Είναι πραγματικά μοναδική η σχέση του Ελληνα με τον νόμο. Η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών θέλει νόμους «α λα καρτ» και αυτό ισχύει όχι μόνο για τους απλούς πολίτες, αλλά και για το σύνολο σχεδόν της πολιτικής τάξης. Το φαινόμενο διαπιστώνεται καθημερινά, από τη διατύπωση των νομοσχεδίων, τη συζήτηση στη Βουλή και την ψήφισή τους, μέχρι τις αντιδράσεις που δημιουργούνται στην εφαρμογή τους. Η ελληνική νομοθετική παράδοση θέλει τους νόμους να μην είναι ξεκάθαροι, για να απαιτούνται διευκρινιστικές εγκύκλιοι προκειμένου να εφαρμοστούν, γεμάτοι παράθυρα και εξαιρέσεις για να χωρούν διάφοροι και να αυξάνεται θεαματικά η γραφειοκρατία, με αποτέλεσμα να αλλοιώνεται αποφασιστικά στην πορεία η αρχή της ισονομίας.
Πολύ συχνά, οι ίδιοι βουλευτές που ψηφίζουν ένα νόμο, από κομματικό καθήκον και πολλές φορές χωρίς να τον διαβάσουν, διαμαρτύρονται όταν αυτός τίθεται σε εφαρμογή, είτε γιατί τότε ανακαλύπτουν τις αστοχίες του, είτε γιατί πιέζονται από τους ψηφοφόρους τους, είτε τέλος, για να προκαλέσουν θόρυβο με την προσδοκία ότι θα έχουν προσωπικό όφελος. Στη σημερινή μάλιστα εποχή η στάση της κοινωνίας και των πολιτικών καθορίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τα μίντια, που επίσης διακρίνονται για τον αφόρητο λαϊκισμό τους, την άγνοια και την εξυπηρέτηση συμφερόντων.
Πρόσφατα παραδείγματα ο περίφημος ΕΝΦΙΑ και οι λεγόμενοι «αιώνιοι» φοιτητές. Ο πρώτος νομοθετήθηκε για να αντικαταστήσει το περιβόητο «χαράτσι» με τη λογική ότι η ιδιοκτησία (σπίτια, οικόπεδα, αγροτεμάχια) φορολογείται – όπως γίνεται σε όλο τον κόσμο, ακόμη και στις ΗΠΑ που διακρίνονται για τον φιλελευθερισμό τους στην οικονομία, με στόχο να μαζευτούν μεν περισσότερα έσοδα, αλλά και να πληρώνουν περισσότεροι λιγότερα. Στην εφαρμογή του νόμου, το 80% εκείνων που πλήρωναν τα «χαράτσι» ωφελήθηκαν, ένα ποσοστό με ιδιοκτησίες σε περιοχές χωρίς αντικειμενικές αξίες επιβαρύνθηκε υπέρμετρα και απαιτείται διόρθωση που θα γίνει, ενώ ένα άλλο ποσοστό έκανε λάθη στη συμπλήρωση του γνωστού Ε9 και επίσης επιβαρύνθηκε. Ο δημόσιος διάλογος βέβαια επικεντρώθηκε αποκλειστικά στα λάθη και τις επιβαρύνσεις, ο καθένας πρόβαλε τη δική του περίπτωση απαιτώντας διευθέτηση «α λα καρτ», εκείνοι που τον ψήφισαν ζητούν την κατάργησή του, οι άλλοι της αντιπολίτευσης λένε το μακρύ τους και το κοντό τους και γενικά ακόμη και οι ωφελημένοι τον θεωρούν ανάθεμα…
Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τους «αιώνιους» φοιτητές που αποτελούν το 44% περίπου των εγγεγραμμένων στα ΑΕΙ και ΤΕΙ της χώρας. Αποφασίστηκε επιτέλους κάποια στιγμή ότι δεν μπορούσε να συνεχιστεί αυτή η κατάσταση, που μεταξύ άλλων επιβάρυνε τα κόστη της Ανώτατης Παιδείας και στρέβλωνε πραγματικότητες, οπότε ψηφίστηκε ο σχετικός νόμος της διαγραφής. Τώρα που έφτασε η ώρα της εφαρμογής, άρχισε το νέρωμα. Πρώτα δημιουργήθηκε ο κατάλληλος θόρυβος στα μίντια, μετά φρόντισε το υπουργείο Παιδείας και οι πρυτάνεις να δοθούν παρατάσεις σε διάφορες κατηγορίες αιωνίων, ταυτόχρονα το Διαδίκτυο κατακλύστηκε από σχόλια και παρουσιάσεις ειδικών περιπτώσεων που δικαιούνται διαφορετικής μεταχείρισης και φυσικά η αντιπολίτευση ξεκίνησε τον δικό της αγώνα στη γραμμή ότι… η αιωνιότητα στα δημόσια ΑΕΙ και ΤΕΙ αποτελεί αναφαίρετο δικαίωμα του ανθρώπου! Αρα ή ο νόμος πρέπει να καταργηθεί ή να προσαρμοστεί «α λα καρτ» για την κάθε περίπτωση.
Οι νόμοι όμως θέτουν όρια και στα δημοκρατικά πολιτεύματα. Αλλο αν κάποιος θεωρεί ότι τα όρια αυτά είναι δίκαια ή άδικα, προσπαθεί να περάσει την άποψή του με τα μέσα και τις διαδικασίες που προσφέρει το πολίτευμα, οπότε καθορίζει την πολιτική στάση του. Δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς, καθώς η μέθοδος της νομοθεσίας «α λα καρτ», ώστε να βολεύεται ο κάθε πολίτης δεν βοηθάει την ισονομία, εκτός από ελάχιστες περιπτώσεις. Οταν μάλιστα μιλάμε για «φωτογραφικές διατάξεις» εννοούμε συνήθως τις σκανδαλώδεις διατάξεις. Αυτά στη θεωρία βέβαια, γιατί στην εφαρμογή οι αξιώσεις είναι διαφορετικές, ακόμη και όταν θίγουν «κακώς κείμενα». Γιατί στην Ελλάδα δεν υπάρχει έλλειμμα δημοκρατίας, όπως ισχυρίζονται διάφοροι. Υπάρχει έλλειμμα αποδοχής και εφαρμογής των νόμων.