«Ό,τι αρχίζει ωραία
Τελειώνει με πόνο,
Οι πικραμένες καρδιές
Το ξέρουνε μόνο»
Όταν ο Θόδωρος Πάγκαλος δήλωνε πριν από καιρό πως «Όλοι μαζί τα φάγαμε», ήξερε πολύ καλά τι έλεγε και σε τι αποσκοπούσε. Η πρωτοκλασάτη προσωπικότητα του ΠΑΣΟΚ, με την περιώνυμη φράση του πετύχαινε μ’ ένα σμπάρο δυό τρυγόνια. Τρυγόνι πρώτο: «αθώωνε» όλη την πολιτική εξουσία τως χώρας -και μην το ξεχνάμε: και την οποιαδήποτε, μεγαλύτερη ή μικρότερη εξουσία- δηλώνοντας ευθαρσώς πως τα «λεφτά που υπήρξαν» -και όντως υπήρξαν- τα καρπώθηκαν ισομερώς όλοι οι κάτοικοι αυτού του τόπου. Τρυγόνι δεύτερο: επέτρεψε στα φαγανά εκείνα πουλάκια του κρατικού μηχανισμού και των παραφυάδων του, που έβαλαν το δάχτυλο, ποιος λίγο ποιος πολύ, στο βάζο με το γλυκό, να κράξουν: «Κανείς δε φταίει – κανείς δε θα πληρώσει τίποτα!».
Αποτέλεσμα: η φράση του κ. Πάγκαλου έγινε αντι-σύνθημα και λειτούργησε σαν ομπρέλα για να βρουν από κάτω της καταφύγιο όλοι του λαού αυτού οι «κολασμένοι». «Συντεχνιόμαγκες» και «κρατικομασούντες», «φοροξεφεύγοντες» και «εφοριοπολεοδομούντες» (που έβλεπαν πια πως ο πάτος τού βάζου με το γλυκό όλο και πλησίαζε), μαζί με τους πραγματικά «καταφρονεμένους» αυτού του τόπου, τους άνεργους και τους νέους χωρίς μέλλον, τους έντιμους και τους απελπισμένους (αυτούς, με δυό λόγια, που όχι μόνο γλυκό δεν είχαν δοκιμάσει αλλά και που μια ζωή τους παίρναν τη μπουκιά απ’ το στόμα).
Κι ύστερα ήρθε το Σύνταγμα και οι μούντζες.
Και μετά το Σύνταγμα, ήρθε ο Αλέξης και το πρόγραμμά του.
Ο κ. Αλέξης Τσίπρας, λοιπόν, που πήρε τη φράση του Πάγκαλου και την ανέστρεψε: το «Όλοι μαζί τα φάγαμε» το έκανε «Όλοι μαζί θα τα φάμε». Από το «αντισύνθημα», στο «σύνθημα». Κι αυτός ξέρει πολύ καλά τι λέει και σε τι αποσκοπεί. Κι αυτός ελπίζει να χτυπήσει μ’ ένα σμπάρο δυό τρυγόνια: και αυτούς που βάλανε χέρι στο γλυκό να καθησυχάσει και εκείνους που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα να γλυκάνει.
Γιατί, τι άλλο είναι το «Πρόγραμμα» του ΣΥΡΙΖΑ πέρα από μια -επιμελώς απεγνωσμένη, πράγματι- προσπάθεια να δημιουργηθεί μια νέα ομπρέλα, κάτω από την οποία καλεί ο κ. Τσίπρας να «συνωστισθούν» αυτοί που χάνουν τα, μικρά ή μεγάλα, προνόμιά τους, μαζί μ’ αυτούς που ούτε από μακριά δεν είχαν δει προνόμιο; Αυτή τη φορά όμως, όχι για να μουντζώνουν τη Βουλή. Τώρα η «ομπρέλλα» προσφέρεται -δωρεάν- με την υπόσχεση πως αυτά τα μαύρα σύνεφα που ήδη ρίχνουν καταράκτες, δεν είναι παρά «μια μπόρα που θα περάσει», χωρίς εμείς να χρειάζεται να κάνουμε τίποτα, πως άλλοι φταίνε κι απ’ αλλού θα ’ρθει η λύση -και πως, εν πάση περιπτώσει, έτσι κι αλλιώς, «το βάθος τ’ ουρανού θα είναι κόκκινο».
Για να είμαστε όμως και δίκαιοι, μεταξύ του κ. Πάγκαλου και του κ. Τσίπρα, εκτός από τις ομοιότητες υπάρχουν και πολύ μεγάλες διαφορές. Ο κ. Πάγκαλος, ας πούμε, με τη φράση του αναφερόταν σε μια περίοδο κατά την οποία το βάζο με το γλυκό ήταν γεμάτο. Ο κ. Τσίπρας, αντιθέτως, μας υπόσχεται μια νέα εποχή, που το άδειο τώρα πια βάζο, με κάποιο μαγικό τρόπο θα ξαναγεμίσει. Ή, για να το πούμε αλλιώς: ο κ. Πάγκαλος έκλεινε με τον τρόπο του μια περίοδο όπου «όλα αρχίζαν ωραία» ενώ ο κ. Τσίπρας μας διαβεβαιώνει πως τίποτα «δε θα τελειώσει με πόνο».
Μόνο που και στις δύο περιπτώσεις ισχύει η συνέχεια του γνωστού λαικού άσματος: «Είναι κακό στην άμμο να χτίζεις παλάτια». Με οποιοδήποτε μάλιστα υλικό. Κάτι που, πέρα από τις «πικραμένες καρδιές», το ξέρει πάρα πολύ καλά κυρίως η Αριστερά.