Από την «ατιμία του αιώνα», στη «γελοιότητα του αιώνα»

Κώστας Κούρκουλος 02 Σεπ 2015

Οι Ρηγάδες που γνωρίσαμε παλιά, είχαν ένα ιδιαίτερο προσόν που έκανε τη διαφορά τους απ’ όλους: Όταν οι υπόλοιποι (Κνίτες των Γκουλάκ, Μαοϊκοί των παγετώνων, αντιεξουσιαστές, «αυτόνομοι» κ.λ.π.), εκφράζαμε την πίστη μας σε βεβαιότητες, αυτοί διατύπωναν τη γνώμη τους ή την αμφιβολία τους. Που πάει να πει πως σε αντίθεση με όλους τους άλλους, ήταν οι μόνοι που δημιουργούσαν πολιτική. Διότι, όπως πολύ αργά καταλάβαμε – κάποιοι δεν το κατάλαβαν ποτέ – η πολιτική δεν παράγεται από την πίστη, αλλά από τη γνώμη, τη «δόξα». («Έδοξε τη βουλή και τω δήμω»).

Και όμως, όσοι από τους Ρηγάδες πήγαν ΣΥΡΙΖΑ, εκπλήσσουν σήμερα με τη μετάλλαξή τους σε Κνίτες των Γκουλάκ ή Μαοϊκούς των παγετώνων. Για την παλινδρόμησή τους δηλαδή σε προπολιτικές καταστάσεις, οι οποίες επιβίωναν μέχρι πρόσφατα σε σταλινικά μουσεία. Έτσι λοιπόν, βλέπει κανείς ακόμη και αυτά τα άτομα – για τους υπόλοιπους, ούτε λόγος να γίνεται – τα οποία στα νιάτα τους είχαν την ωριμότητα να εκφράζουν για όλα αμφιβολίες, να διατυπώνουν σήμερα μόνον αναπόδεικτες βεβαιότητες. Και όχι μόνον, αλλά να τις εκφέρουν με στερεότυπα και την καινούργια «μη γλώσσα» του ΣΥΡΙΖΑ, που δεν είναι πια φορέας νοημάτων, αλλά παραγγελμάτων.  Με τη γλώσσα δηλαδή που δεν περιγράφει κάποια πολιτική, αλλά προκαλεί μόνον συναισθήματα, αποκαθαρμένα μάλιστα τόσο από την πραγματικότητα, όσο και από το «μίασμα»  του ορθολογισμού.

Πρόκειται για τη «νέα ομιλία» του ΣΥΡΙΖΑ, που έχει επιφέρει – σύμφωνα με σχετική επισήμανση του Καστοριάδη πάνω στην σταλινική διάλεκτο – την «καταστροφή των σημασιών και το ερείπωμα της γλώσσας». Όπου, ο προορισμός των λέξεων είναι «να κάνουν την ομιλία ανεξάρτητη από τη σκέψη», έτσι ώστε να «βγαίνει από το λαρύγγι, χωρίς καμιά συμμετοχή του εγκεφάλου», όπως περιέγραφε επίσης την σταλινική διάλεκτο ο Όργουελ. Έτσι, στη διάλεκτο του ΣΥΡΙΖΑ η γλώσσα, από όργανο επικοινωνίας μετατράπηκε σε εργαλείο τεχνητής πρόκλησης αντανακλαστικών. Σε «παυλωφική γλώσσα» δηλαδή.

Η επικράτηση όμως της παυλωφικής γλώσσας, είχε δραματικές συνέπειες στο περιεχόμενο των ίδιων των λέξεων. Έτσι, όσες λέξεις σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με την πολιτική, άδειασαν από το νόημά τους. Ενδεικτικά, έννοιες όπως: Σοβαρότητα, γελοιότητα, αλήθεια, ψέμα κ.ο.κ., έπαψαν την τελευταία πενταετία να σημαίνουν οτιδήποτε. Αντίθετα, προορίζονται να  προκαλούν μόνον τα συναισθήματα, που ορίζουν οι εγχώριοι θεματοφύλακες του σταλινισμού. Αυτό επέφερε και την εξάλειψη της διαφοράς μεταξύ των παλιών αυτών εννοιών. Δηλαδή μεταξύ σοβαρού – γελοίου, αλήθειας – ψέματος κ.ο.κ. Με «όπλο» λοιπόν την εξάλειψη ακόμα και της διαφοράς μεταξύ των αντίθετων εννοιών, πέτυχαν τερατουργήματα. Επιλέγω δύο χαρακτηριστικά:

1) Tην «ατιμία του αιώνα», που προέκυψε από την κατάργηση της διαφοράς αλήθειας – ψέματος. Αυτό συνέβη όταν, όσοι συμφώνησαν ότι πρέπει να συμβάλουν στην αντιμετώπιση της κρίσης, δηλαδή όσοι συμπεριφέρθηκαν ως πολίτες, ονομάστηκαν προδότες και «γερμανοτσολιάδες». Οι οποίοι μάλιστα ως «εχθροί», έπρεπε να εξοντωθούν. Δεν είναι τυχαίο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αντιμετώπισε τους «εχθρούς» αυτούς, όχι με πολιτικά επιχειρήματα, αλλά με «πολεμικά ανακοινωθέντα» ή «εγκληματολογικά δελτία». Και βεβαίως δεν θεωρήθηκαν προδότες επειδή ήταν προδότες, αλλά επειδή αυτό όριζε ο ΣΥΡΙΖΑ.

