Στο βαθύ και συγκινητικό ομώνυμο βιβλίο της Αγγελικής Σπανού οι «απαρατήρητοι» είναι αυτοί οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας και της διπλανής δουλειάς που γλιστράνε από τα μάτια και τις αισθήσεις μας όχι γιατί το θέλουν αλλά γιατί έτσι είναι η ζωή τους κι έτσι έχει γίνει η δική μας ζωή. Η ταμίας στο σούπερ μάρκετ, η ταξιθέτρια, ο σκουπιδιάρης, ο ντελιβεράς και τόσοι ακόμη συνάνθρωποι, υπαρκτοί αλλά αόρατοι, μέσα στην καθημερινότητα μας αλλά χωρίς να αφήνουν ίχνος, με σκέψεις, επιθυμίες, φόβους σαν του καθενός από εμάς αλλά μη καταγεγραμμένους σε καμιά συνείδηση εκτός από τη δική τους –κι ίσως ούτε καν εκεί, τόσο μεγάλη είναι η κούραση, η έξω και η μέσα. Απαρατήρητοι ενώ πασχίζουν να τους δούμε, σβησμένοι αλλά τόσο ανθρώπινοι.
Το αντίθετο ακριβώς εκφράζει η για λίγες ακόμα μέρες κυβέρνηση και τα στελέχη που την απαρτίζουν και την εκπροσωπούν, παρότι θεωρητικά για τα δικαιώματα τέτοιων ανθρώπων, τουλάχιστον για την αξιοπρέπεια τέτοιων ανθρώπων, υποτίθεται ότι πάλευαν και παλεύουν τόσα χρόνια. Οι κυβερνητικοί θα ήθελαν όσο τίποτα να περάσουν απαρατήρητοι τη στιγμή που διαπράττουν, μπροστά στα μάτια ενός κοινωνικού σώματος που τους έχει πάρει είδηση αλλά που συνεχίζουν να το εκπλήσσουν, πράξεις και παραλείψεις που φέρουν τη σφραγίδα τους: διαστρέβλωση, υποκρισία, παρανομία. Πιστεύουν ότι μπορούν, ακόμα και την ύστατη ώρα, ακόμα και τα πιο προφανή ατοπήματα, να τα καλύψουν με ιδεολογία, «επικοινωνία» και ψέματα. Είναι όμως αδύνατο πλέον. Το μόνο που πετυχαίνουν είναι να δηλητηριάζουν το δημοκρατικό κλίμα και να βυθίζονται οι ίδιοι στην αναξιοπρέπεια.
Αυτά που συμβαίνουν στη Βουλή, τούτη, την τελευταία, βδομάδα λειτουργίας της δεν είναι μόνο πρωτοφανή αλλά και χαρακτηριστικά της ιδιαίτερης θρασυδειλίας της κυβέρνησης και των στελεχών της. «Δικαίωμά μας» χαρακτήρισαν οι κυβερνητικοί βουλευτές όχι μόνο να μείνει ανοιχτή η Βουλή αλλά και να «τακτοποιεί» όλες τις «εκκρεμότητες».» «Μαχόμαστε για κοινωνικές ανάγκες» είπαν και διόρισαν τις κόρες τους. «Παραιτούμαστε από ευαισθησία» είπαν κάποιες κόρες όταν τις έπιασαν αλλά όχι όταν τις διόριζαν. Δεν μπορούν να γίνουν δεκτά όλα τα αιτήματα «για να μη δώσουμε επιχειρήματα στους αντιπάλους μας», νουθέτησαν οι υπουργικοί ινστρούχτορες. Το πολύ-πολύ να παραδέχονταν κάποιοι, υπό το άγρυπνο βλέμμα των τόσο ευαίσθητων ως προς τη λειτουργία των θεσμών Προέδρων της κυβέρνησης και της Βουλής, έναν ιδιαίτερο, ίσως και ιδιάζοντα, κοινοβουλευτικό ζήλο, επ’ ουδενί όμως πρόβλημα δημοκρατίας. Κι όμως: η έλλειψη νομιμοποίησης, οι διαδικασίες εξπρές, οι άσχετες τροπολογίες, τα προεκλογικά και συγγενικά βολέματα, τα συντροφικά μαχαιρώματα για το εύρος των λαθροχειριών της τελευταίας στιγμής, όσο κι αν βαφτίζονται «ιδιότυπη κανονικότητα», «χρήση των περιθωρίων του Κανονισμού», «εκμετάλλευση γνωριμιών» και «δημιουργικές αντιθέσεις», συνιστούν μείζον και βαρύ πρόβλημα δημοκρατίας. Που δεν αφορά μόνο τους αυτουργούς του, αλλά όλους μας.
Σε σχέση με τους απαρατήρητους της ζωής και της Σπανού, οι κυβερνητικοί έχουν μια μεγάλη διαφορά, που αποδείχθηκε ότι ήταν και το μεγάλο τους έλλειμμα: ανθρωπιάς. Απαρατήρητοι τελικά θα περάσουν ίσως και αυτοί, αλλά αλλιώς: το ιστορικό τους ίχνος θα θελήσουμε όλοι να το ξεχάσουμε το συντομότερο δυνατόν. Και μπορεί να τα καταφέρουμε.