Ελαβα το πρώτο μάθημα «ελληνικής» οικονομίας πριν από 25 χρόνια. «Πίνετε άφοβα το γάλα και δύο ημέρες μετά τη λήξη του. Η συντομότερη λήξη θεσπίστηκε μόνο για να εμποδίζει τις εισαγωγές» συμβούλευε φίλος χημικός.
Με τα χρόνια κατάλαβα ότι τέτοιες πρακτικές είναι περιττές. Η χώρα διαθέτει ένα υπερόπλο εναντίον του ανταγωνισμού, τη γραφειοκρατία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι δημοπρασίες για την αδειοδότηση νέων μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από φωτοβολταϊκά1.
Πρόσφατα ολοκληρώθηκε άλλη μια διαδικασία αδειοδότησης νέων μονάδων ΑΠΕ (αιολικά & ηλιακά πάρκα). Το ευχάριστο είναι ότι πιστοποιήθηκε και στην Ελλάδα η πτώση του κόστους παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ. Η μέση τιμή αποζημίωσης των νέων παραγωγών θα είναι 64€/MWh για τα φωτοβολταϊκά και 68€/MWh για τα αιολικά πάρκα ( Ανακοίνωση ΡΑΕ). Εντυπωσιακή πτώση τιμών, σε σύγκριση με λίγα χρόνια πριν. Επιπλέον, οι τιμές σήμερα είναι ελάχιστα υψηλότερες από τις τιμές χονδρικής του ρεύματος (Οριακή Τιμή Συστήματος), άρα οδεύουμε προς τη στιγμή που η παραγωγή ενέργειας από νέες μονάδες ΑΠΕ θα γίνεται χωρίς επιδότηση, χωρίς επιβάρυνση των καταναλωτών. Αυτό ήταν θετικό και χαιρετίστηκε ως επιτυχία.
Ταυτόχρονα, όμως, το αποτέλεσμα της δημοπρασίας είναι κι ένα γνήσιο πιστοποιητικό ανεπάρκειας της ελληνικής οικονομίας, που αποκαλύπτει το βαθύ έλλειμμα ανταγωνιστικότητας που τη στιγματίζει.
Οσο παράλογο είναι να πωλούνται τα συσκευασμένα παγάκια στην Αλάσκα 50% ακριβότερα από την Αθήνα, τόσο παράλογο είναι ο ήλιος στο Μόναχο να πωλείται 44€ και στην Αθήνα 64€! Ναι, οι τιμές της δημοπρασίας στην Ελλάδα ήταν 50% υψηλότερες από τις τιμές των γερμανικών δημοπρασιών (2/2018 & 6/2018) εδώ. Κι αν δεν μπορούμε να πουλάμε τον ήλιο φθηνότερα από τους Γερμανούς, τι ελπίδες έχουμε ως οικονομία;
Θα μου πείτε, εδώ εισάγουμε τομάτες από την Ολλανδία! Ναι, αλλά στα ολλανδικά θερμοκήπια χρησιμοποιούνται τεχνολογικά εξελιγμένες μέθοδοι καλλιέργειας/συλλογής, που εκτινάσσουν την ετήσια παραγωγή στους 60-70 τόνους ανά στρέμμα, ενώ στα κρητικά θερμοκήπια παράγονται 7-10 τόνοι ανά στρέμμα. Εν μέρει, λοιπόν, εξηγείται το παράδοξο.
Ομως το επιχειρηματικό μοντέλο των ηλιακών πάρκων είναι τόσο απλό που δεν χωρούν εξηγήσεις όπως «η αγορά είναι μικρή, η παραγωγή κατακερματισμένη χωρίς οικονομίες κλίμακος, η χώρα είναι ορεινή/νησιωτική, οι άλλοι διαθέτουν καλύτερη τεχνολογία» …
Στα ηλιακά πάρκα, ο παραγωγός, Ελληνας ή Γερμανός, αγοράζει έναν καθρέφτη (το πάνελ) που έχει ίδια τιμή σε όλο τον κόσμο. Οσο περισσότερο φως πέφτει στον καθρέφτη, τόσο περισσότερη ενέργεια παράγεται. Με το ίδιο κόστος εξοπλισμού ο καθρέφτης στην Ελλάδα παράγει 30-40% περισσότερη ενέργεια από τη Γερμανία. Οπότε, αν ο παραγωγός στη Γερμανία είναι «βιώσιμος» πουλώντας ρεύμα στα 44€/MWh, ο παραγωγός στην Ελλάδα θα ‘πρεπε «να βγαίνει» με τιμές 25-30% χαμηλότερες, περίπου 30-35€/MWh. Τιμές δηλαδή υποδιπλάσιες από εκείνες που προέκυψαν στην πρόσφατη δημοπρασία.
Η συνέχεια στο protagon.gr