Από τη Μεγάλη Παραίτηση στη Xρόνια Αποξένωση;

Παναγιώτης Καρκατσούλης 01 Ιαν 2025

Ως αποξένωση ορίζεται το αίσθημα αποσύνδεσης/αποκοπής ενός ατόμου από μια ομάδα- είτε πρόκειται για φίλους είτε για την οικογένεια είτε για την εργασία. Η αποξένωση αποτυπωνεται στον χαμηλό βαθμό ολοκλήρωσης και τον συνακόλουθο υψηλό βαθμό απόστασης ή απομόνωσης μεταξύ ατόμων ή ενός ατόμου και μιας ομάδας ανθρώπων σε μια κοινότητα ή σε ένα εργασιακό περιβάλλον.

Η αποξένωση έχει αναπτυχθεί από διάφορους παλαιότερους και σύγχρονους θεωρητικούς. Η έννοια έχει πολλές επιστημονικές χρήσεις και μπορεί να αναφέρεται τόσο σε μια προσωπική ψυχολογική κατάσταση όσο και σ’ ένα είδος κοινωνικής σχέσης.

Το μάνατζμεντ ήρθε να ρίξει, επιπλέον, φως σ’ όσα γνωρίζαμε για την αποξένωση, ειδικά στον χώρο εργασίας. Ψυχολόγοι και στατιστικολόγοι εστίασαν στο πρόσωπο και στην ατομική συνείδηση του εργαζόμενου προσπαθώντας να μεγεθύνουν και να γενικεύσουν τα συμπεράσματά τους σε επίπεδο κοινωνίας. Αλλά εκεί ήταν οι κοινωνιολόγοι, οι νομικοί και οι διοικητικοί επιστήμονες που απέδωσαν την ύπαρξη των φαινομένων αποξένωσης σε θεσμικά ελλείμματα, σε οργανωτικές ανεπάρκειες και στην κακή διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού.

Αυτό ήταν, grosso motto, το θεωρητικό πλαίσιο ερμηνείας αντίστοιχων φαινομένων όταν εκδηλώθηκε η «Μεγάλη Παραίτηση» (Big Quit) κατά τη διάρκεια της οποίας παραιτήθηκαν, οικειοθελώς, από τις εργασίες τους 47.000.000 εργαζόμενοι, το 2021, και 50.000.000 το 2022.

Μέρος της Μεγάλης Παραίτησης ήταν η «Μεγάλη Ανακατάταξη» κατά την οποία δόθηκε η ευκαιρία σε πολλούς για «ένα άλμα της μιας φοράς», όπου ο εργαζόμενος άλλαζε τμήμα αλλά δεν έφευγε από τη δουλειά.  Έτσι φτάσαμε στη «Μεγάλη Αποσύνδεση» (που αναφέρεται κι ως «Εκδικητική Παραίτηση») όπου ένας μεγάλος αριθμός εργαζομένων που αισθάνονται συναισθηματικά αποκομμένοι από τη δουλειά τους, αναζητούν ένα καλύτερο μέλλον. Όταν το βρουν φέυγουν από την προηγούμενη δουλειά τους, όχι ησύχως αλλά καταγγέλοντας τα προβλήματα, τις ελλείψεις και τις συμπεριφορές που τους υποχρέωσαν να αλλάξουν δουλειά.  

Πολλοί επιχειρούν να ιχνηλατήσουν τις αιτίες για τα φαινόμενα της παραίτησης/απείθειας/δυσθυμίας/ που εκδηλώνονται μαζικά στους χώρους εργασίας. Ως τέτοιες αναφέρονται, ειδικά για την μετα-covid-19 περίδο, οι πολλές οργανωτικές αλλαγές σε σύντομο χρονικό διάστημα, τα υβριδικά μοντέλα απασχόλησης με εργαζόμενους δύο ταχυτήτων, οι νέες προσδοκίες των πελατών που στηρίζονται σε μια μεταφυσική αντίληψη των δυνατοτήτων της ηλεκτρονικής τεχνολογίας, καθώς και οι αμφίβολης απόδοσης τεχνικές υποκίνησης, αξιολόγησης και ελέγχου του ανθρώπινου δυναμικού.

Οι προτεινόμενες λύσεις περιλαμβάνουν προτάσεις και παραδοχές γνωστές, λίγο ως πολύ, από το δημόσιο μάνατζμεντ και τη θεωρία των οργανώσεων, όπως:

Η σαφήνεια της αποστολής και του σκοπού της εταιρείας πρέπει να είναι άμεσα συνδεδεμένη με τον ρόλο και τα καθήκοντα κάθε εργαζόμενου.

Πρέπει να υπάρχουν μόνιμοι δίαυλοι επικοινωνίας και διαβούλευσης με όλους σε όλες τις συνθήκες. Μέσα απ’ αυτους θα καθορίζονται και ιεραρχούνται οι προτεριαότητες για κάθε εργαζόμενο.

Μόνον εάν η δουλειά μετασχηματιστεί σε προσωπική δέσμευση και ικανοποίηση μπορεί να βελτιωθεί η απόδοση ριζικά.

Βack to basics:  Η ολοκληρωμένη υγειονομική περίθαλψη, η δια βίου μάθηση, η μείωση των ωρών εργασίας, τα ευέλικτα μοντέλα εργασίας, οι πολιτικές ισότητας των φύλων και ενσωμάτωσης της πολυμορφίας μεταξύ των εργαζομένων, οι φιλικές προς την οικογένεια πολιτικές, συμπεριλαμβανομένης της γονικής άδειας και η προώθηση της ισορροπίας μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής ήταν, είναι και θα είναι σημαντικοί παράγοντες για την ικανοποίηση των εργαζομένων.

Τα προηγούμενα δεν μπορούν να ευοδωθούν χωρίς την αντίστοιχη ηγεσία. Ηγεσία μετασχηματιστική, ατομική είτε συλλογική, που εργάζεται προκειμένου να επέλθουν οι απαραίτητες αλλαγές στην οργάνωση που θα της επιτρέψουν να πετύχει τους στόχους της και να αναπτυχθεί. Οι στόχοι της μετασχηματιστικής ηγεσίας δεν εξαντλούνται σε προσωπικές επιδιώξεις και συμφέροντα του ηγέτη η της ομάδας του αλλά επικεντρώνονται στο όραμα που, όταν υιοθετηθεί από τα μέλη της οργάνωσης, θα δημιουργήσει την έμπνευση που είναι απαραίτητη για την δρομολόγηση των αλλαγών που θα οδηγήσουν στην επίτευξη των στόχων. Κυκλοφορούν πολλές εργαλειοθήκες σε συμβουλές προς τους ηγέτες για να πετύχουν να έχουν ευτυχισμένες ομάδες. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται:

Ο εντοπισμός των δυνατών σημείων του καθενός και η κατανόηση των πλευρών της δουλειάς που δίνει χαρά σε κάθε εργαζόμενο. Με βάση αυτά πρέπει να τεθούν σαφείς και ευθυγραμμισμένοι στόχοι, ο συντονισμός της εφαρμογής των οποίων μειώνει την ασάφεια και ενισχύει την παραγωγικότητα της ομάδας.

Η δημιουργία συναισθηματικών δεξιοτήτων με ασκήσεις οικοδόμησης εμπιστοσύνης και «ελέγχους συναισθημάτων». Συναφώς, η αναγνώριση πράξεων καλοσύνης, ομαδικής εργασίας και συνεργασίας οδηγεί σ’ ένα υποστηρικτικό εργασιακό περιβάλλον.

Η οργάνωση δραστηριοτήτων ομαδικής ανάπτυξης που ενισχύουν την αίσθηση κοινότητας. Άμεσα σχετιζόμενη επιλογή μ’ αυτό είναι η ενίσχυση της αυτονομίας στη λήψη αποφάσεων. Η μείωση των ιεραρχικών επιπέδων και η παροχή της δυνατότητας στους εργαζομένους να λαμβάνουν ανεξάρτητες αποφάσεις προάγει την υπευθυνότητα και την ικανοποίηση.

Τα προηγούμενα μέτρα και οι προτάσεις δεν έχουν εξαντλητικό χαρακτήρα. Υπάρχει ένας άπειρος συνδυασμός δυνατοτήτων, πράξεων, ανοχών και ατυπικοτήτων που μπορούν να οδηγήσουν στην δημιουργία ενός παραγωγικού περιβάλλοντος. Σ’ αυτό οι εργαζόμενοι όχι μόνο δεν αισθάνονται περιθωριοποιημένοι και παρατημένοι αλλά το αντίθετο.

Στην Ελλάδα, όπως κι αλλού, χρειάζονται πολλές έρευνες ακόμη και πολλά δεδομένα που πρέπει να συλλεχθούν τόσο από τον ιδιωτικό όσο και από τον δημόσιο τομέα, προκειμένου να στοιχειοθετήσουμε τη γνώση που είναι αναγκαία όχι μόνο για τα προβλήματα αλλά και για τις λύσεις. Η αντιγραφή και η άκριτη μεταφορά υποδειγμάτων και λύσεων που αλλού απέδωσαν, έχουν δείξει τα όριά τους.

Μένει η οργάνωση μιας σοβαρής προσπάθειας τι συγκροτεί την ικανοποίηση από την εργασία σήμερα. Προηγείται, βέβαια, αυτής η συνειδητοποίηση της σοβαρότητας του προβλήματος. Πόσοι, άραγε, συλλογικοί /κομματικοί φορείς αντιλαμβάνονται ότι χειρότερο κι από την παραίτηση και την καταγγελία είναι το αίσθημα της χρόνιας αποξένωσης;