Δυο γεγονότα και δυο πρόσωπο σημάδεψαν τη χτεσινή μέρα. Η σύλληψη του Ακη Τσοχατζόπουλου και η ανακοίνωση της ημερομηνίας των εκλογών από τον Λουκά Παπαδήμο. Γεγονότα και πρόσωπα φαινομενικά άσχετα μεταξύ τους. Φαινομενικά. Γιατί κατ’ ουσίαν συνδέονται απολύτως.
Ο Τσοχατζόπουλος έχει πίσω του μακρά πολιτική ιστορία. Ξεκινάει από τη Γερμανία επι χούντας και τελειώνει (επι του παρόντος) σε ένα κελί της Αστυνομικής Διεύθυνσης Αθηνών. Κομματικό μεγαλοστέλεχος (από το 1974 ως το 1981), μετά μεγαλοϋπουργός (1981-2004) και παραλίγο πρωθυπουργός (1996). Ο καλός θεός της Ελλάδας βοήθησε τότε (μαζί με τις ψήφους κάποιων έμπειρων και συνετών βουλευτών του ΠΑΣΟΚ) να μην πέσει η Ελλάδα στα χέρια του. Βέβαια, έπεσε το υπουργείο Άμυνας, στο οποίο μεγαλούργησε, αλλά τι θα γινόταν αν είχε καταλάβει και το μέγαρο Μαξίμου;
Μια τόσο μεγάλη διαδρομή και να έχει ένα τόσο θλιβερό τέλος; Ο Ακης, για όσους δεν θυμούνται, ήταν πάντα στην «αριστερή» πτέρυγα του ΠΑΣΟΚ. Σε αντίθεση, ας πούμε, με τον «δεξιό» Σημίτη. Μπορούσε να μιλάει πολλή ώρα – με ωραία σοσιαλιστικά, προοδευτικά και λοιπά λόγια – χωρίς να λέει τίποτα. Και μετά το 1996, αφού έχασε την μάχη για την πρωθυπουργία, αφοσιώθηκε στο βιλαέτι του Πενταγώνου με τις θηριώδεις εξοπλιστικές προμήθειες και τις, θεσμοθετημένες και μη, μίζες. Κάποιες απ΄ αυτές τον έφεραν στη σημερινή κατάντια.
Ο Τσοχατζόπουλος εκπροσωπεί ένα κομμάτι της μεταπολιτευτικής Ελλάδας. Το χειρότερό της. Πουλώντας αριστεροσύνη, σοσιαλισμό και προοδευτισμό παραμύθιασε για πολλά χρόνια πολλούς ανθρώπους. Είναι ο χαρακτηριστικός εκπρόσωπος της Ελλάδας της φιγούρας, της αρπαχτής και της διαφθοράς. Δεν είναι ο μόνος, είναι όμως ο χαρακτηριστικότερος. Εκπροσωπεί την Ελλάδα που έχει σημαντικό μερίδιο ευθύνης για το σημερινό κατάντημά της.
Το συμμάζεμα αυτής της Ελλάδας ανέλαβε τους τελευταίους πέντε μήνες ο Λουκάς Παπαδήμος. Τεχνοκράτης, εν πολλοίς άγνωστος, εκλήθη τον περασμένο Νοέμβριο να κάνει ό,τι δεν μπορούσαν να κάνουν οι πολιτικοί.
Προσωπικά δεν εμπιστεύομαι τους τεχνοκράτες, θεωρώ ότι έχουν μια μονόπλευρη θεώρηση των πραγμάτων και, επειδή δεν εκλέγονται, αλλά διορίζονται, δεν μπορούν να παίζουν πολιτικό ρόλο για μεγάλο διάστημα. Ομως, αρχή άνδρα δείκνυσι. Ο Παπαδήμος ανέλαβε συγκεκριμένο έργο και το έφερε σε πέρας. Ανέλαβε να «κουρέψει» το χρέος και το «κούρεψε», να εξασφαλίσει νέο δάνειο και το εξασφάλισε. Φυσικά, με βαρύ κοινωνικό τίμημα. Όμως πώς αλλιώς θα γινόταν στο δεδομένο πλαίσιο; Ας μην ξεχνάμε τις συνθήκες του περασμένου Νοεμβρίου, με την κυβέρνηση Παπανδρέου απαξιωμένη και τους βουλευτές της πλειοψηφίας να απειλούν ότι δεν θα ψήφιζαν κανένα νέο επαχθές μέτρο.
Ο Παπαδήμος δεν ακολούθησε την συνήθη συνταγή των πολιτικών ούτε όταν ανέλαβε ούτε στο χτεσινό αποχαιρετιστήριο λόγο του. Δεν έδωσε υποσχέσεις που δεν μπορούσε να υλοποιήσει, δεν ωραιοποίησε καταστάσεις. Κατέστησε σαφές ότι τίποτα δεν έχει τελειώσει και μετά τις εκλογές μπορεί τα πράγματα να δυσκολέψουν. Η θητεία του ήταν εκ των πραγμάτων περιορισμένη. Ο ίδιος δεν είχε λαϊκή εντολή και έπρεπε να ισορροπεί μεταξύ προσώπων και επιδιώξεων που δεν είχαν πάντα τους καλύτερους σκοπούς.
Η κυβέρνηση που θα σχηματιστεί μετά τις 6 Μαίου (αν σχηματιστεί, μην το δένετε κόμπο) θα συνεχίσει από εκεί που τα άφησε η κυβέρνηση Παπαδήμου. Και, φυσικά, πολύ σύντομα θα γίνουν οι συγκρίσεις.
Εκτός αν η λαϊκή εντολή της 6ης Μαίου είναι τόσο θολή που οι πολιτικοί θα αδυνατούν να την εκτελέσουν (έχουμε ήδη τέτοια δημοσκοπικά δείγματα). Οπότε θα χρειαστεί κάποιος Παπαδήμος (ο ίδιος ή άλλος) για να άρει το αδιέξοδο.