπεζες και να έχει δυσμενείς επιπτώσεις στα δημόσια οικονομικά και στο ρυθμό ανάπτυξης». Στις πιο διαπιστώσεις ο Χ. Σταυράκης απαντά ως ακολούθως: «Η εποπτεία του τραπεζικού συστήματος στην Κύπρο είναι αποκλειστικά ευθύνη και η κύρια δραστηριότητα της Κεντρικής Τράπεζας, η οποία είναι ανεξάρτητη αρχή και η θέση της κυβέρνησης είναι ότι το τραπεζικό σύστημα στην Κύπρο είναι εύρωστο».
Τα πλαίσια διαπραγμάτευσης για μια χώρα που ζει όπως η Κύπρος δεν είναι απεριόριστα. Αντιθέτως, είναι προφανή γιατί από λάθη της πολιτικής ηγεσίας οδηγηθήκαμε σε ουσιώδη μείωση της διαπραγματευτική μας ισχύος. Σε αυτή τη ρεαλιστική ανάγνωση των πραγμάτων είναι ωφέλιμο για την Κύπρο να διαβάσει ξανά τα δεδομένα και να βρει την αναγκαία φόρμουλα με τους δανειστές της για να προχωρήσει η ομαλή δανειοδότηση και το πρόγραμμα. Κάθε άλλη επιλογή που δεν βασίζεται στην πραγματικότητα, δημιουργεί ψευδαισθήσεις και οδηγεί σε νέα πίεση πάνω στην οικονομία, όπως δείχνει το κλίμα που συνδέεται με το SMS.