Αντίθετα, όσοι – μέλη προνομιούχων λόμπι κυρίως – αρνήθηκαν να συμβάλουν στην αντιμετώπιση της κοινής ανάγκης, ονομάστηκαν πατριώτες. Με συνέπεια να αισθάνονται ένοχοι ως προδότες, όσοι αποδέχονταν να συμμετάσχουν στα κοινά βάρη και αντίθετα, περήφανοι πατριώτες, όσοι αρνούνταν. Γι’ αυτό μιλάμε για την «ατιμία του αιώνα».

2) Τη «γελοιότητα του αιώνα». Αυτή βρίσκει την πηγή της στην εξαιρετική κωμωδία του ελληνικού κινηματογράφου, με τον τίτλο «Ο θησαυρός του μακαρίτη», σε σενάριο και σκηνοθεσία Τσιφόρου. Θυμίζω: Η Γ. Βασιλειάδου, προκειμένου να βρει ενοικιαστές για τα δωμάτια του σπιτιού που κληρονόμησε από τον άντρα της, διέδωσε έντεχνα ότι ο μακαρίτης είχε κρύψει ένα μεγάλο θησαυρό, κάπου μέσα στο σπίτι. Και έτσι τα δωμάτια έγιναν «ανάρπαστα». Αμέσως όμως οι ενοικιαστές, με πρωταγωνιστή τον Αυλωνίτη, άρχισαν την κατεδάφιση των δωματίων, για να ανακαλύψουν τον «θησαυρό του μακαρίτη»!

Το «Πρόγραμμα Θεσσαλονίκης» του ΣΥΡΙΖΑ, με παροχές 12 δις ευρώ ενώ αυτά δεν υπήρχαν, ούτε φαίνονταν πουθενά, σήμαινε το εξής: Ότι πρόσφεραν στους ψηφοφόρους ως δέλεαρ, κάποιο κρυμμένο θησαυρό. Που πάει να πει πως το προεκλογικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, ήταν αντιγραφή του σεναρίου της ταινίας  «Ο θησαυρός του μακαρίτη».  Και μάλιστα επιτυχημένη. Διότι, ο μύθος του ΣΥΡΙΖΑ περί κρυμμένου θησαυρού έφερε ψήφους, όπως και στην ταινία, ο αντίστοιχος μύθος έφερε ενοικιαστές.

Η κατάργηση όμως της διαφοράς σοβαρότητας – γελοιότητας, είναι αυτή που έφερε τη «γελοιότητα του αιώνα». Διότι οι «αθεόφοβοι», μόλις έγιναν κυβέρνηση, συμπεριφέρθηκαν ως κανονικός θίασος και έπαιξαν το σενάριο της κωμωδίας μέχρι τέλους. Έτσι, επιδόθηκαν στην γενική κατεδάφιση της χώρας, αναζητώντας στα ερείπιά της το θησαυρό. Η μόνη διαφορά με τους ενοικιαστές του σπιτιού της Βασιλειάδου, είναι το γεγονός ότι οι τελευταίοι επανακατασκεύασαν ό, τι γκρέμισαν. Ενώ ο δικός μας θίασος, άφησε πίσω του τα ερείπια της χώρας.

Και για μία ακόμη φορά, η πραγματικότητα προχώρησε πέρα από το από σενάριο της κωμωδίας. Θυμίζω ότι το μέντιουμ στο σενάριο της ταινίας – είχαμε και τέτοιο – τέλειωσε το ρόλο του για την αναζήτηση του θησαυρού, με το πέρας των κατεδαφίσεων των δωματίων. Ενώ τα «μέντιουμ» της δικής μας κωμωδίας, συνεχίζουν την αναζήτηση του κρυμμένου θησαυρού και μετά το πέρας της κατεδάφισης της χώρας. Είναι οι «σταλινικοί των σπηλαίων», που συγκροτούν την ομάδα Λαφαζάνη. Οι οποίοι, παρά την αποτυχία να εντοπιστεί ο θησαυρός στα ερείπια που προέκυψαν από την κατεδάφιση της χώρας ή ακολούθως στο νομισματοκοπείο, επιμένουν ότι υπάρχει κρυμμένος θησαυρός. Δηλώνουν μάλιστα ότι επί τέλους τον ανακάλυψαν, μακριά από το ευρώ και τη Δύση. Θαμμένο με τη μορφή της δραχμής, κάπου στην Ανατολή. Εκεί δηλαδή όπου «φύεται» μόνο «χολέρα και θρησκεία» (Κ. Μαρξ).