Από τις κεντροαριστερές αυταπάτες στη συμμαχία με το πολιτικό κέντρο

27 Μαϊ 2024

Η δημοσκόπηση της GPO στην εφημερίδα «Παραπολιτικά» (Σάββατο 25/5) περιέγραψε από μόνη της την πολιτική περιδίνηση στην οποία βρίσκεται από καιρό η Κεντροαριστερά. Οι φερόμενοι ως υποψήφιοι αρχηγοί της συγκεντρώνουν χαμηλά ποσοστά προτίμησης, προερχόμενα κυρίως από τους ψηφοφόρους των κομμάτων στα οποία ανήκουν. Είναι χαρακτηριστικό ότι στη μέτρηση προηγείται ο Αλέξης Τσίπρας ως καταλληλότερος αρχηγός παρ´ όλο που οδήγησε την «πρώτη φορά Αριστερά» σε διαδοχικές ήττες και στη διάσπαση. Γι αυτό άλλωστε, στις απαντήσεις στην ερώτηση «ποιος μπορεί να νικήσει τον Μητσοτάκη» προηγείται ο Στέφανος Κασσελάκης ενώ,ταυτόχρονα, την ήττα του σημερινού πρωθυπουργού από κάποιον εκ των υποψηφίων αποκλείει το 52,6% των ερωτηθέντων. Το πλήρες αδιέξοδο είναι ολοφάνερο.

Ωστόσο, το πρόβλημα δεν εντοπίζεται στην έλλειψη εμπιστοσύνης αναφορικά με τις ικανότητες των συγκεκριμένων υποψηφίων, μερικοί εκ των οποίων μπορεί να είχαν και πλήρη άγνοια της δημοσκοπικής τους υποψηφιότητας. Το κύριο πρόβλημα εντοπίζεται στην έλλειψη εμπιστοσύνης στην προοπτική συγκρότησης μιας ισχυρής και αξιόπιστης παράταξης, έτοιμης να παρουσιάσει ένα εναλλακτικό σχέδιο διακυβέρνησης της χώρας με θέσεις που θα την ωθήσουν στο δρόμο του εκσυγχρονισμού και της ανάπτυξης.

Ο διάλογος για τη συγκρότηση μιας τέτοιας «κεντροαριστερής» παράταξης έχει μετατεθεί για την επόμενη μέρα των ευρωεκλογών, στιγμή που θεωρείται ως ορόσημο για τις πολιτικές εξελίξεις σε αυτό τον χώρο. Έχει ατύπως συμφωνηθεί από όλους ότι η δύναμη που θα πλειοψηφήσει στη διεκδίκηση της δεύτερης θα αναλάβει τις σχετικές πρωτοβουλίες. Εκείνο που δεν έχει συμφωνηθεί και είναι μακράν το κρισιμότερο είναι η ταυτότητα των κομμάτων που θα κληθούν να συμμετάσχουν.

Ο νέος αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να χρησιμοποιεί τους όρους «Αριστερά» και «Κεντροαριστερά» για να περιγράψει ιδεολογικά το κόμμα του. Ωστόσο, τα μέλη, τα στελέχη και οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ όταν καλούνται από τους δημοσκόπους να αυτοτοποθετηθούν στο πολιτικό φάσμα απαντούν ότι ανήκουν εξ ίσου στην Κεντροδεξιά και την Κεντροαριστερά ενώ ένα ποσοστό γύρω στο 20% απαντάει ότι «δεν έχουν πλέον νόημα αυτοί οι διαχωρισμοί». Αυτό εξηγείται άλλωστε και από τις αλλοπρόσαλλες τοποθετήσεις του Στέφανου Κασσελάκη. Και να σκεφτεί κανείς ότι καταγράφεται η πιθανότητα να διατηρήσει ο ΣΥΡΙΖΑ την εκλογική του θέση και μετά τις ευρωεκλογές.

Ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ έχει επαναλάβει σε πολλές ευκαιρίες ότι, με βάση και την εντολή του εκλογικού σώματος, θα απευθυνθεί στις «υγιείς δυνάμεις της Κεντροαριστεράς». Ποιες είναι σήμερα οι δυνάμεις αυτές; Με τον ΣΥΡΙΖΑ του Κασσελάκη υπάρχει πολιτικό και ιδεολογικό χάος. Άλλωστε ο ίδιος ο Κασσελάκης αυτοεξαιρείται από ένα τέτοιο εγχείρημα. Πολιτική σύγκλιση δεν υπάρχει επίσης και με τα στελέχη που αποχώρησαν μετά την εσωκομματική διαδικασία ανάδειξης του νέου Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ. Άλλωστε, η διάσπαση δεν έγινε παρά τη στιγμή που τα στελέχη αυτά συνειδητοποίησαν ότι εκτός από τα κυβερνητικά αξιώματα είχαν απωλέσει και τα κομματικά. Ωστόσο, η Κεντροαριστερά χτίζεται με ιδέες, θέσεις και προτάσεις και όχι με προξενητές συμμαχιών που στοχεύουν αποκλειστικά στην πολιτική επιβίωση.

Το «Πολιτικό Κέντρο» υπήρξε ιστορικά η δύναμη που εξέφρασε τις ανάγκες και τις προσδοκίες της μεσαίας τάξης και γι αυτό συνετέλεσε διαχρονικά στη συσπείρωση των μεταρρυθμιστικών και εκσυγχρονιστικών δυνάμεων γύρω από ένα μπλοκ εξουσίας. Οι κεντρώες δυνάμεις μπορούν να αποτελέσουν ξανά τον κινητήριο μοχλό μιας εναλλακτικής πρότασης εξουσίας, από τη στιγμή που διαπιστώνουν όλο και πιο συχνά ότι η πίεση των ακραίων φωνών εντός και εκτός της σημερινής κυβέρνησης οδηγεί σε υποχωρήσεις και ανασταλτικούς συμβιβασμούς.

Το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ δεν απηύθυνε μέχρι σήμερα ανοιχτή και καθολική πρόσκληση συμπόρευσης στα στελέχη του Πολιτικού Κέντρου, του χώρου που συμπορεύτηκε με τη δημοκρατική παράταξη και την οδήγησε στην εξουσία για μεγάλα χρονικά διαστήματα της μεταπολίτευσης. Οι αυταπάτες αρκετών ως προς τη δυνατότητα συγκρότησης μιας ισχυρής Κεντροαριστεράς με δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ στοίχισε πολύτιμο πολιτικό χρόνο. Το ευρωψηφοδέλτιο του κόμματος αποτελεί μια πρώτη αξιόλογη προσπάθεια επαναπροσέγγισης με το Κέντρο. Γι αυτό και η 9η Ιουνίου είναι μια καλή ευκαιρία, μαζί με το μήνυμα δυσφορίας των κεντρώων πολιτών για τη διολίσθηση της κυβερνητικής πολιτικής να δοθεί και μια - τελευταία ίσως - ευκαιρία σε μια ευρύτατη συσπείρωση για τη συγκρότηση μιας αξιόμαχης και αξιόπιστης δημοκρατικής αντιπολίτευσης.