Πολλά έχουν γραφτεί τα τελευταία χρόνια του Μνημονίου για την απαξίωση του πολιτικού συστήματος από συμφέροντα επιχειρηματικά σε συνδυασμό με τον ρόλο των ΜΜΕ και δη των τηλεοπτικών σταθμών. Πράγματι συχνά βλέπουμε να υβρίζονται η Βουλή, οι βουλευτές, τα κόμματα και να προκρίνεται η κρεμάλα ως λύση. Ενδιαφέρον βέβαια είναι πως αυτό προβάλλεται από ΜΜΕ που ανήκουν σε επιχειρηματικούς κύκλους που έχουν οικονομική συνδιαλλαγή με το κράτος είτε ως προμηθευτές είτε ως εργολάβοι. Ακόμα πιο ενδιαφέρον είναι πως οι συχνότητες από όπου εκπέμπουν τα ΜΜΕ είναι οριακά παράνομα κατειλλημμένες, όπως έχει πει και το ΣτΕ ζητώντας από το κράτος να ρυθμίσει το ζήτημα των δημοσίων συχνοτήτων και το καθεστώς αδειοδότησης.
Ίσως υπάρχει μια διαδρομή αλληλεξάρτησης θα έλεγε κανείς μεταξύ ΜΜΕ και συμφερόντων ή τουλάχιστον μερίδας αυτών. Αν δεχτούμε ότι αυτό είναι και η πραγματικότητα τότε είναι μεγάλο ερώτημα γιατί το πολιτικό σύστημα που αντιλαμβάνεται την απαξίωση στην οποία έχει οδηγηθεί δεν κάνει κινήσεις για να αλλάξει την κατάσταση. Φταίει το γεγονός της μη επαρκούς αντίληψης των πραγμάτων διότι οι βουλευτές ζουν πιθανόν και λόγω προνομίων σε άλλο κόσμο και δεν νιώθουν τι γίνεται γύρω τους, θα πει κάποιος. Φταίει ότι λειτουργούν με συντεταγμένο τρόπο και επιδιώκουν την απαξίωση αυτή ώστε να εμπεδωθεί ένας ντετερμινισμός της οικονομίας έναντι της πολιτικής και να επικρατούν τα οικονομικά συμφέροντα που προωθεί η Ε.Ε και η εγχώρια επιχειρηματική ελίτ, θα πει κάποιος άλλος.
Πριν εξεταστεί το τί ακριβώς φταίει, το οποίο χωράει πολύ συζήτηση, ας δούμε καθαρά τους άμεσους εκφραστές της απαξίωσης, που δεν είναι άλλοι από μερίδα βουλευτών, μικρή ή μεγάλη κι αυτό συζητείται.
Μέσα στη ζάλη της καθημερινότητας και της ροής πληροφοριών που βιώνουν οι πολίτες από τα χαμηλότερα ως τα υψηλότερα οικονομικά στρώματα και από το μεγαλύτερο ως το μικρότερο ενδιαφέρον για την πολιτική, αυτό το οποίο μένει είναι η δήλωση που θα ακουστεί και από την τηλεόραση. Γνωρίζει λοιπόν ένας βουλευτής ότι δύσκολα θα μάθει ο πολίτης για το κοινοβουλευτικό του έργο, αν και υπάρχει το site της Βουλής, παρά μόνον μια δήλωσή του θα φτάσει πιο εύκολα σε αυτόν. Άρα η σημασία του γεγονότος είναι δεδομένη.
Όταν λοιπόν στον τηλεοπτικό χρόνο οι βουλευτές επιδιώκουν τον εντυπωσιασμό και πετούν ατάκες προσβλητικές, λέγοντας αστεία, και υβρίζοντας, από μόνοι τους απαξιώνουν το πολιτικό σύστημα, πριν καν ακόμα εξεταστεί το κοινοβουλευτικό τους έργο. Είναι υγιές να υπάρχει διαφωνία για ένα νομοσχέδιο φορολογικό μεταξύ των κομμάτων, είναι όμως καταστροφικό να γίνεται διαγωνισμός ατάκας.
Οι πολίτες ανεξαρτήτως προτιμήσεων, ακόμα και αν στην αρχή δέχονται με χειροκρότημα την ατάκα του βουλευτή του κόμματός τους, ύστερα νιώθουν και αυτοί ότι ήταν λάθος. Και εδώ έρχεται το δεύτερο βασικό σημείο της απαξίωσης. Οι πολίτες ψηφίζουν και οι βουλευτές εκλέγονται, άρα έχουμε σίγουρα τα πρόσωπα εκείνα που μας αξίζουν, το ποσοστό των κομμάτων είναι άλλο θέμα.
Άρα στην απαξίωση συνδράμουν και οι πολίτες μιας και με τη σταυροδοσία έχουν την δύναμη να ελέγχξουν το βουλευτή.
Όταν βουλευτές ζητούν φυλακές και κρεμάλες για τους πολιτικούς τους αντιπάλους, όταν λένε πως αδυνατούν να επιβιώσουν με τη βουλευτική αποζημίωση, όταν σε μια συζήτηση πρότασης μομφής επενδύουν στην λογική της ατάκας, τότε αυτοί απαξιώνουν πρώτοι το πολιτικό σύστημα. Ύστερα γίνεται τρομερά δύσκολο να πείσουν για το σκοπό τους, άλλοι που θέλουν να αναλάβουν την ευθύνη της ιδιότητας του βουλευτή. Έτσι σχηματίζεται ένας φαύλος κύκλος, δολίως ή όχι, ελέγχεται. Τη Δημοκρατία μας την έχουμε όλοι μαζί και μόνον έτσι μπορούμε να την βελτιώσουμε.
Η αναζωογόνηση του πολιτικού συστήματος θα έρθει μόνον από την ενεργό συμμετοχή των πολιτών και την απομόνωση των καταχραστών της βουλευτικής ιδιότητας.