Σε τρεις μήνες εκλογών, καταλήξαμε με θρυμματισμένο πολιτικό σκηνικό, ερειπωμένη οικονομία, ανεργία ρεκόρ, μία χώρα αναξιόπιστη και ανυπόληπτη, με απελπισμένους και φοβισμένους πολίτες. Ο άρρωστος με πολυοργανική ανεπάρκεια, για να σωθεί, χρειάζεται ένα «θαύμα» με γιατρούς, φάρμακα, μηχανήματα και εξειδικευμένες δομές. Τίποτε, όμως, δεν τον σώνει, αν ο ίδιος δεν πιστέψει και αν δεν κάνει το παν για να σωθεί. Το ίδιο και με μία «αποτυχημένη χώρα». Κανένα Μνημόνιο, κούρεμα, επιμήκυνση χρέους, «ζεστό» χρήμα δεν πρόκειται να μας βοηθήσει, αν δεν κάνουμε ό,τι χρειάζεται, τώρα και για πολύ καιρό. Η βαριά άρρωστη Ελλάδα, θα σωθεί μόνο αν η ίδια το θελήσει.
.
Το θαύμα ονομάζεται ανάπτυξη. Όταν το ΑΕΠ έχει μειωθεί κατά 20% , οι άνεργοι δεν θα βρουν δουλειά, αν δεν ξεπαγώσει η «τσιμινιέρα», αν δεν ανάψουν πάλι τα φώτα. Όμως, ντόπια καύσιμα δεν υπάρχουν και τα ξένα δεν έρχονται. Δουλειές δεν φυτρώνουν στο δέντρο της «πολιτικής βούλησης». Το έδαφος είναι δηλητηριασμένο με έλλειψη εμπιστοσύνης. Ετούτα εδώ τα «μάρμαρα, πιάσανε σκουριά» και ας λέει ο ποιητής. Το χειρότερο είναι ότι σκουριάσανε και τα μυαλά. Χρειάζεται λίπασμα, περιποίηση, σωστό έδαφος και ευνοϊκό κλίμα, δηλαδή φρέσκα ελληνικά μυαλά, για να καρπίσει το δέντρο της ελληνικής οικονομίας.
.
Η εμπιστοσύνη κερδίζεται αργά. Θέλει πράξεις και χρόνο για να έρθουν ξένες επενδύσεις. Στο μεταξύ, ο άρρωστος πρέπει να κάνει ό,τι μπορεί για να παλέψει με το δηλητήριο που του τρώει τις σάρκες. Να αλλάξει μυαλό και να ψάξει για δύναμη μέσα του. Ο Έλληνας έχει τεράστιες δυνατότητες, αν, επί τέλους, εμπιστευθεί τον εαυτό του. Είναι δημιουργικός, έχει φαντασία και εργατικότητα, αλλά έχει και έναν αδυσώπητο εχθρό, μέσα στην ίδια του τη χώρα, 200 χρόνια τώρα. Την ολέθρια, σχεδόν ερωτική, αλλά αυτοκαταστροφική σχέση του με το Κόμμα και το Κράτος. Αυτή η σχέση, δημιούργησε μία απίστευτη «κουρελού» εξυπηρετήσεων, ρουσφετιών, φωτογραφικών νομοθετικών ρυθμίσεων, παράθυρων για προσωπικό όφελος. Στο δηλητηριασμένο αυτό έδαφος, δεν φυτρώνει τίποτα. Ό,τι και να επιχειρήσει κανείς, κάπου θα σκαλώσει.
.
Η συνταγή για την ανάπτυξη στην Ελλάδα, συνεπώς, δεν έχει σχέση με ό,τι θα πρότειναν οι ειδικοί σε άλλες, κανονικές χώρες. Εκεί, η ανάπτυξη χρειάζεται φθηνό χρήμα, επενδυτικές ευκαιρίες και μία δραστήρια επιχειρηματική τάξη. Το θεσμικό και νομικό καθεστώς λειτουργεί υποβοηθητικά και υποστηρικτικά. Στην Ελλάδα, τουλάχιστον για μία 10ετία μέχρι το 2009, είχαμε πολύ φθηνό χρήμα. Οι επενδυτικές ευκαιρίες υπήρχαν, όπως φαίνεται από την εξαγωγική «άνοιξη» στην τελευταία 2ετία, όταν, εν μέσω κρίσης, το έλλειμμα στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών μειώθηκε από 15% του ΑΕΠ σε 10%, με άνοδο και των εξαγωγών. Είχαμε, όμως, μία επιχειρηματική τάξη που σταμάταγε στο εμπόριο και στην κρατικοδίαιτη παραγωγή, που απέκλειε τα νέα και φρέσκα μυαλά. Είχαμε και ένα αρνητικό θεσμικό και νομικό καθεστώς, όπου η έννοια του κέρδους αποτελούσε ανάθεμα, ακόμη και, κατ’ εξοχήν, μέσα στο Πανεπιστήμια.
.
Σε ένα σημερινό (4/7/12) άρθρο στους NY Times, γίνεται αναφορά στη θεωρία του «ελατηρίου». Όσο πιο πολύ το πιέζεις, τόσο πιο γρήγορα και δυνατά θα τιναχθεί μόλις το αποδεσμεύσεις. Αυτή, κατά το συγγραφέα, είναι η κατάσταση στην ελληνική οικονομία. Διαβλέπει και εντοπίζει σοβαρές ευκαιρίες. Δείχνει επίσης να καταλαβαίνει ότι στην Ελλάδα, η επιχειρηματικότητα καταπιέζεται χρόνια από τον κομματισμό, τον άκρατο αριστερισμό και τη διαφθορά, πολιτική και επιχειρηματική. Η θεσμική και νομική «κουρελού» στην οποία αναφερθήκαμε νωρίτερα, ήταν το αποτέλεσμα. Τι είναι, λοιπόν, αυτό που θα αποδεσμεύσει το πιεσμένο ελατήριο της ελληνικής οικονομίας; Για εμένα, αυτό είναι η απλοποίηση. Παντού και στα πάντα, εδώ και τώρα. Στους επόμενους λίγους μήνες, οι δύο Υπουργοί, Οικονομίας και Ανάπτυξης, στους οποίους στηρίζουμε όλες μας τις ελπίδες, πρέπει να κάνουν πολλά και να …ξεκάνουν πολύ περισσότερα, δηλαδή τις άχρηστες και βλαβερές ρυθμίσεις σε όλη τη γκάμα της οικονομίας. Από τη φορολογία, μέχρι την αδειοδότηση, την εγκατάσταση, την έναρξη επιχειρήσεων, τις ασφαλιστικές και εργασιακές σχέσεις. Να μελετήσουν το πλέγμα κινήτρων και αντικινήτρων, τις απαγορεύσεις, τις εξαιρέσεις από τους κανόνες και τη σχέση της οικονομίας και της οικονομικής δραστηριότητας, με τη Δημόσια Διοίκηση, τη Δικαιοσύνη και άλλους παραγωγικούς και μη τομείς. Το μοναδικό κριτήριο για τη διατήρηση μίας ρύθμισης, πρέπει να είναι μόνο το αν χρειάζεται και γιατί. Ανοίξτε τα παράθυρα, αξιότιμοι κκ. Στουρνάρα και Χατζηδάκη. Μην φοβάστε τον καθαρό αέρα της δημιουργικότητας. Μισήστε και εξορκίστε τη μούχλα της αδράνειας και της διαπλοκής. Η Ελλάδα σύντομα θα αναρρώσει και θα σας ευλογεί.
.
*Ο Λ. Λιαρόπουλος είναι Επίτιμος Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών.